Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Μᾶς δόθηκε ἡ εὐκαιρία στήν προηγούμενή μας συνάντηση νά συζητήσουμε γιά τούς διῶκτες τῆς Ἐκκλησίας. Στή σημερινή συμμελέτη μας θά προχωρήσουμε κάπως βαθύτερα, γιά νά δοῦμε ποιός κρύβεται πίσω ἀπό τούς διῶκτες καί ὑποκινεῖ τήν ὅλη πολεμική κατά τῆς Πίστεως καί τῶν πιστῶν Χριστιανῶν.
Μελέτη περικοπῆς: Α΄ Θεσ. β΄ 17-20.
1. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἀπό τόν πρῶτο στίχο τῆς περικοπῆς ἡ θερμή φράση «ἀπορφανισθέντες ἀφ’ ὑμῶν». Τί φανερώνει; Τό «πόσον ἠγάπα αὐτούς» (ἅγιος Νικόδημος). «Τήν πρός τούς Θεσσαλονικεῖς μεγάλην ἀγάπην του ὁ Παῦλος καί τήν λύπην, τήν ὁποίαν ἐδοκίμασε χωρισθείς ἀπ᾿ αὐτῶν, παρομοιάζει καί παραβάλλει πρός τήν λύπην, τήν ὁποίαν αἰσθάνονται τά τέκνα, ὅταν διά τοῦ θανάτου τῶν γονέων των μείνωσιν ὀρφανά» (π. Εὐσέβιος).
Ὁ χωρισμός του ἀπό τούς Θεσσαλονικεῖς ἦταν αἰφνίδιος καί βίαιος. Δέν εἶχε προλάβει νά ὁλοκληρώσει τήν ἐργασία του σ᾿ αὐτούς καί νά τούς γνωρίσει καλύτερα. Ὁ σωματικός ὅμως αὐτός χωρισμός δέν τόν ἐμπόδιζε νά εἶναι ψυχικά ἑνωμένος μαζί τους καί νά ζεῖ τά προβλήματά τους. «Εἰς πᾶσαν εὐκαιρία ἐξεδήλωνε τό δι᾿ αὐτούς ἐνδιαφέρον του» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ἡ ἀγάπη του μάλιστα ἡ γνήσια γι᾿ αὐτούς τόν παρακινοῦσε νά θέλει νά ἐπανέλθει στή Θεσσαλονίκη, γιά νά τούς δεῖ προσωπικά.
Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Εἶναι ἄραγε ἁπλῶς συναισθηματισμοί ὑποκειμενικοί, πού δέν ἀξίζει νά προσεχθοῦν; Ὄχι βέβαια! Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἦταν «ἀκαρτέρητος περί φιλίαν», ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 22, 404), ἀσυγκράτητος δηλαδή καί ἀνυπόμονος ὡς πρός τήν ἀγάπη του πρός τούς Θεσσαλονικεῖς, διότι ἤθελε νά τούς βοηθήσει καί νά τούς συμπαρασταθεῖ στίς δύσκολες στιγμές τους λόγῳ τῆς πίστεώς τους στό Εὐαγγέλιο.
Μᾶς διδάσκει ὅμως κάτι μέ τόν σφοδρό αὐτό πόθο του νά συναντήσει τούς Θεσσαλονικεῖς; Ὅτι, ἄν ἀποχωρισθοῦμε κι ἐμεῖς σωματικά κάποια πρόσωπα, μέ τά ὁποῖα μᾶς συνδέουν πνευματικοί δεσμοί ἀγάπης καί ἀγώνων ἱερῶν γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, μέ τή στράτευση, γιά παράδειγμα, ἤ μέ κάποια μετάθεση λόγῳ ὑπηρεσίας, ἤ μέ ἀλλαγή τῆς διευθύνσεως τῆς κατοικίας μας, νά μήν ἀποκοποῦμε καί ψυχικά. Νά ἐπιδιώκουμε νά διατηρεῖται ὁ ψυχικός σύνδεσμός μας, ἐφόσον μᾶς βοηθεῖ ὁ σύνδεσμος αὐτός στήν ψυχική μας ζωή καί πρόοδο.
