1. «Τό Εὐαγγέλιον… οὐκ ἐγενήθη… ἐν λόγῳ μόνον, ἀλλά καί ἐν δυνάμει… καί ἐν πληροφορίᾳ πολλῇ»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Ὅπως ἀσφαλῶς θυμάστε, πέρυσι μελετήσαμε ἀπό κοινοῦ τήν «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία» τοῦ Κυρίου μας καί εἴδαμε πόσο σπουδαῖες καί βασικές γιά τή ζωή μας ἀλήθειες περικλείει ἡ θεία αὐτή ὁμιλία. Φέτος θά συμμελετήσουμε τό πρῶτο χρονολογικά κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης, τήν Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή τοῦ ἁγιο­πνευματοκινήτου ἀποστόλου Παύλου, ἡ ὁποία γράφηκε στήν Κό­ρινθο γύρω στό 52 μ.Χ. Βοηθήματά μας βασικά θά ἔχουμε τίς Ἑρμηνεῖες στήν Ἐπιστολή αὐτή τῶν ἁγίων Ἰωάννου τοῦ Χρυ­σοστόμου καί Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τήν Ἑρμηνεία τοῦ ἀει­μνήστου πατρός Εὐσεβίου Ματθοπούλου καί τό Ὑπόμνημα τοῦ ἀειμνήστου Π. Ν. Τρεμπέλα.

Μελέτη περικοπῆς: Α΄ Θεσ. α΄1-5.

1. Στούς πρώτους στίχους ἔχουμε τό Προοίμιο τῆς Ἐπιστολῆς. Ἀναφέρονται οἱ ἀποστολεῖς καί παραλῆπτες τῆς Ἐπιστολῆς καί δίνεται μία πρώτη γενική εὐχή.

Τί κάνει ἐντύπωση ὡς πρός τά ὀνόματα τῶν ἀποστολέων; Συναριθμεῖ τόν ἑαυτό του ὁ ταπεινός Ἀπόστολος μέ τούς δύο συνεργάτες του, Σιλουανό (λεγόταν καί Σίλας) καί Τιμόθεο. «Δέν ὀνομάζει δέ ὁ Παῦλος ἐδῶ τόν ἑαυτό του οὔτε Ἀπόστολο οὔτε δοῦλο Χριστοῦ, καθώς συνειθίζει νά γράφῃ εἰς τάς ἄλλας ἐπιστολάς» (ἅγιος Νικόδημος). Ἀναφέρει ἁπλῶς τό ὄνομά του μαζί μέ τά ὀνόματα τῶν συνεργατῶν του, τούς ὁποίους μέ τόν τρόπο αὐτό τιμᾶ. Γνώριζε ὁ Ἀπόστολος ὅτι, γιά νά θεωρηθεῖ ἀληθινή κάποια μαρτυρία, ἔπρεπε νά τήν ὑποστηρίξουν δύο ἤ τρία πρόσωπα (βλ. Δευτ. ιζ΄ 6, Ματθ. ιη΄ 16). Ἀναφέροντας λοιπόν καί τά ἄλλα δύο ὀνόματα εἶναι σάν νά τούς λέει: «Συμμαρτυροῦν καί αὐτοί ὅτι ὅσα σᾶς γράφω εἶναι κατά πάντα ἀληθινά».

2. Πῶς ὀνομάζει τούς παραλῆπτες; Ἐκκλησία. «Τῇ ἐκκλησίᾳ τῶν Θεσσαλονικέων». Δέν ἀποστέλλει τήν Ἐπιστολή σέ κάποιο πρόσωπο, ἀλλά σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Τί σημαίνει ἡ λέξη «Ἐκ­κλη­σία»; «Πλῆθος συγκεκροτημένον» (ἅγιος Νικόδημος). «Ὄνο­μα πλήθους ἐστίν, ὡς τά πολλά, τό τῆς ἐκκλησίας ὄνομα καί συ­στήματος ἤδη συγκεκροτημένου» (ἱερός Χρυσόστομος, ΕΠΕ 22, 356).

