17. «Παρακαλεῖτε ἀλλήλους καί οἰκοδομεῖτε εἷς τόν ἕνα»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Τό θέμα στήν προηγούμενη συμμελέτη μας ἦταν ὅτι οἱ πιστοί δέν πρέπει νά ταραζόμαστε κατά τήν ἀναμονή τῆς ἡμέρας τοῦ θανάτου καί τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Εἴπαμε μάλιστα ὅτι πρέπει νά ἐλπίζουμε μέ πίστη ὅτι θά ἀπολαύσουμε τή σωτηρία, ἐφόσον εἴμαστε συνδεδεμένοι μέ τόν Ἀρχηγό τῆς Πίστεώς μας. Ἀναφέραμε δέ ὅτι ὁ ἅγιος Ἀπόστολος παρουσιάζει καί μία ἐγγύηση, ἡ ὁποία «καθιστᾷ βεβαίαν τήν περί σωτηρίας ἐλπίδα μας» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἐγγύηση θά μελετήσουμε στή σημερινή μας συνάντηση.

Μελέτη Περικοπῆς: Α΄ Θεσ. ε΄ 9-11

1. Ποιά λοιπόν εἶναι ἡ ἐγγύηση; Τί λέει κατ’ ἀρχήν ὁ 9ος στίχος; Φανερώνει «τήν πρόθεση τοῦ Θεοῦ» (Π. Ν. Τρεμπέλας) ὡς πρός ἐμᾶς, τά πλάσματά Του. Ποιά εἶναι αὐτή ἡ πρόθεση; Δέν θέλει τήν τιμωρία μας. «Οὐκ ἔθετο ἡμᾶς ὁ Θεός εἰς ὀργήν». Δέν μᾶς ἔπλασε «διά νά ἀπολαύσωμεν τήν ὀργήν καί κόλασιν» (Ἅγιος Νικόδημος). Δέν μᾶς προόρισε «εἰς ὀργήν καί κατάραν καί τιμωρίαν» (π. Εὐσέβιος). Δέν μᾶς ἔφερε στή ζωή μέ τελικό σκοπό τήν καταστροφή μας καί τήν αἰώνια βάσανό μας στήν Κόλαση.

Πῶς γνωρίζουμε ὅτι δέν εἶναι πρόθεση τοῦ Θεοῦ ἡ τελική καταδίκη καί τιμωρία μας; Γνωρίζουμε οἱ ἄνθρωποι τίς προθέσεις καί τά σχέδια τοῦ Θεοῦ; Γνωρίζουμε ὅσα μᾶς ἀποκάλυψε Ἐκεῖνος στόν αἰώνιο γραπτό λόγο Του, ἀλλά καί ὅσα ἔκανε πρός χάριν μας, τά ὁποῖα ὅλα μαρτυροῦν τίς προθέσεις Του γιά μᾶς. Ἀπό τά χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀκόμη μίλησε ὁ Θεός μέ τό στόμα τῶν Προφητῶν καί φανέρωσε τήν πρόθεσή Του γιά τό αἰώνιο μέλλον τοῦ ἀνθρώπου. Θυμάστε κάποιο ἀπό αὐτά τά λόγια τοῦ Κυρίου; Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Μή θελήσει θελήσω τόν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τό ἀποστρέψαι αὐτόν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καί ζῆν αὐτόν;» (Ἰεζ. ιη΄ 23). Μήπως δηλαδή ἐγώ, ὁ Θεός, θέλω νά πεθάνει ἀμετανόητος ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, ἤ ἀντιθέτως θέλω τή μετάνοιά του, γιά νά ζεῖ πλησίον μου αἰωνίως εὐτυχής; Καί σέ ἄλλο σημεῖο ὁ ἴδιος Προφήτης γράφει: «Ζῶ ἐγώ, τάδε λέγει Κύριος, οὐ βούλομαι τόν θάνατον τοῦ ἀσεβοῦς ὡς τό ἀποστρέψαι τόν ἀσεβῆ ἀπό τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ καί ζῆν αὐτόν. ἀποστροφῇ ἀποστρέψατε ἀπό τῆς ὁδοῦ ὑμῶν. καί ἱνατί ἀποθνήσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;» (Ἰεζ. λγ΄ 11). Διαβεβαιώνει ἐνόρκως ὅτι δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἀσεβοῦς. Καλεῖ δέ σέ μετάνοια τούς Ἰσραηλίτες, καί μέσῳ αὐτῶν ὅλους τούς ἀνθρώπους, γιά νά μήν πεθάνουν ἀμετανόητοι.