Τό νά διακοπεῖ ὁ ψυχικός αὐτός σύνδεσμος εἶναι κάτι τό ἀκίνδυνο; Ποιός κίνδυνος μᾶς ἀπειλεῖ στήν περίπτωση αὐτή; Νά ψυχρανθεῖ κάπως ὁ ζῆλος μας· νά ἀπομονωθοῦμε καί νά μᾶς παρασύρει ὁ κόσμος. «Οὐαί τῷ ἑνί», τονίζει ἡ Ἁγία Γραφή, καί «ἀδελφός ὑπ᾿ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά» (Παρ. ιη΄ 19, Ἐκκλ. δ΄ 10).
2. Μετέβη ὁ Ἀπόστολος τότε στή Θεσσαλονίκη καί πάλι; Δέν πραγματοποιήθηκε ἐκεῖνο τόν καιρό ἡ ἐπιθυμία του. Γιατί; Τί λέει ὁ 18ος στίχος; «ἐνέκοψεν ἡμᾶς ὁ σατανᾶς». Ἄν δέν ἦταν θεάρεστος καί εὐγενικός ὁ πόθος τοῦ Ἀποστόλου νά συναντήσει τούς Θεσσαλονικεῖς, θά τόν ἐμπόδιζε ὁ Σατανᾶς; Ὄχι, ἀντίθετα ἴσως καί νά τόν βοηθοῦσε. Πῶς ὅμως καταννοεῖτε τήν παρέμβαση αὐτή τοῦ Σατανᾶ; Μέ ποιό δικαίωμα εἶχε τή δυνατότητα νά ἀνακόπτει τά σχέδια ἑνός Ἀποστόλου; Δέν σᾶς κάνει αὐτό ἐντύπωση;
Πρῶτα-πρῶτα ὁ λόγος αὐτός ἀποκαλύπτει τήν ἀλήθεια γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Σατανᾶ, γιά τήν ὁποία ἐπανειλημμένα ὁμιλεῖ ἡ Ἁγία Γραφή. Πολλοί εἶναι βέβαια ἐκεῖνοι καί σήμερα, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξη τοῦ Διαβόλου. Δέν ὑπάρχουν ὅμως – καί πολλοί μάλιστα – καί αὐτοί πού τόν λατρεύουν; Βεβαίως. Οἱ Σατανιστές τῶν ἡμερῶν μας. Τό ἴδιο δέν γίνεται ἐπίσης καί μέ τά «μέντιουμς» καί τούς μάγους, τά ὄργανα αὐτά τοῦ Σατανᾶ;
Ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ Σατανᾶς, θά μᾶς δίδασκε ὁ Κύριος νά παρακαλοῦμε τόν Θεό μέ τήν Κυριακή Προσευχή νά μᾶς λυτρώνει «ἀπό τοῦ πονηροῦ»; Θά εἶχε ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία μας τόσες Εὐχές καί Ἐξορκισμούς κατά τοῦ Διαβόλου καί τῶν δαιμόνων, μέ τίς ὁποῖες ἀπαλλάσσει τά θύματά του;
Ὁ Σατανᾶς, ὅπως καί κάθε ἐχθρός, προσπαθεῖ νά πείσει τούς ἀντιπάλους του, ἐμᾶς δηλαδή, ὅτι δέν ὑπάρχει. Τί ἐπιτυγχάνει μέ τό τέχνασμά του αὐτό; Νά μᾶς πολεμεῖ μέ ἀσφάλεια καί ἀφάνεια, χωρίς νά λαμβάνουμε τά ἀπαραίτητα μέτρα προστασίας μας.
Μήπως δέν πρέπει νά γίνεται λόγος γιά τόν Σατανᾶ; Μήπως εἶναι ἀπωθητικό νά μιλάει κάποιος στήν ἐποχή μας περί Διαβόλου καί δέν ἑλκύει τούς πιστούς στήν Ἐκκλησία; Εἶναι βασική δογματική ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας ἡ ὕπαρξη τοῦ Σατανᾶ καί πρέπει νά εἶναι ἐνημερωμένος γι᾿ αὐτόν κάθε πιστός, ἄν θέλει νά μείνει ἀνεπηρέαστος. Φωνάζουν ἄλλωστε καί κράζουν καί σήμερα τά πράγματα ὅτι ἡ κοινωνία μας, πού ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό, μέ τή ζωή της φανερώνει ὅτι εἶναι σατανοκίνητη σέ πολλές περιπτώσεις.
