20. «Πάντοτε χαίρετε»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Στήν προηγούμενη συμμελέτη τῆς Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολῆς, ὅπως θυμάστε, μελετήσαμε τίς πρακτικές ὁδηγίες τοῦ θεόπνευστου Ἀποστόλου γιά τή συμπεριφορά μας πρός τούς προϊσταμένους μας ἐν Κυρίῳ, τούς κληρικούς καί πνευματικούς διδασκάλους μας. Εἴδαμε ἐπίσης καί τί λέει ὁ Ἅγιος στούς προϊσταμένους καί γενικά στούς καταρτισμένους πνευματικά πιστούς ὡς πρός τά δικά τους καθήκοντα πρός τούς ἄλλους. Ἄς ἀρχίσουμε, λοιπόν, τή συμμελέτη μας ἀπό ἐδῶ.

Μελέτη περικοπῆς: Α΄ Θεσ. ε΄ 14-16

1. Ποιά εἶναι ἡ προτροπή; «Μακροθυμεῖτε πρός πάντας». Τί σημαίνει ἡ λέξη «μακροθυμῶ»; Ἔχω καί δείχνω μακρό θυμό. Ἡ πρώτη σημασία τῆς λέξεως «θυμός» εἶναι ψυχή, πνεῦμα, καρδιά. Μακρόθυμος ἑπο­μένως εἶναι ὁ μεγαλόψυχος καί μεγαλόκαρδος, τό ἀντίθετο τοῦ «μικρόψυχος». Μακροθυμία εἶναι ἡ μεγάλη ἀνοχή καί ὑπομονή, ἡ ἀνεξικακία. Τί συμβουλεύει ἑπομένως ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος; «Δεικνύετε μακροθυμίαν πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὄχι μόνον πρός τούς ἀδελφούς χριστιανούς, ἀλλά καί πρός τούς εἰδωλολάτρας. Ὅ,τι καί ἄν σᾶς ἀδικήσωσιν ἤ σᾶς πειράξωσι, σεῖς νά δεικνύετε ἀνοχήν καί μακροθυμίαν συγχωροῦντες ἀπό καρδίας αὐτούς» (π. Εὐσέβιος).

Εἶναι εὔκολο αὐτό πού μᾶς ζητεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; Ὄχι. Εἶναι δύσκολο. Γι’ αὐτό ὅμως ἔχει καί ἀξία. Ποιός ἄλλωστε μᾶς εἶπε ὅτι εἴμαστε πλασμένοι γιά τά εὔκολα; Ἡ χριστιανική ζωή εἶναι ὡραία, ἀκριβῶς διότι εἶναι δύσκολη. Δέν θέλει ὁ Θεός νά συρόμαστε στά χαμηλά, τά ἐνστικτώδη, τά εὔκολα καί συνηθισμένα. Μᾶς ἀνυψώνει σέ ἀνώτερα στάδια, ἄξια τοῦ ἀνθρώπου. Κάνει τή συμπεριφορά μας ἡρωική.

Ποῦ ἔγκειται ἡ δυσκολία τῆς μακροθυμίας; Στό ὅτι πρέπει νά ὑπερβαίνεις τό «ἐγώ» σου, τό ὁποῖο ἀντιδρᾶ, θίγεται ἀπό μία κακή συμπεριφορά τοῦ ἄλλου καί ζητεῖ συνήθως τήν πάταξη καί τιμωρία του. Εἶναι δέ εὔκολο νά ὀργισθεῖς καί νά φερθεῖς ἄσχημα. Τό δύσκολο ἀλλά καί γενναῖο εἶναι νά νικήσεις τήν ὀργή καί νά μήν κάνεις αὐτό πού ὑποδεικνύει ὁ Πονηρός, καί θέλει ὁ παλαιός ἑαυτός σου ἐν προκειμένῳ. Αὐτή ὅμως ἀκριβῶς ἡ ὑπέρβαση τοῦ «ἐγώ» εἶναι πού δίνει τόν ἡρωικό χαρακτήρα στήν ἀρετή τῆς μακροθυμίας. Τό νά «ἀντικτυπῶμεν τούς τύπτοντας τῇ ἐπιεικείᾳ (=μέ τήν ἐπιείκειά μας), τῇ σιγῇ καί τῇ μακροθυμίᾳ», ὅπως γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 16 Α, 456-458), εἶναι δεῖγμα πράγματι γενναίας ψυχῆς.