Ὄχι μόνο δέν θέλει Ἐκεῖνος τήν τιμωρία μας, ἀλλά ποθεῖ τή σωτηρία μας καί τήν αἰώνια δόξα. Τό λέει ὁ 9ος στίχος: «ἔθετο… εἰς περιποίησιν σωτηρίας…» Μήπως θυμάστε κάτι σχετικό ἀπό τήν Καινή Διαθήκη; Γράφει τά ἑξῆς ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν μαθητή του τόν Τιμόθεο: Ὁ Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. β΄ 4). Λόγος σαφέστατος καί ἐνδεικτικός τῶν προθέσεων τοῦ Θεοῦ ἀπέναντί μας.

Θά μποροῦσε ὅμως κάποιος νά διερωτηθεῖ: Ἐφόσον θέλει ὁ Θεός τή σωτηρία μας, γιατί δέν ὁδηγεῖ μέ τήν πανσοφία Του ὅλους στήν ὁδό τῆς σωτηρίας; Τήν ἀπάντηση τή λαμβάνουμε αὐθεντική ἀπό τό πανάγιο καί ἀλάθητο στόμα τοῦ Κυρίου μας. Ἐνῶ μιλοῦσε κάποτε πρός τούς Ἰουδαίους καί τούς ἀποδείκνυε ὅτι ὁ Πατήρ ὁ οὐράνιος Τόν ἀπέστειλε στόν κόσμο καί ὅτι οἱ Γραφές ἔδιναν μαρτυρία γι᾿ Αὐτόν, τούς εἶπε: «καί οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωήν ἔχητε» (Ἰω. ε΄ 40). Καί ὅ­ταν πλησίαζε νά εἰσέλθει γιά τελευταία φορά στά Ἱεροσόλυμα, θυμάστε τί εἶπε; «Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τούς προ­φήτας καί λιθοβολοῦσα τούς ἀπεσταλμένους πρός αὐτήν! Ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τά τέκνα σου ὅν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τά νοσσία ἑαυτῆς ὑπό τάς πτέρυγας καί οὐκ ἠθελήσατε» (Ματθ. κγ΄ 37). Θέλει ὁ Θεός, δέν θέλει ὅμως ὁ ἄνθρωπος! Καί ἡ ἄρνηση τοῦ ἀδύνατου ἀνθρώπου περιορίζει καί ἐμποδίζει τήν ἄπειρη ἀγάπη καί παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ!

Πόση πράγματι δύναμη περικλείουν ἡ θέληση καί ἡ ἐλευθερία μας, μέ τίς ὁποῖες μᾶς προίκισε ὁ Θεός! Μᾶς ἔπλασε χωρίς νά μᾶς ρωτήσει, δέν μποροῦσε ὅμως νά μᾶς σώσει χωρίς τήν ἔγκρισή μας! Προκαλεῖ θαυμασμό ὁ σεβασμός πού ἐπιδεικνύει ὁ Θεός πρός τήν ἐλεύθερη βούληση τοῦ πλάσματός Του. Καί ἐνῶ δέν θέλει νά κολαζόμαστε αἰωνίως, δέν μπορεῖ νά μᾶς ἐμποδίσει, ὅταν ἐμεῖς προτιμᾶμε τήν «ἀγάπη» τοῦ Σατανᾶ καί συρόμαστε μαζί του στήν αἰώνια συμφορά. «Ἐάν αὐτός θέλῃ, ἡμεῖς δέ μή θέλωμεν, διαπίπτει τά τῆς σωτηρίας ἡμῶν, οὐκ ἐπειδή ἀσθενές αὐτοῦ τό βούλημα, ἀλλ’ ἐπειδή ἀναγκάσαι οὐδένα θέλει… ἀνάγκῃ καί βίᾳ οὐδένα προσάγεται ὁ Θεός. ἀλλά θέλει μέν πάντας σωθῆναι, οὐκ ἀναγκάζει δέ οὐδένα» (ἱ. Χρυσόστομος, PG 51, 143-144).

