Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
«Χριστός ἐπί γῆς· ὑψώθητε!»
Πλησιάζουν κι ἐφέτος τά Χριστούγεννα. Χριστούγεννα τοῦ 2022 μ.Χ. Πόσες φορές, πράγματι, ἔχει ἑορτασθεῖ τό μεγάλο αὐτό καί ἀνεπανάληπτο γεγονός τῆς Ἱστορίας! Πόσες συγκινήσεις, πόσους συγκλονισμούς ψυχικούς ἔχει προκαλέσει διά μέσου τῶν αἰώνων! Ἀλλά κι ἐμεῖς πόσα Χριστούγεννα ἑορτάσαμε ἕως τώρα! Ἡ ἀγαθότητα τοῦ Κυρίου ἐπέτρεψε νά ζήσουμε ἐπανειλημμένα τήν ἀτμόσφαιρα τῶν Χριστουγέννων. Τό ποιά ὠφέλεια ἀποκομίσαμε, τό γνωρίζει μόνο ὁ Καρδιογνώστης, ὁ Ὁποῖος ὁδηγεῖ καί φέτος τά βήματά μας στήν ἁγία ἑορτή. Ὡς ἀφορμή λοιπόν γιά μία κατάλληλη προετοιμασία, θά ἀφιερώσουμε τή σημερινή μας συγκέντρωση στό μεγάλο ἐκεῖνο γεγονός τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου καί θά μελετήσουμε μία ἀπό τίς πολλές πτυχές του.
Μελέτη περικοπῆς: Ματθ. β΄ 13-15.
1. Τό ἱερό Κείμενο μιλᾶ γιά τή φυγή στήν Αἴγυπτο ἔπειτα ἀπό τήν προσκύνηση τῶν Μάγων. Παρουσιάζει δέ μπροστά μας τά βασικά, θά λέγαμε, πρόσωπα, τά ὁποῖα σχετίζονται ἄμεσα, μέ τόν ἕναν ἤ τόν ἄλλον τρόπο, μέ «τό παιδίον», τόν δι᾿ ἡμᾶς σαρκωθέντα καί νηπιάσαντα Κύριο. Ποιά εἶναι τά πρόσωπα αὐτά; Ἡ Μητέρα τοῦ Παιδίου, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, καί ὁ Μνήστωρ της Ἰωσήφ. Ἀναφέρεται βεβαίως καί ὁ Ἡρώδης. Μποροῦμε νά διδαχθοῦμε καί ἀπό τά τρία. Ἀπό τά δύο πρόσωπα θετικά καί ἀπό τό τρίτο ἀρνητικά. Ἄς ἀρκεσθοῦμε στά θετικά.
Ἀρχίζουμε λοιπόν ἀπό «τήν μητέρα τοῦ παιδίου», τήν Ἀειπάρθενο Μαριάμ. Νά φανταζόταν ἄραγε ποτέ ἡ Παρθένος τῆς Ναζαρέτ τό πόσο θά ἐτιμᾶτο, μέ τό νά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Λυτρωτῆ; Νοῦς ἀνθρώπου δέν χωράει αὐτή τήν τιμή. «Ἰλιγγιᾷ δέ νοῦς καί ὑπερκόσμιος ὑμνεῖν σε Θεοτόκε», ἀναφέρει ἕνας ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ σχέση μέ τόν ρόλο τόν ὁποῖο διαδραμάτισε στό ὅλο μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως Ἐκείνη. Ἄλλος ὑμνογράφος παρουσιάζει καί τήν ἴδια νά μένει ἔκθαμβη μπροστά στό ἀνεξιχνίαστο αὐτό μυστήριο. Τό ἀκοῦμε στόν Ὄρθρο τῶν Χριστουγέννων. «Τί θαυμάζεις, Μαριάμ, τί ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοί; Ὅτι ἄχρονον υἱόν χρόνῳ ἐγέννησα φησί…»
Ἔχουμε ἄραγε σκεφθεῖ ὅσο πρέπει τό γιατί ἐξελέγη μέσα ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες αὐτή ἡ συγκεκριμένη Κόρη τῆς Ναζαρέτ, γιά νά γίνει ἡ «Θεοτόκος καί Μητέρα τοῦ Φωτός»; Γιατί κρίθηκε ὡς ἡ πλέον κατάλληλη ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες γιά νά χρησιμεύσει ὡς τό «θεοπρεπές ὄχημα τοῦ ὑπερουρανίου Θεοῦ», ὅπως τή χαρακτηρίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς; (ΕΠΕ 11, 248).