Τό ὅτι εἶναι δυσκολοκατόρθωτη ἡ μακροθυμία σημαίνει ἄραγε ὅτι εἶναι καί ἀκατόρθωτη, ἀδύνατη; Ὄχι, διότι δέν θά μᾶς τό ζητοῦσε αὐτό ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος, ὡς Πλάστης καί Δημιουργός μας γνωρίζει τίς δυνατότητές μας. Δέν εἶναι ἄλλωστε λίγοι ἐκεῖνοι πού τήν ἐφάρμοσαν καί τήν ἐφαρμόζουν μιμούμενοι τό τέλειο παράδειγμα τῆς μακροθυμίας τοῦ Θεανθρώπου. Θυμάστε πόση μακροθυμία ἔδειξε Ἐκεῖνος μέχρι τέλους πρός τόν Ἰούδα, πρός ἐκείνους πού Τόν ράπιζαν, πρός ἐκείνους πού Τόν σταύρωσαν; Νά θυμηθοῦμε λίγο καί τή μακροθυμία πού ἐπέδειξε ὁ ἄξιος μαθητής Του καί μιμητής Του ἅγιος Νεκτάριος ὁ θαυματουργός. Πόσες συκοφαντίες ἀντιμετώπισε, πόσους κατατρεγμούς καί ταπεινώσεις! Καί ἐνῶ ἦταν ἄνθρωπος, ὅπως ὅλοι μας, ἐπέδειξε θαυμαστή καρτερία, ἀνοχή καί μακροθυμία πρός ὅλους. Καί ὁ δίκαιος Θεός τόν στεφάνωσε καί τόν δόξασε ὡς γενναία καί ἁγία ψυχή.

Τί κερδίζει ὁ μακρόθυμος; Πρωτίστως τήν εἰρήνη του. Καί στήν οἰκογένειά του καί στήν ἐργασία του, ὅπου δίνονται πολύ συχνά ἀφορμές, δέν ταράζεται καί δέν ὀργίζεται, οὔτε προχωρεῖ σέ ἐκδικητικές ἐνέργειες. Ἑλκύει ὅμως ἔτσι καί τήν τιμή καί τή συμπάθεια τῶν ἄλλων, οἱ ὁποῖοι ἐκτιμοῦν τελικά τήν ἀρετή του. Πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔλεγε: «Θρασύτης οὐ θρασύτητι ἀλλ’ ἐπιεικείᾳ σβέννυται» (ΕΠΕ 10, 426). Κατακτῶνται καί κερδίζονται εὐκολότερα καί οὐσιαστικά οἱ ἄλλοι μέ τή μακροθυμία. «Οὐδέν γάρ τούτου τοῦ φαρμάκου ἴσον» (ἱ. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 22, 554). Προπάντων δέ ὁ μακρόθυμος προσελκύει τή Χάρι καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. [Παράλληλα χωρία: «Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 4), «Παρακαλῶ περιπατῆσαι… μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφ. δ΄ 1-2), «…αὐξανόμενοι εἰς τήν ἐπίγνωσιν τοῦ Θεοῦ, ἐν πάσῃ δυνάμει δυναμούμενοι… εἰς πᾶσαν ὑπομονήν καί μακροθυμίαν» (Κολασ. α΄ 10-11), «Σύ δέ παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ» (Β΄ Τιμ. γ΄ 10)].

2. Εἶναι ὅμως ἀρκετό γιά τή χριστιανική ἠθική διδασκαλία τό νά ἀνεχόμαστε ἁπλῶς τόν ἄλλο, νά τόν ἀντιμετωπίζουμε ἤρεμοι καί ψύχραιμοι καί νά δείχνουμε μακροθυμία ἀπέναντί του; Μήπως μᾶς καλεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σέ ἀνώτερα στάδια ἀρετῆς; Τί μᾶς λέει ὁ 15ος στίχος; Ποιό εἶναι τό νόημά του; «Δέν εἶναι, λέγει, ἀρκετόν μόνον τό νά μήν ἀποδίδουν οἱ Χριστιανοί κακόν ἀντί κακοῦ, ἀλλά πρέπει πρός τούτοις καί νά κάμνουν καλά εἰς ἐκείνους, ὁποῦ τούς ἔκαμαν κακά, καί νά εὐεργετοῦν τούς αὐτούς ἀδικήσαντας» (Ἅγιος Νικόδημος). Οἱ πιστοί τῆς Θεσσαλονίκης διώκονταν ἀπό τούς Ἑβραίους καί τούς εἰδωλολάτρες συμπολίτες τους, καί μέ ὅσα γράφει πρός αὐτούς ὁ Ἀπόστολος «προτρέπονται νά εἶναι ἀνεξί­κακοι» (Π. Ν.Τρεμπέλας), μάλιστα δέ καί νά εὐεργετοῦν αὐτούς τούς ἐχθρούς τους! Νόμος τῆς ζωῆς τους ἡ ἀγάπη πρός ὅλους ἀδιακρίτως τούς ἀν­θρώπους, φίλους καί ἐχθρούς. Πρότυπό τους ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος «τόν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ. ε΄ 44-45). Νά ποῦ ἀνυψώνει τόν πιστό ἡ ἠθική τοῦ Εὐαγ­γελίου. Τόν ἐξομοιώνει μέ τόν Θεό. Τό νά μήν ἀνταποδώσεις τό κακό πού σοῦ ἔκαναν εἶναι κατά κάποιον τρόπο ἀνθρώπινο. Τό νά ἀπαντήσεις ὅμως μέ καλό καί νά ἀγαπᾶς καί εὐεργετεῖς αὐτόν πού σοῦ ἔκανε κακό εἶναι θεϊκό.