2. Δέν ἔμεινε ὅμως μόνο στήν προαίρεσή Του ὁ Θεός ὡς πρός τή σωτηρία μας. Προχώρησε καί σέ ἐνέργεια ἐκπληκτική, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει περίτρανα αὐτή τήν πρόθεσή Του ἀπέναντί μας ὡς πρός τή σωτηρία μας. Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια; Τί ἀναφέρουν κάπου οἱ «Χαιρετισμοί»; «Σῶσαι θέλων τόν κόσμον ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρός τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε…» Ἦλθε ἐπί τῆς γῆς παρακινούμενος ἀπό τήν ἀγάπη Του γιά τή σωτηρία μας. Τί λένε οἱ στίχοι 9-10; Μιλοῦν γιά τόν ἑκούσιο θάνατο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Μονογενοῦς Υἱοῦ Του γιά τή σωτηρία μας. Θυμάστε τί εἶπε κάποτε ὁ Κύριος στόν κρυφό μαθητή Του Φαρισαῖο Νικόδημο; «Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰω. γ΄ 16). Ἡ φράση αὐτή τοῦ Θεανθρώπου τά λέει ὅλα. Θυσιάστηκε Ἐκεῖνος γιά νά μήν ἀπολεσθοῦμε ἐμεῖς, ἀλλά νά ζοῦμε αἰώνια εὐτυχεῖς μαζί Του. Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀπόδειξη καί ἰσχυρότερη ἐγγύηση ἀπό αὐτήν, ὅσον ἀφορᾶ στό θέμα τῆς σωτηρίας μας καί τῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς; Πρέπει νά εἴμαστε ἄφρονες καί ἐχθροί τοῦ ἑαυτοῦ μας, γιά νά μή βγάλουμε τά σωτήρια γιά ἐμᾶς συμπεράσματα ἀπό αὐτή τή μεγάλη ἀλήθεια καί νά μή ρυθμίζουμε τή ζωή μας σύμφωνα μέ αὐτά.

3. Πῶς ἀντιλαμβάνεστε τό ἡμιστίχιο τοῦ 10ου στίχου «ἵνα εἴτε γρηγορῶμεν εἴτε καθεύδωμεν ἅμα σύν αὐτῷ ζήσωμεν»;

Ὁ Κύριος θέλει τή σωτηρία μας, καί ὅταν ἔλθει κατά τή Δευτέρα Του Παρουσία, εἴτε ζοῦμε τότε εἴτε βρισκόμαστε στήν πέραν τοῦ τάφου πραγματικότητα, θά μᾶς ὁδηγήσει κοντά Του σεσωσμένους. Μέ ποιά προϋπόθεση; Νά εἴμαστε «σύν αὐτῷ» καί μυστηριακά διά τῆς Ἐκ­κλησίας Του. Ἐάν εἴμαστε δηλαδή ἑνωμένοι ἐδῶ στή γῆ μαζί Του, θά ἀπολαμβάνουμε μαζί Του καί τήν εὐτυχία στούς οὐρανούς. Κριτής μας θά εἶναι Ἐκεῖνος πού παρέδωσε καί τόν Ἑαυτό του σέ θάνατο σταυρικό. Δέν χωρεῖ ἑπομένως ἀμφιβολία ὅτι θά μᾶς σώσει, ἐάν ἐμεῖς ζοῦμε σύμφωνα μέ τό πανάγιο θέλημά Του. Τό διακηρύσσει μέ ἐντυπωσιακό τρόπο ὁ λόγος τοῦ Παναγίου Πνεύματος: «Συνίστησι δέ τήν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι’ αὐτοῦ ἀπό τῆς ὀργῆς» (Ρωμ. ε΄ 8-9).

