8. Ἀκλόνητοι στίς ὧρες τῶν δυσκολιῶν

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Καί πάλι μέ τή Χάρι τοῦ Κυρίου μας στόν Κύκλο μας. Εὔνοια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν καθένα μας εἶναι ἡ διάθεση πού Ἐκεῖνος μᾶς χάρισε, νά μελετοῦμε τόν λόγο Του καί νά βρισκόμαστε καί τήν ὥρα αὐτή ἐδῶ. Θά μπορούσαμε νά κάνουμε κι ἐμεῖς ὅ,τι κάνουν τόσοι ἄνθρωποι, πού ἀδιαφοροῦν γιά τόν θεῖο λόγο καί νά διαθέτουμε τόν χρόνο αὐτό σέ ἄλλες ἀπασχολήσεις. Ἄς μήν παραμελοῦμε ποτέ νά δοξάζουμε τόν Κύριο γιά τή δωρεά Του αὐτή. Συνεχίζουμε λοιπόν τή συμμελέτη μας ἀπό τήν Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή τοῦ θείου ἀποστόλου Παύλου.

Μελέτη περικοπῆς: Α΄ Θεσ. γ΄ 1-5.

1. Εἴδαμε στό προηγούμενο κεφάλαιο ὅτι ὁ Ἀπόστολος εἶχε σφοδρή ἐπιθυμία νά μεταβεῖ στή Θεσσαλονίκη, γιά νά ἐπικοινωνήσει μέ τούς πιστούς καί νά τούς στηρίξει στήν πίστη πρός τόν Χριστό, ἀλλά ἐμποδίστηκε ἀπό τόν Σατανᾶ.

Δέν ἔμεινε ὅμως μέ «σταυρωμένα τά χέρια», ὅπως θά λέγαμε σήμερα. Τί ἔκανε; Προχώρησε σέ μία πράξη αὐτοθυσίας χάριν τῶν Θεσσαλονικέων. Ποιά ἦταν αὐτή; Προτίμησε νά μείνει μόνος του στήν Ἀθήνα καί ἔστειλε στή Θεσσαλονίκη τόν μαθητή καί συνεργό του Τιμόθεο, γιά νά βοηθήσει τούς Θεσσαλονικεῖς. Γιατί χαρακτηρίσαμε τήν πράξη αὐτή ὡς ἐκδήλωση αὐτοθυσίας ἐκ μέρους τοῦ Ἀποστό­λου; Γιατί, ἐνῶ «ὁ Τιμόθεος ἦταν λίαν χρήσιμος εἰς τόν Παῦλον καί δυσκόλως θά ἐχωρίζετο αὐτοῦ, ἐν τούτοις προετίμησεν ὁ Ἀπό­στο­λος νά ἀποστερηθῇ τῆς παρουσίας του καί τῶν ὑπηρεσιῶν του χάριν τῶν Θεσσαλονικέων» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ἦταν πολύτιμος συνεργάτης του ὁ Τιμόθεος. Ποῦ τό γνωρίζουμε; Τό ἀναφέρει ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος στόν δεύτερο στίχο: «ἐπέμψαμεν Τιμόθεον, τόν ἀδελφόν ἡμῶν καί διάκονον τοῦ Θεοῦ καί συνεργόν ἡμῶν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ». Ὅλα αὐτά τά ἐγκώμια γιά τόν Τιμόθεο τονίζουν ἀκόμη περισσότερο τό πόσο τοῦ ἦταν χρήσιμος ὁ συνεργός του αὐτός.

Τί διδασκόμαστε ἀπό αὐτό; Ὅτι τότε εἶναι ἀληθινή, γνήσια καί πραγματικά θεάρεστη ἡ ἀγάπη μας, ὅταν μᾶς στοιχίζει. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη δέν ἀρκεῖται μόνο σέ λόγια, ἤ ἔστω σέ εὔκολες πράξεις γιά χάρη τῶν ἄλλων. Προχωρεῖ βαθύτερα. Θυσιάζεται χάριν τοῦ πλησίον. Ἀγάπη χωρίς πνεῦμα αὐταπαρνήσεως καί θυσίας εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρξει καί νά διαρκεῖ.