Ἄς ἦταν λίγοι οἱ πιστοί. Ὅλοι μαζί ἀποτελοῦσαν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στή Θεσσαλονίκη. Ἕνα ἅγιο σύνολο, ἀφοσιωμένο στόν Θεό. Πῶς φαίνεται ὅτι δέν ἦταν ἁπλῶς μία συνάθροιση λαοῦ, ὅπως ἦταν στήν ἀρχαιότητα «ἡ ἐκκλησία τοῦ δήμου», ἤ ὅπως εἶναι σήμερα μία Ἕνωση ἤ κάποιος Σύλλογος; Ἀπό αὐτό πού προσθέτει: «ἐν Θεῷ πατρί καί Κυρίῳ Ἰησοῦ Χριστῷ». «Ἡ φράσις σημαίνει τό στοιχεῖον τό ἐξ ὁλοκλήρου θεῖον, ἐν τῷ ὁποίῳ ἡ ἐκκλησία αὕτη ἐγεννήθη καί τήν ὑπερφυσικήν σφαῖραν ἐν τῇ ὁποίᾳ ἐκινεῖτο ἡ ὕπαρξίς της» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ὅλοι ὅσοι πίστεψαν στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί βαπτίσθηκαν στό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου Τριάδος, ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι πρέπει νά αἰσθανόμαστε ὅλοι μας καί συγχρόνως νά συναισθανόμαστε καί τίς ὑποχρεώσεις πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτή τήν ἀλήθεια. Ἐφόσον εἴμαστε Ἐκκλησία Χριστοῦ, πρέπει νά φερόμαστε καί νά ζοῦμε ὡς Ἐκκλησία Χριστοῦ.

3. Ἀφοῦ εὔχεται νά ἔχουν «χάριν καί εἰρήνην ἀπό Θεοῦ», ἔπειτα γράφει ὁ Ἀπόστολος ὅτι τούς μνημονεύει πάντοτε στίς προσευχές του εὐχαριστώντας τόν Θεόν γιά ἐκείνους. Τί φανερώνει ἡ εὐχα­ριστιακή αὐτή προσευχή; «Τήν ἀγάπην, ὁποῦ ὁ Παῦλος εἶχε πρός τούς Θεσσαλονικεῖς» (ἅγιος Νικόδημος). Τούς σκεφτόταν. Ἐνδιαφερόταν γιά τήν πνευματική τους κατάσταση. Ἡ πρόοδός τους τοῦ ἔδινε χαρά, τά προβλήματά τους ἦταν καί δικά του προβλήματα, ἔστω καί ἄν ἦταν ἀπασχολημένος μέ τά προβλήματα τῶν πιστῶν ὅλου τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου.

Τί διδασκόμαστε ἀπό αὐτό; Νά μήν προσευχόμαστε μόνο γιά τό ἄτομό μας ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους. Θυμάστε κάτι σχετικό ἀπό τή Θεία Λειτουργία; Στά «Εἰρηνικά» («ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν…»), γιά παράδειγμα, μᾶς παρακινεῖ ἡ Ἐκκλησία μας νά δεηθοῦμε «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου… ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου… τοῦ τιμίου πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ διακονίας, παντός τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ… ὑπέρ τῆς πόλεως ταύτης, πάσης πόλεως χώρας… ὑπέρ πλεόντων, ὁδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αἰχμαλώτων…» «Εὔχεσθε ὑπέρ ἀλλήλων» εἶναι ἡ προτροπή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἰακ. ε΄ 16).

4. Γιατί θυμᾶται ὁ Ἀπόστολος τούς Θεσσαλονικεῖς μέ εὐχαριστιακή διάθεση πρός τόν Κύριο; Τό γράφει: «Ἀδιαλείπτως μνημονεύοντες ὑμῶν τοῦ ἔργου τῆς πίστεως καί τοῦ κόπου τῆς ἀγάπης καί τῆς ὑπομονῆς τῆς ἐλπίδος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ…» (στ. 3). Ὑπέροχες λέξεις, βαθύτατα νοήματα! Ἔργο πίστεως, κόπος ἀγάπης, ὑπομονή ἐλπίδας.