Θά μποροῦσε βέβαια νά σκεφθεῖ κάποιος: Ἐφόσον εἶναι βέβαιο ὅτι θά σωθοῦμε, μήπως δέν χρειάζεται πλέον ἀγώνας καί προσοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας; Εἶναι λανθασμένη αὐτή ἡ σκέψη. Ἡ σωτηρία τήν ὁποία μᾶς χάρισε ὁ Κύριος διά τοῦ σταυρικοῦ Του θανάτου ἀναφέρεται γενικά στήν ἀνθρωπότητα, στήν ἀνθρώπινη φύση. Ὡς πρόσωπο ὁ καθένας μας μετέχει σ’ αὐτή τή σωτηρία συνεργαζόμενος μέ τή Χάρι τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος καί χαρίζει τή σωτηρία. Γι’ αὐτό πάλι ὁ ἀπ. Παῦλος προτρέπει ὅλους: «μετά φόβου καί τρόμου τήν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε» (Φιλιπ. β΄ 12).

4. Ἄς δοῦμε καί τόν 11ο στίχο, πού εἶναι συμπερασματικός. Τί σημαίνουν τά λόγια αὐτά τοῦ Ἀποστόλου; Ἐφόσον ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ καί δέν θέλει τήν καταδίκη μας, ἀλλά ποθεῖ τή σωτηρία μας, πρέπει νά παρηγορεῖτε καί νά προτρέπετε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὥστε νά μένετε ἀκλόνητοι στήν πίστη καί νά ἀλληλοστηρίζεσθε καί νά οἰκοδομεῖσθε μεταξύ σας, ὅπως καί τό κάνετε ἕως τώρα.

Νά προσέξουμε τά δύο ρήματα «παρακαλεῖτε» καί «οἰκοδομεῖτε». Σάν ἄνθρωποι ἔχουμε ἀνάγκη τονώσεως, ἐνισχύσεως, ἐνθαρρύνσεως καί παρηγορίας στή ζωή μας, διότι ἔρχονται περιστάσεις δύσκολες, τίς ὁποῖες ἐκμεταλλεύεται καί ὁ Σατανᾶς, καί ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τοῦ ψυχικοῦ κλονισμοῦ, τῆς ἀποθαρρύνσεως καί ὀλιγοψυχίας. Νά λοιπόν τό χρέος τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλον: Ὅταν ὑπενθυμίζουμε στόν ἀδελφό μας τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ καί ποθεῖ τή σωτηρία μας καί ἑτοίμασε καί γιά ἐμᾶς θέση στή Βασιλεία Του, ἐνισχυόμαστε καί συνεχίζουμε τόν δύσκολο ἀγώνα τῆς ζωῆς τῆς ἀρετῆς.

Ὡς πρός τή λέξη «οἰκοδομεῖτε», ἄς σκεφθοῦμε καί τίς ὑλικές οἰκοδομές. Πότε εἶναι στερεά μία οἰκοδομή; Ὅταν ἔχει καλά θεμέλια καί κτίζεται μέ καλά ὑλικά καί μέ πολλή προσοχή. Τί σημαίνει αὐτή ἡ παρομοίωση; Ὅτι καί ἐμεῖς μέ τά θεάρεστα λόγια μας καί μέ τή ζωή μας πρέπει νά συμβάλλουμε στό νά γίνει καί νά εἶναι στερεό καί ἀκλόνητο τό πνευματικό οἰκοδόμημα τῆς ψυχῆς τῶν ἀδελφῶν μας. Ἀντί νά μιλᾶμε «περί ἀνέμων καί ὑδάτων» καί γιά ἄλλα θέματα, πού ἴσως δέν φαίνονται καί ἁμαρτωλά, καί νά σκανδαλίζουμε τούς ἄλλους, ἄς φροντίζει καθένας μας «νά συντελῇ εἰς τήν προαγωγήν τοῦ ἄλλου» (π. Εὐσέβιος). Εἶναι αὐτό χρέος ἀδελφικῆς, γνήσιας ἀγάπης (βλ. Α΄ Κορ. η΄ 2).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Παρακαλεῖτε ἀλλήλους καί οἰκοδομεῖτε εἷς τόν ἕνα» (Α΄ Θεσ. ε΄ 11).