2. Γιατί ὅμως ἔστειλε τόν Τιμόθεο στή Θεσσαλονίκη; Γιατί ὑποβλήθηκε ὁ ἴδιος σ᾿ αὐτή τή θυσία καί στέρηση πρός χάριν τους; Τά ἀναφέρουν οἱ στίχοι 2, 3, 5. Εἶχε κάποια ἀνησυχία ὁ Ἀπόστολος· ἐφοβεῖτο μήπως δέν εἶχε ριζώσει καλά μέσα στήν ψυχή τῶν Θεσσαλονικέων ἡ πίστη καί μήπως ὡς νεόφυτοι, ὡς νέοι πιστοί πού ἦταν, κλονίσθηκαν ἀπό τούς πειρασμούς. Τόν ἔστειλε λοιπόν «εἰς τό στηρίξαι… καί παρακαλέσαι» τούς νέους πιστούς. Θά τούς στήριζε στήν ἀληθινή πίστη καί θά τούς παρηγοροῦσε «διά τάς πολλάς καί διαφόρους θλίψεις καί τούς διωγμούς, τούς ὁποίους χάριν τῆς πίστεως αὐτῆς ὑπέμενον καί οἱ ὁποῖοι διωγμοί ἑπόμενον ἦτο, ἐάν δέν ἐπρόσεχον, νά τούς ἐκλόνιζαν ἀπό τήν πίστιν» (π. Εὐσέβιος).

Ἔχουμε ἄραγε κι ἐμεῖς σήμερα ἀνάγκη στηριγμοῦ καί παρα­κλήσεως; Χρειαζόμαστε ἐνίσχυση καί παρηγορία; Μάλιστα, διότι ἡ ζωή ἡ χριστιανική εἶναι πορεία δύσβατη, δρόμος μετ᾿ ἐμποδίων. Πολλοί οἱ πειρασμοί, πολλές οἱ δυσκολίες καί ἀντιδράσεις ἀπό ἀνθρώπους, πού γίνονται, κάποτε καί ἀσυναίσθητα, ὄργανα τοῦ Σατανᾶ καί ἐπιχειροῦν νά μᾶς κλονίσουν στήν πίστη. Δέν εἶναι δέ ἀπίθανο κάποιος νά κλονισθεῖ. Νά μή θέλει νά ἀντιμετωπίζει θλίψεις καί δυσκολίες γιά τήν πίστη του, διότι προτιμάει, ὅπως νομίζει καί λέει, τήν ἡσυχία του καί ἀποφεύγει τήν περιπέτεια τῆς πίστεως. Αὐτό ὅμως εἶναι ἐπιτυχία τοῦ Διαβόλου. «Τό ἐν ταῖς θλίψεσι σαλεύεσθαι διαβολικόν ἐστι καί τῆς ἐκείνου παρατροπῆς», ἔλεγε ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 22, 430). Ἡ δική του ἐπίδραση καί παραπλάνηση καί ἀπάτη ἐπιφέρει τόν κλονισμό μας. «Ὁ διάβολος εἰς τόν καιρόν τῆς θλίψεως χαυνώνει καί ἐκκλύει τούς ἀστηρίκτους ἐνθυμίζοντάς τους τήν ἄνεσιν τοῦ σώματος ἕως ὁποῦ νά τούς κάμῃ νά φύγουν τελείως ἀπό τήν ψυχοσωτήριον θλῖψιν» (ἅγιος Νικόδημος). Γι᾿ αὐτό χρειάζεται κάποιος πού θά μᾶς στηρίξει καί παρηγορήσει μέ τά λόγια του ἀλλά καί μέ τήν ἀκλόνητη ζωή του. Ποιός μπορεῖ νά ἐπιτελέσει αὐτό τό ἔργο τοῦ στηριγμοῦ καί τῆς παρακλήσεως μέσα μας; Πρῶτα-πρῶτα ὁ Πνευματικός μας. Ἀλλά καί κάποιος ἔμπειρος ἀγωνιστής Χριστιανός, ἕνας παλαιότερος στήν πίστη καί τόν χριστιανικό ἀγώνα τῆς ἀρετῆς, ἕνας γνωστός ἤ φίλος μας πού πορεύεται ὀρθά στή χριστιανική ζωή, ἤ κάποιο μέλος τοῦ Κύκλου μας κ.λπ. Ἐφόσον ἐμπιστευθοῦμε τά θέματά μας στήν ἀγάπη τους καί ζητήσουμε τή βοήθειά τους μέ τίς συμβουλές τους ἀλλά καί τήν προσευχή τους γιά χάρη μας, εἶναι βέβαιο ὅτι θά στηριχθοῦμε·. Οἱ καιροί μας εἶναι δύσκολοι καί πολλοί δειλιάζουν καί διστάζουν νά ζοῦν φανερά τή χριστιανική ζωή ἐπηρεαζόμενοι ἀπό ἐξωτερικούς παράγοντες.

3. Σέ τί τελικά ἀπέβλεπε αὐτός ὁ στηριγμός καί ἡ παρά­κληση τοῦ Τιμοθέου στούς Θεσσαλονικεῖς; Τί ἀναφέρει ὁ τρίτος στίχος; «Τό μηδένα σαίνεσθαι ἐν ταῖς θλίψεσι». Ὥστε νά μήν κλονίζεται κανείς στίς θλίψεις αὐτές. «Ἡ λέξις “σαίνομαι” ἐδῶ σημαίνει “ταράττομαι, ἀνησυχῶ, σαλεύομαι”» (π. Εὐσέβιος).