Ὁ ἴδιος μάλιστα ἱερός Πατέρας σημειώνει ὅτι ἐξελέγη «οὐχ ἁπλῶς τῶν πολλῶν, ἀλλά τῶν ἐξ αἰῶνος ἐξειλεγμένων καί θαυμαστῶν καί περιβοήτων ἐπί εὐσεβείᾳ τε καί συνέσει καί τοῖς κοινωφελέσιν ὁμοῦ καί θεοφιλέσιν ἤθεσι καί λόγοις καί πράξεσι» (ὅ.π., σελ. 240). Προτιμήθηκε δηλαδή μέσα ἀπό τίς πλέον θεοφιλεῖς καί πλέον θαυμαστές καί ἅγιες γυναῖκες ὅλων τῶν αἰώνων καί ὄχι ἁπλῶς μέσα ἀπό τίς γυναῖκες «τῆς σειρᾶς», ὅπως θά ἔλεγε κανείς.
Τί τό ἰδιαίτερο λοιπόν εἶχε αὐτή ἡ Κόρη; Ποιό τό δικό της χαρακτηριστικό γνώρισμα, τό ὁποῖο εἵλκυσε τήν προσοχή, ἄς τό ποῦμε ἔτσι ἀνθρώπινα, τοῦ Θεοῦ; Ἡ ταπεινοφροσύνη της. Ἡ ἴδια εἶχε τή συναίσθηση ὅτι ἦταν ἀνάξια αὐτῆς τῆς τιμητικῆς ἐκλογῆς. Τό διακήρυξε ἀμέσως μετά τόν Εὐαγγελισμό. Τί εἶπε; «Μεγαλύνει ἡ ψυχή του τόν Κύριον… ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ». «Ἡ ὅλη γλῶσσα τῆς Παρθένου ἀποπνέει… τήν βαθεῖαν αὐτῆς ταπεινοφροσύνην» (Π. Ν. Τρεμπέλας, Ὑπόμνημα Λουκ. α΄ 48).
Ἡ ταπείνωσή της φαίνεται καί μέσα ἀπό τό Κείμενο πού ἔχουμε μπροστά μας. Τή διακρίνετε; Τή φανερώνει ἡ εὔγλωττη σιωπή της. Ἡ σιωπηλή στάση της καί ἡ ἀγόγγυστη ἀποδοχή τῶν γεγονότων, ὅπως τά κατηύθυνε ὁ Θεός. Ἐνῶ τῆς εἶπε ὁ Ἀρχάγγελος ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου ὅτι θά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ προσδοκώμενου Μεσσία καί ἐνῶ εἶδε τά θαυμαστά γεγονότα πού σχετίζονταν μέ τή Γέννηση Ἐκείνου (ἄχραντη σύλληψη ἐντός της, προσκύνηση τῶν ποιμένων καί διήγηση ἐκ μέρους τους γιά τή στρατιά τῶν δοξολογούντων ἀγγέλων, γιά τήν προσκύνηση τῶν Μάγων μέ τά βασιλικά τους δῶρα κ.λπ.), παραμένει σιωπηλή. Δέν ἀπαιτεῖ τίποτε. Δέν ζητεῖ νά ἀποφύγει τόν κόπο καί τήν περιπέτεια τῆς φυγῆς στήν Αἴγυπτο. Δέν ἀξιώνει νά τιμηθεῖ καί νά προστατευθεῖ. Σηκώνεται καί ἀναχωρεῖ μέσα στή νύχτα γιά μία ξένη χώρα, γνωρίζοντας τούς κινδύνους τοῦ ταξιδιοῦ καί τῆς ἐκεῖ διαμονῆς τους.