Γιατί γράφει «ἔργον πίστεως»; «Ἡ πίστις διά τῶν ἔργων δείκνυται» (ἱερός Χρυσόστομος, ΕΠΕ 22, 358). Τά ἔργα μας, ἡ ζωή καί συμπεριφορά μας φανερώνουν τήν πίστη μας. «Ὅπου ὑπάρχει ἀληθής πίστις θά ὑπάρχῃ καί ἔργον» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ἀλλά καί γιά «νά πιστεύσῃ τις εἰς τόν Χριστόν καί νά στερεωθῇ ἐν τῇ πίστει ταύτῃ, ὥστε νά μή κάμπτεται πρό ούδενός ἐμποδίου ἤ προσκόμματος ἤ ἀπειλῆς, ἀπαιτεῖται μεγάλως νά ἐργασθῇ καί πολύ νά ἀγωνισθῇ» (π. Εὐσέβιος).

Γιατί γράφει «κόπος ἀγάπης»; Θυμᾶται πόσο κοπίασαν μέσα σέ ποικίλες ἀντιδράσεις καί θλίψεις οἱ Θεσσαλονικεῖς, γιά νά μείνουν πιστοί στήν ἀγάπη τους πρός τόν Θεό καί τόν Ἀπόστολό Του. Ἄραγε κουράζει, εἶναι κόπος ἡ ἀγάπη; Ὡραῖα ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἐδῶ ἤθελεν ἀπορήσῃ τινάς λέγων· καί ποῖος κόπος εἶναι τό νά ἀγαπᾷ τινας, ὦ μακάριε Παῦλε; Αὐτός δέ ἀποκρίνεται, ὅτι τό νά ἀγαπᾶ γνησίως καί ἐγκαρδίως, καί διά τῶν ἔργων, τοῦτο τῇ ἀληθείᾳ εἶναι κόπος πολύς καί μεγάλος». Ὁ κόπος ὅμως τῆς ἀγάπης εἶναι ἅγιος, εὐλογημένος, γεμίζει μέ ἱκανοποίηση καί εὐφροσύνη τήν ψυχή, πράγμα πού ἀναπαύει τήν ὕπαρξή μας.

Γιατί γράφει «καί τῆς ὑπομονῆς τῆς ἐλπίδος…»; Ἐννοεῖ ὅτι ἡ ὑπομονή καί καρτερία πού ἔδειξαν οἱ Θεσσαλονικεῖς στίς διάφορες δυσκολίες, προκειμένου νά μένουν πιστοί καί νά ἐκδη­λώνουν ἀγάπη, ἐμπνεόταν ἀπό τήν ἐλπίδα στόν Κύριο. Ποιά ἐλ­πίδα; Ἐλπίδα στούς λόγους Του ὅτι ἀναμένουν βραβεῖα στούς οὐρανούς ὅσους πιστεύουν καί ἀγαποῦν ἔμπρακτα. Ἡ ἐλπίδα τῶν «μελλόντων ἀγαθῶν» γίνεται στήριγμα ἀσφαλές καί κίνητρο ἰσχυρό γιά τήν παρούσα ζωή μας καί γιά τήν ἀπόλαυση τῆς ἰδιότητάς μας ὡς πιστῶν Χριστιανῶν.

Ὅλα δέ αὐτά «ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καί πατρός ἡμῶν». Τί ση­μαίνει ἡ φράση αὐτή τοῦ τρίτου στίχου; Ὅτι τό ἔργο τῆς πίστεως, ὁ κόπος τῆς ἀγάπης καί ἡ ὑπομονή τῆς ἐλπίδας τῶν Θεσσαλονικέων ἦταν φανερά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί θά τά ἀμείψει Ἐκεῖνος στή Βασιλεία Του. Τί σπουδαῖο πράγμα νά ζοῦμε κατενώπιον Θεοῦ καί νά εὐχαριστεῖται μέ τήν ὅλη μας ζωή Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος καί θά μᾶς κρίνει!