Ἄραγε πρέπει νά φοβόμαστε τόν Σατανᾶ; Καί ναί καί ὄχι. Γιατί ναί, γιατί ὄχι; Ναί, διότι ἔχει δύναμη, εἶναι παμπόνηρο πνεῦμα, πού ἔχει παρασύρει στό κακό πολλούς πρίν ἀπό μᾶς καί διψᾶ γιά αἷμα. Πῶς τόν ὀνόμασε ὁ Κύριος; «ἀνθρωποκτόνον» (Ἰω. η΄ 44). Ποθεῖ τήν καταστροφή μας. Γιατί; Τί τοῦ κάναμε; Τίποτε ἀπολύτως. Κινεῖται μέ θανάσιμο μίσος ἐναντίον μας, διότι βλέπει μέσα μας τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί ποθεῖ νά τήν ξεσχίσει· μᾶς ἀντιμετωπίζει ὡς ναούς ἔμψυχους τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους θέλει νά κατακαύσει. Μή μπορώντας νά κτυπήσει κατευθείαν τόν Θεό, κτυπᾶ ἐμᾶς, τίς εἰκόνες Του, καί τό ἔργο Του, δηλαδή τήν Ἐκκλησία. Τά λένε ἐκφραστικά οἱ ἱεροί Πατέρες: «Ρῦσαι ἡμᾶς, Κύριε, τοῦ καθημερινοῦ ἀντιδίκου, ὅς εἴτε καθεύδομεν, εἴτε ἀγρυπνῶμεν, εἴτε ἐσθίομεν, εἴτε πίνομεν, εἴτε ἄλλο τι ἐργαζόμεθα, πᾶσι τρόποις ἐφέστηκεν ἡμέρας τε καί νυκτός, τέχναις ἀπάταις… δηλητηριώδη καθ᾿ ἡμῶν πέμπων βέλη…» (ἱερός Αὐγουστῖνος, ΙΕ΄ Εὐχή τῶν Μονολόγων). «Ἕστηκεν ὁ διάβολος τρίζων τούς ὀδόντας πάντοθέν σε βουλόμενος καθελεῖν» (ἱ. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 23, 256). «Φθονεῖ γάρ ὁ μιαρώτατος οὐ μόνον ἡμῖν τῆς ἐπί τῷ Θεῷ διά τήν ἀρετήν δόξης, ἀλλά καί τῷ Θεῷ τῆς ἐφ᾿ ἡμῖν διά τήν σωτηρίαν πανυμνήτου δυνάμεως» (Μάξιμος Ὁμολογητής, PG 91, 1325).
Δέν πρέπει ὅμως νά μᾶς κυριεύει πανικός καί νά τρέμουμε μπροστά του. Γιατί; Διότι ἔχουμε ὅπλα γιά νά ἀποκρούομε τίς ἐπιθέσεις του καί εἶναι δυνατόν νά τόν νικήσουμε μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ. «Μείζων (=ἀνώτερος, ἰσχυρότερος) ὁ ἐν ἡμῖν (=ὁ Κύριος, πού εἶναι μαζί μας) ἤ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ» (=παρά ὁ Διάβολος πού ἐξουσιάζει τόν πονηρό κόσμο) (Α΄ Ἰω. δ΄ 4). Ἔχει δύναμη ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ὁποία κατανικάει τόν Διάβολο καί σήμερα; Μάλιστα, ἔχει τή Χάρι τοῦ Ἐσταυρωμένου καί μέ αὐτήν ἐκδιώκει καί δαιμόνια. Πολλά εἶναι τά σχετικά θαύματα.