Ὁ λόγος βέβαια εἰδικεύεται ἐδῶ στίς θλίψεις γιά τήν πίστη. Μπορεῖ ὅμως νά στραφεῖ καί πρός τίς θλίψεις γενικά, τίς ὁποῖες πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε χωρίς νά κλονίζεται ἡ ἐμπιστοσύνη μας στόν Κύριο.

Τί γράφει ὁ Ἀπόστολος στούς Θεσσαλονικεῖς σχετικά; Καί τότε πού ἤμουν μαζί σας, σᾶς τό ἔλεγα ὅτι θά συναντήσετε θλίψεις. Τό γνωρίζετε, τό ἀκούσατε «ὅτι εἰς τοῦτο κείμεθα· καί γάρ ὅτε πρός ὑμᾶς ἦμεν, προελέγομεν ὑμῖν ὅτι μέλλομεν θλίβεσθαι, καθώς καί ἐγένετο καί οἴδατε».

Τί εἶπε ὁ Κύριος, ὅταν κάλεσε ὅσους ἤθελαν νά Τόν πι­στέψουν καί νά Τόν ἀκολουθήσουν; «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκο­λουθείτω μοι» (Μάρκ. η΄ 34). Ἡ ζωή ἡ χριστιανική εἶναι ζωή σταυροῦ καί θυσίας· ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὡς Θεάνθρωπος ἔζησε ζωή σταυροῦ. Διά «παθημάτων» τελειώθηκε, ἀναφέρει ἡ πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή (Ἑβρ. β΄ 9-10). Ὑπέμενε καθ᾿ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή Του ὕβρεις καί κατατρεγμούς. «Καί σύ ἄνεσιν ζητεῖς;», ρωτᾶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Προεῖπε δέ ὁ Ἴδιος ὅτι θά διωχθοῦν οἱ δικοί Του: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσιν» (Ἰω. ιε΄ 20). Μή λησμονεῖτε ποτέ τόν λόγο μου αὐτό, εἶπε στούς Μαθητές Του καί μέσῳ αὐτῶν πρός ὅλους μας. Ὁ δέ ἀπόστολος Παῦλος διακήρυξε κατόπιν: «Καί πάντες δέ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. γ΄ 12). Εἶναι ἀνάγκη νά συμβιβασθοῦμε μέ τήν ἀλήθεια αὐτή, γιά νά μήν παραξενευόμαστε καί νά μήν ταρασσόμαστε καί χάνουμε τήν εἰρήνη μας, ὅταν ἔλθουν θλίψεις καί ἀντιδράσεις γιά τό ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό καί ζοῦμε σύμφωνα μέ τό παράδειγμα καί θέλημά Του. Ποιός Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας ἔζησε μέ ἄνεση;

Ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο τοῦ οὐρανοῦ δέν εἶναι ἀνθόσπαρτος. Γιατί; Διότι συνέβη τό προπατορικό ἁμάρτημα καί ρέπει πλέον ἡ ψυχή μας πρός τό κακό. Εἶναι γι᾿ αὐτό ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη ἡ ψυχή μας νά θλιβεῖ, γιά νά ἀποστραφεῖ τόν κόσμο καί νά στραφεῖ πρός τόν οὐρανό. Ἡ θλίψη εἶναι τό φάρμακο καί ἡ παιδαγωγική μέθοδος πού χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός γιά τή σωτηρία μας. Μᾶς παρακολουθεῖ δέ πλέον κατά πόδας καί ὁ Πονηρός, πού ἐπιχειρεῖ νά ματαιώσει τήν εὐτυχία μας· πρέπει ἔτσι νά πιεσθοῦμε πολύ μέ ἀντίδραση ἐναντίον του, ἐάν θέλουμε νά σωθοῦμε. Τό διακήρυξαν οἱ Ἀπόστολοι καί ἰσχύει αἰώνια: «Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ιδ΄ 22).

Ὅταν τό γνωρίζουμε καί τό ἀποδεχόμαστε αὐτό ἐκ τῶν προτέρων, δέν κλονιζόμαστε στόν καιρό τοῦ πειρασμοῦ, ἀλλά μένουμε προση­λωμένοι σέ Ἐκεῖνον μέ τή βοήθεια τῆς Χάριτός Του. Δέν χάνουμε τόν προσανατολισμό μας ἐξαιτίας τῶν ἀνέμων καί τῶν κυμάτων τῶν ποικίλων θλίψεων (βλ. καί Ψαλ. ριη΄ [118] 60, Λουκ. η΄ 13, Ἀποκ. β΄ 10).

ΣΥΝΘΗΜΑ: Ἀκλόνητοι στίς ὧρες τῶν δυσκολιῶν καί τῶν θλίψεων μέ τή δύναμη τῆς Πίστεως.