Εἶναι ἄραγε μικρό αὐτό καί εὔκολο; Ἐάν δέν ἦταν ταπεινή, θά γόγγυζε, θά διαμαρτυρόταν. Εἶχε τήν «μακαρίαν πλουτοτατείνωσιν», ἡ ὁποία, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς «Κλίμακος», εἶναι «ἄβυσσος εὐτελείας» (Λόγ. ΚΕ΄ § κε΄). Θεωροῦσε τόν ἑαυτό της ὡς ἀνάξιο γιά κάθε τιμή καί γι᾿ αὐτό δέν εἶπε ἀπολύτως τίποτα. Εἶχε τήν «τελείαν ταπεινοφροσύνην», ἡ ὁποία εἶναι «βασιλείας πύλη» («Κλῖμαξ» ΚΕ΄, § κθ΄). Γι᾿ αὐτό, ὅταν «ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλάτ. δ΄ 4-5) γιά νά ἀνοίξει ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ, ἡ ὁποία ἦταν κλειστή λόγῳ τοῦ ἑωσφορικοῦ ἐγωισμοῦ, ἐπέλεξε ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος θά «ἐταπείνωνε» τόν Ἑαυτό του καί θά λάμβανε «μορφήν δούλου» (Φιλιπ. β΄ 5-10), Ἐκείνη πού εἶχε «ἀγγελικήν ταπεινοφροσύνην» («Κλῖμαξ» ΚΕ΄ § κγ΄). Εἶχε τήν ταπείνωση πού ὑψώνει ἀληθινά, πού εἶναι «ὑψοποιός», ὅπως τονίζουν οἱ ἱεροί Πατέρες. Παράδειγμα αἰώνιο γιά ὅλους μας. Χωρίς ταπεινοφροσύνη, δέν ἀνοίγει ὁ ούρανός.
2. Ἄς στρέψουμε ὅμως τήν προσοχή μας καί πρός τόν ἅγιο Μνήστορά της, τόν Ἰωσήφ. Συνήθως ὁ ἅγιος Ἰωσήφ μένει κατά κάποιον τρόπο στό περιθώριο. Καί ὅμως, πρόκειται γιά πρόσωπο θαυμαστό. Τά ὅσα ἀναφέρουν οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές γι᾿ αὐτόν εἶναι πολύ διδακτικά. Ἦταν ἔγγαμος χῆρος. Αὐτό, ὅπως σημειώνουν οἱ ἱεροί Ἑρμηνευτές, ἦταν προσόν καί πλεονέκτημα, πού χρειάσθηκε κατά τή δύσκολη ὥρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μέσα στόν σταῦλο. Γνώριζε ἀπό «γέννας» καί βοήθησε μέ τόν τρόπο του τή Θεοτόκο.
Ἄς σκεφθοῦμε ὅμως πόσο ἁγνή ψυχή ἔπρεπε νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος αὐτός, γιά νά ἐμπιστευθεῖ σέ ἐκεῖνον ὁ Θεός Αὐτήν πού ἐπρόκειτο νά γίνει ἡ Μητέρα Του! Πόσο ἅγιος καί εὐλαβής θά ἦταν, ὥστε νά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά συγκατοικεῖ μέ τήν Παναγία! Τό σκεπτόμαστε αὐτό ὅσο πρέπει;
Καί κάποια ἄλλη ὅμως ἀρετή στόλιζε τήν ἁγία ψυχή τοῦ μακάριου Ἰωσήφ. Φαίνεται καί ἀπό τίς ἱερές φράσεις πού μελετοῦμε τήν ὥρα αὐτή. Ποιά ἦταν αὐτή ἡ μεγάλη του ἀρετή; Ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί ἡ ὁλόψυχη ὑπακοή του στόν Θεό. Φαίνονται ὡς δύο ἀρετές, στήν πραγματικότητα ὅμως ἦταν μία. Ἡ ἐμπιστοσύνη ἐκφράζεται μέ τήν ὑπακοή. Πῶς φαίνονται αὐτά στό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ; Ὡς ἄνθρωπος σκέφτηκε βεβαίως τό πῶς «εὑρέθη ἐν γαστρί ἔχουσα» ἡ Μνηστή του· αὐτό φανερώνει καί τήν ἁγνότητα τῶν μεταξύ τους σχέσεων. Θυμάστε πῶς ἐκφράζει τίς σχετικές σκέψεις τοῦ Ἰωσήφ ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος; «Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων λογισμῶν ἀμφιβόλων ὁ σώφρων Ἰωσήφ ἐταράχθη, πρός τήν ἄγαμόν σε θεωρῶν καί κλεψίγαμον ὑπονοῶν, Ἄμεμπτε· μαθών δέ σου τήν σύλληψιν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου ἔφη· Ἀλληλούϊα». Ὅταν τόν διαβεβαίωσε ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ὅτι πρόκειται περί ὑπερφυσικῆς συλλήψεως, παραδόθηκε ἀπόλυτα στό θεῖο σχέδιο καί θέλημα. Ἐμπιστεύθηκε πλήρως στούς θείους λόγους καί ὑπάκουσε ἔμπρακτα χωρίς ἀντίρρηση καί δισταγμό. Τοῦ στοίχισε αὐτή ἡ ὑπακοή; Βεβαίως, διότι ταλαιπωρήθηκε καί αὐτός πολύ κατά τή φυγή τους στήν Αἴγυπτο.