Πῶς λοιπόν παρενέβη ὁ Σατανᾶς, ἐφόσον εἶναι νικημένος ἀπό τόν Κύριο, καί ἀνέκοψε τόν Ἀπόστολο καί μάλιστα δύο φορές; «Ὁ σατανᾶς εἶναι ἀδιάλλακτος ἐχθρός τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ καί πράττει τό πᾶν διά νά παρεμποδίσῃ αὐτό» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Τίποτε δέν κάνει χωρίς παραχώρηση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Σατανᾶς δέν εἶχε κανέν δικαίωμα νά φέρῃ τοιαῦτα ἐμπόδια, ἐάν δέν ἐπέτρεπε τά ἐμπόδια ταῦτα ὁ Θεός. Ἐπέτρεπε δέ ὁ Θεός τά ἐμπόδια ταῦτα, διότι ἐγνώριζεν, ὅτι δέν ἦτο ἀπαραιτήτως ἀναγκαία ἐπί τοῦ παρόντος ἡ παρουσία τοῦ θείου Παύλου ἐν Θεσσαλονίκῃ, ἐπειδή ἠδύνατο ὁ θεῖος Ἀπόστολος διά τῶν Ἐπιστολῶν του νά ἀναπληρώσῃ τήν ἀπουσίαν του καί νά ὑπάγῃ εἰς Θεσσαλονίκην κατόπιν, καθώς καί μετέβη περί τό 56 μ.Χ., ὅπως ἐμφαίνεται ἐκ τοῦ 20οῦ κεφαλαίου τῶν Πράξεων» (π. Εὐσέβιος). Ἡ δύναμη τοῦ Σατανᾶ εἶναι ἐλεγχόμενη. Δέν τοῦ ἐπιτρέπει ὁ Κύριος νά μᾶς ἐπιτεθεῖ μέ τήν ἀγριότητα καί σκληρότητα πού θά ἤθελε ὁ ἴδιος. Γιατί ὅμως τόν ἀφήνει νά μᾶς πολεμᾶ; Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἀναφέρει πέντε αἰτίες, γιά τίς ὁποῖες παραχωρεῖ ὁ Κύριος νά μᾶς πολεμᾶ ὁ Σατανᾶς: «Πρώτην μέν εἶναι φασίν ἵνα πολεμούμενοι καί ἀντιπολεμοῦντες, εἰς διάκρισιν τῆς ἀρετῆς καί τῆς κακίας ἔλθωμεν. Δεύτερον δέ ἵνα, πολέμῳ καί πόνῳ τήν ἀρετήν κτώμενοι, βεβαίαν αὐτήν καί ἀμετάπτωτον ἕξωμεν. Τρίτην δέ ἵνα, προκόπτοντες εἰς τήν ἀρετήν, μή ὑψηλοφρονῶμεν, ἀλλά μάθωμεν ταπεινοφρονεῖν. Τετάρτην δέ ἵνα, πειραθέντες τῆς κακίας (=ὅταν ἐννοήσουμε τί σημαίνει κακία), τέλειον μῖσος αὐτήν μισήσωμεν. Πέμπτην δέ ἐπί πάσαις ἵνα, ἀπαθεῖς γενόμενοι, μή ἐπιλαθώμεθα τῆς οἰκείας ἀσθενείας μήτε τῆς τοῦ βοηθήσαντος δυνάμεως» (PG 90, 1005).
3. Ἄς δοῦμε ὅμως καί τούς τελευταίους στίχους 19-20. Τί λέει σ᾿ αὐτούς ὁ Ἅγιος; Ὅτι οἱ Θεσσαλονικεῖς ἦταν χαρά καί δόξα του καί ἐλπίδα τῆς παρρησίας του ἐνώπιον τοῦ Κυρίου κατά τή Δευτέρα Παρουσία Του. Πῶς τό ἀντιλαμβάνεσθε αὐτό; «Μεγάλη καί θαυμαστή δόξα ἦτον τοῦ Παύλου τό νά προσφέρῃ εἰς τόν Χριστόν σεσωσμένην διά τῆς πίστεως μίαν τόσον πολυάριθμον Ἐκκλησίαν τῆς μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης, καί μίαν τόσον εὐδόκιμον εἰς τάς ἀρετάς» (ἅγιος Νικόδημος). Θά ἔδιναν αὐτοί μαρτυρία ὑπέρ αὐτοῦ κατά τή Δευτέρα Παρουσία. «Ὁ πιστός λαός θά εἶναι ἡ χαρά καί ὁ στέφανος καυχήσεως εἰς τούς πιστούς τοῦ Εὐαγγελίου διακόνους κατά τήν ἔνδοξον ἀλλά καί φοβεράν ἐκείνην ἡμέραν» (Π. Ν. Τρεμπέλας).
Τί σημαίνουν αὐτά γιά μᾶς; Ἡ πρόοδός μας ἡ πνευματική εἶναι χαρά καί δόξα καί στήριγμα ἐλπίδας γιά ὅσους ἐργάσθηκαν εὐσυνείδητα καί καλλιέργησαν τήν ψυχή μας (Διδάσκαλοι, Κατηχηταί, Κληρικοί καί μάλιστα ὁ Πνευματικός μας). Διδασκόμαστε δέ ὥστε κι ἐμεῖς νά ἐργαζόμαστε γιά βοήθεια ψυχική τῶν ἄλλων μέ ζῆλο καί ἐπιμέλεια, ὥστε νά εἶναι συνήγοροί μας «ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως».
ΣΥΝΘΗΜΑ: Ἀσυμβίβαστος πόλεμος κατά τοῦ Σατανᾶ.