5. Στούς ἑπόμενους δύο στίχους κάνει λόγο γιά τήν ἐκλογή, πού ἔγινε ἀπό τόν Θεό στούς Θεσσαλονικεῖς, νά πιστέψουν στό Εὐαγγέλιο καί νά γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Εἶστε ἐκλεκτοί καί ἀγαπητοί τοῦ Θεοῦ, τούς γράφει. Σᾶς ἐξέλεξε νά γίνετε μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί ἀδελφοί μας τῶν Ἀποστόλων καί ὅλων γενικά τῶν πιστῶν. Πλέον εἶστε «ἰσότιμοι» μέ ἐμᾶς τούς Ἀποστόλους (βλ. Β΄ Πέτρ. α΄ 1). Τί μεγάλη τιμή! Ἀλλά καί ποιά ἡ εὐθύνη σας!

Κάτι ἀνάλογο δέν ἰσχύει καί γιά μᾶς; Θά ἤμαστε σήμερα ἐδῶ, θά εἴχαμε τή διάθεση νά ἐμβαθύνουμε στά λόγια Του, ἄν δέν μᾶς εἶχε ἐκλέξει Ἐκεῖνος; Χρειάζεται ὅμως ἀνταπόκριση ἀνάλογη πρός τήν τιμητική αὐτή ἐκλογή.

Πῶς ἦταν βέβαιος ὁ Ἀπόστολος ὅτι οἱ πιστοί Θεσσαλονικεῖς ἦταν ἐκλεκτοί καί «ἠγαπημένοι ὑπό Θεοῦ»; Ἀπό τήν καρποφορία τοῦ λόγου Του. Τό λέει χαρακτηριστικά στόν 5ο στίχο. Μᾶς βοηθεῖ πολύ καί ἡ Ἑρμηνεία του: Εἶστε ἐκλεκτοί Του, «ἐπειδή ὁ Θεός δόξασε καί μεγάλυνε σέ σᾶς τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου», (ἅγιος Νικόδημος). Τά θαύματα πού ἔγιναν διά τοῦ Ἀποστόλου, ἀλλά καί ἡ ἁγία καί θαυμαστή ζωή πού παρουσίασαν διά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ πιστοί Θεσσαλονικεῖς, ἔδιναν βέβαιη τή μαρτυρία ὅτι ἦταν «ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ». Βεβαιώνονταν καί οἱ ἴδιοι ὅτι ἦταν ἀληθινοί οἱ λόγοι τοῦ Ἀποστόλου. Ἡ δέ βεβαιότητα αὐτή παρακινοῦσε τόν Ἀπόστολο νά κάνει τά πάντα πρός χάριν τους καί νά θυσιάζεται γι᾿ αὐτούς. Γνωρίζετε πῶς συμπεριφερθήκαμε μεταξύ σας, τούς γράφει. «Ἐπειδή ὑμεῖς ἦτε ἐκλεκτοἰ… πάντα ὑπέρ ὑμῶν ἐσπουδάσαμεν» (=φροντίσαμε νά κάνουμε τό καλύτερο γιά σᾶς) (Ἑρμηνευτής Οἰ­κουμένιος).

Τί λέει αὐτό γιά μᾶς; Ἡ ζωή μας, ἡ σύμφωνη μέ τή γνώση τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ὁποία προοδεύει καί μέ τή συμμελέτη στόν Κύκλο μας, βεβαιώνει ἀπολύτως ἄν εἴμαστε πράγματι «ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ».

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Τό Εὐαγγέλιον… οὐκ ἐγενήθη… ἐν λόγῳ μόνον, ἀλλά καί ἐν δυνάμει… καί ἐν πληροφορίᾳ πολλῇ» (Α΄ Θεσ. α΄ 5).