Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 10 Ἰουλίου 2022, Δ΄ Ματθαίου (Ρωμ. ς΄ 18-23)
Ἀδελφοί, λευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ. ἀνθρώπινον λέγω διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν. ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν. ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. νυνὶ δὲ ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον. τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.
Ὁ ἐλεύθερος δοῦλος
Ἡ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἶχε κοσμικὴ δύναμη καὶ ἐξουσία. Ὑπῆρχαν σὲ αὐτὴν οἱ πλούσιοι, ἀξιωματοῦχοι, ποὺ ἀπολάμβαναν ἐλεύθερα ὅ,τι ἤθελαν. Ὑπῆρχαν καὶ οἱ δοῦλοι: ἄνθρωποι ὑποταγμένοι σὲ αὐτούς, κατώτερου κοινωνικοῦ ἐπιπέδου, οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦσαν νὰ χαροῦν τὴν ἐλευθερία τους, νὰ ζήσουν ὅπως ἤθελαν. Αὐτὴ τὴν ἀντίθεση χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, γιὰ νὰ κάνει λόγο γιὰ μιὰ διαφορετικὴ ἐλευθερία: τὴν πνευματικὴ ἐλευθερία τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη.
1. Ἡ δουλεία τῆς ἁμαρτίας
Ἐλευθερωθήκατε ἀπὸ τὴ φρικτὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ «ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ», γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης. Ἔχετε γίνει πλέον δοῦλοι τῆς ἀρετῆς. Χρησιμοποιῶ αὐτὸ τὸ ἀνθρώπινο παράδειγμα, ἐπειδὴ εἶσθε ἀκόμη ἀδύναμοι πνευματικὰ, ἡ δὲ ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς σᾶς καταπιέζει· σᾶς φαίνεται δουλεία. Ὅπως, λοιπόν, παλαιότερα εἴχατε ὑποδουλώσει τὰ μέλη τοῦ σώματός σας στὴν ἀνηθικότητα, σὲ συνήθειες ποὺ ἦταν ἀντίθετες μὲ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, «οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν». Ἔτσι καὶ τώρα, προτρέπει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑποδουλώσετε τὰ μέλη σας στὴν ἐνάρετη ζωὴ τοῦ Εὐαγγελίου, γιὰ νὰ ἐξαγιασθεῖτε.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι, μὲ μιὰ ἐπιφανειακὴ θεώρηση, ἡ ὑποταγὴ τοῦ ἀνθρώπου στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, στὸν θεῖο Νόμο, ποὺ ὁρίζει τὸ Εὐαγγέλιο, στὸ θεῖο θέλημα τοῦ Κυρίου φαίνεται νὰ στερεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴν ἐλευθερία του. «Ὅλο μὴ καὶ πρέπει θέτει ἡ Ἐκκλησία· ὅλο ἐντολές. Ποῦ βρίσκεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου;», κατηγοροῦν πολλοί, ποὺ ὑποκινούμενοι ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες τους θεωροῦν ὡς ἐλευθερία τὴν ἀσυδοσία, τὴν ἁμαρτωλὴ ζωή.
Ἀγνοοῦν ὅμως ὅτι ἡ χειρότερη σκλαβιὰ εἶναι ἡ ὑποδούλωση στὴν ἁμαρτία, στὰ πάθη καὶ τελικὰ στὸν μισόκαλο διάβολο. Τότε ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐξαρτημένος ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα ἔνστικτά του, ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες του, δὲν ἔχει προσωπικὴ βούληση, δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιλέγει, νὰ ὁρίζει τὴ ζωή του. Ἔχει μήπως ἐλευθερία ἕνας ἀλκοολικὸς ἢ ἕνας ἄνθρωπος ἐξαρτημένος ἀπὸ οὐσίες, ἕνας λαίμαργος ἢ ἕνας μανιώδης κλέπτης, ὅταν ἔρχεται ἀντιμέτωπος μὲ τὴν ἀδυναμία του;
Συνεπῶς ἐλεύθερος δὲν εἶναι ὅποιος ζεῖ χωρὶς περιορισμούς, χωρὶς ἐντολές, χωρὶς νὰ ἀπολογεῖται σὲ κανέναν, ἀλλὰ ὅποιος ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ὅποιος ζεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως τονίζει ὁ θεῖος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς.