Εἶχε τή μακαρία ὑπακοή, ἡ ὁποία πάλι, κατά τόν ἅγιο Ἰωάνη τῆς «Κλίμακος», εἶναι «ἀμέριμνος κίνδυνος» καί «μνῆμα θελήσεως» (Λόγ. Δ΄ § γ΄, δ΄). Δέν ὑπολόγιζε καθόλου τούς κινδύνους πού θά συνόδευαν τήν ὑπακοή του· νέκρωσε τό δικό του θέλημα, ἐμπιστεύθηκε καί ἄφησε τά πάντα στόν Θεό. Ὑπάκουσε ἄνευ «διακρίσεως», χωρίς ἐπιφυλάξεις καί κρατούμενα καί λογισμούς ἀμφιβολίας (βλ. καί Ματθ. κα΄ 21, Ἰακ. α΄ 6, ὡς πρός τήν ἔννοια τῆς λέξεως «διάκριση»). Τί λέει αὐτό, γιά μᾶς; Πῶς θά κάνουμε κι ἐμεῖς παρόμοια ὑπακοή στίς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας;
Μποροῦμε ἄραγε νά συσχετίσουμε τήν ἀπόλυτη αὐτή ὑπακοή τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ μέ τό ὅλο μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου μέ σκοπό τή σωτηρία τοῦ κόσμου; Μάλιστα. Ἐκεῖνος πού ἐρχόταν νά ὑψώσει τό πεσμένο λόγῳ τῆς ἀνυπακοῆς τῶν Πρωτοπλάστων ἀνθρώπινο γένος καί θά γινόταν «ὑπήκοος μέχρι θανάτου», διάλεξε ὡς «συνεργόν», κατά κάποιον τρόπο, στό μυστήριο τῆς σαρκώσεώς Του, ἄνθρωπο μεγάλης καί ἔμπρακτης ὑπακοῆς. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μέ τή βαθύτατη ταπείνωσή της καί ὁ μνήστωρ Ἰωσήφ μέ τήν ἀπόλυτη ὑπακοή του συνήργησαν ἀνθρωπίνως στό νά ἰατρευθεῖ τό μεγάλο τραῦμα, πού προκάλεσε ἡ ἀνυπακοή τοῦ ἐγωισμοῦ στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ.
Ἄς σκεφτόμαστε τίς δύο αὐτές ἱερές μορφές, πού συνοδεύουν πάντοτε τό θεῖο Βρέφος, καί ἄς παραδειγματιζόμαστε ἀπό τίς ἀρετές τους, ζητώντας γιά τόν σκοπό αὐτό καί τίς πρεσβεῖες τους πρός τόν τεχθέντα Κύριο.
ΣΥΝΘΗΜΑ: Μιμητές τῆς ταπεινοφροσύνης τῆς Θεοτόκου καί τῆς ὑπακοῆς τοῦ μνήστορος Ἰωσήφ.