2. Ἡ δουλεία τῆς ἀρετῆς
Σᾶς φαίνεται δουλεία ἡ ἐνάρετη ζωή, ἀναφέρει. Ὅταν ὅμως ἤσασταν δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴ δουλεία – ὅπως τὴ θεωρεῖτε – τῆς ἀρετῆς, σὲ τί σᾶς ὠφελοῦσαν τὰ ἔργα ποὺ κάνατε τότε καὶ τὰ ὁποῖα θυμάστε τώρα καὶ ντρέπεστε; Σὲ τίποτε. Ἀντίθετα σᾶς ἐπέφεραν μεγάλη ζημιά. Διότι τὸ ἀποτέλεσμα τῶν ἀκάθαρτων ἐκείνων ἔργων εἶναι ὁ πνευματικὸς θάνατος.
Τώρα ὅμως ποὺ ἐλευθερωθήκατε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ὑποδουλώσατε τὸν ἑαυτό σας στὸν Θεό, ἔχετε βέβαιο κέρδος τὴν πρόοδό σας στὴν ἁγιότητα. «Δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος, ζωὴν αἰώνιον», τονίζει ὁ Ἀπόστολος. Τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐνάρετης ζωῆς εἶναι ἡ αἰώνια ζωὴ κοντὰ στὸν Χριστό. Ὁ μισθὸς μὲ τὸν ὁποῖο πληρώνει ἡ ἁμαρτία τοὺς δούλους της εἶναι ὁ πνευματικὸς θάνατος. Τὸ δῶρο, ἀντίθετα, ποὺ προσφέρει ὁ Θεὸς σὲ ὅσους ἀνήκουν σ᾿ Ἐκεῖνον εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὴν ὁποία ἀποκτᾶ κανείς, ὅταν εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ἡ πνευματικὴ ζωή, λοιπόν, μοιάζει κάποτε μὲ δουλεία. Ἀπαιτεῖ βία, ὑποταγὴ στὸν θεῖο Νόμο, ἀγώνα πνευματικό. Γίνεται δοῦλος τοῦ Θεοῦ ὁ πιστός. Παύει νὰ ἔχει δικό του θέλημα. Ἡ δουλεία ὅμως αὐτὴ τὸν ἐξαγιάζει, τὸν ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή, τὸν ἐλευθερώνει. Ὅσο ἑνωμένος εἶναι μὲ τὸν Χριστό, τόσο ἀπολαμβάνει τὴν αἰώνια ζωή. Ζεῖ ἐλεύθερος καὶ στὴν ἐπίγεια ζωή του. Δὲν τὸν δεσμεύουν τὰ κατώτερα πάθη του, δὲν τὸν αἰχμαλωτίζουν οἱ προκλήσεις τοῦ διαβόλου, δὲν τὸν ἑλκύει ὁ κόσμος καὶ οἱ ἐπιδιώξεις του, δὲν ἔχει ἐξουσία πάνω του ὁ διάβολος. Ἡ συνείδηση τότε τοῦ ἀνθρώπου εἶναι εἰρηνική, ἡ χαρά του βαθιά, ἡ ψυχή του ἀπολαμβάνει τὴν ἄνεση, τὸν πλατυσμό, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ἐξωτερικὲς συνθῆκες. Οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, γιὰ παράδειγμα, εἶχαν ἀπόλυτη ἐλευθερία, ἀκόμη κι ὅταν βρίσκονταν δέσμιοι τὶς τελευταῖες ὧρες πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτύριό τους.
Τὸ σημαντικότερο ὅμως εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ καὶ ζεῖ κατὰ τὸ θέλημά του, ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου, ἀπολαμβάνει τὴν αἰώνια ζωή, κληρονομεῖ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἰσέρχεται στὸν χῶρο τῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας, «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος» (Νεκρώσιμος Ἀκολουθία). Ἐκεῖ δηλαδή, ὅπου δὲν ὑπάρχει πόνος, οὔτε λύπη, οὔτε στεναγμός, ἀλλὰ αἰώνια, ἀτελεύτητη ζωή.