Μπορεῖ νά ἐφαρμοσθεῖ αὐτή ἡ κορυφαία ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τούς ἐχθρούς, ἡ ὁποία ὑπερβαίνει καί τή μακροθυμία καί ἀνεξικακία; Μάλιστα. Ἰσχύει καί ἐδῶ ὅ,τι ἀναφέραμε προηγουμένως. Τό ζητεῖ ὁ Θεός, διότι μποροῦμε νά ἀνεβοῦμε τήν ὑψηλή αὐτή κορυφή. Θυμάστε παραδείγματα; Ὁ Ἰωσήφ ὁ πάγκαλος, ὁ ὁποῖος συγχώρησε καί εὐεργέτησε τούς ἀδελφούς του, οἱ ὁποῖοι τόν φθονοῦσαν, ἤθελαν νά τόν ἐξοντώσουν καί τόν πώλησαν ὡς δοῦλο. Ὁ ἅγιος Διονύσιος, ὁ ὁποῖος εὐεργέτησε τόν φονιά τοῦ ἀδελφοῦ του. Κάτι ἀνάλογο ἔκανε καί ὁ Κολοκοτρώνης. Ἄνθρωποι ἦταν καί αὐτοί. Δέν δικαιολογούμαστε ἑπομένως ἐάν μένουμε μακριά ἀπό αὐτή τήν ὑπέροχη κορυφή τοῦ πνεύματος. Θυμάστε τί λέει σχετικά ὁ θεῖος λόγος; «Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμῖν» (Λουκ. ς΄ 27-28). «Μή νικῶ ὑπό τοῦ κακοῦ, ἀλλά νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τό κακόν» (Ρωμ. ιβ΄ 21).

Τί μπορεῖ νά γίνει, ἐάν βλέπουμε τόν ἑαυτό μας ἀδύναμο σ’ αὐτό τό ἄθλημα; Ἄς ζητοῦμε τή Χάρι τοῦ Κυρίου μέ τή συχνή Ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία, γιά νά συνεχίζουμε τήν ὡραία πορεία πρός τήν ἀρετή τῆς χρηστότητος καί εὐεργεσίας πρός αὐτούς πού ἐργάζονται κακά εἰς βάρος μας. Ἡ ἀρετή ἄλλωστε αὐτή, ὅπως καί ἡ μακροθυμία, εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τή χαρίζει σέ ὅσους σχετίζονται διά τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μέ Αὐτό. «Ὁ καρπός τοῦ πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη…» (Γαλατ. ε΄ 22).

3. Ἔχει ἄραγε σχέση ὁ 16ος στίχος μέ τά προηγούμενα; Πῶς σχετίζεται ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου «πάντοτε χαίρετε» μέ ὅσα εἶπε περί μακροθυμίας καί εὐεργεσίας πρός ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους καί πρός αὐτούς τούς ἐχθρούς; Ὡραῖα εἶναι τά ὅσα ἀναφέρει σχετικά ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Βλέπε δέ, ἀγαπητέ, ὅτι ἀφ’ οὗ εἶπεν ἀνωτέρω ὁ Ἀπόστολος ὅτι δέν ἀποδίδουν οἱ Χριστιανοί κακόν ἀντί κακοῦ, τότε εἶπεν εἰς αὐτούς νά χαίρουν πάντοτε. Διά τι ὅποιος Χριστιανός μάθῃ νά μή κάμνῃ ἐκδίκησιν εἰς κανένα, ἀλλά μᾶλλον καί νά εὐεργετῇ ἐκείνους, ὁποῦ τόν ἐλύπησαν καί ἐκακοποίησαν, αὐτός πόθεν πλέον, καί ἀπό ποῦ ἔχει νά λάβῃ λύπην εἰς τήν καρδίαν του; Εἶναι ἀνώτερος δηλαδή ἀπό κάθε λυπηρό.

Χαίρεται δέ πάντοτε ὁ πιστός, διότι ἀγωνίζεται νά ἀποφεύγει τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ βασική αἰτία τῆς λύπης τῆς ψυχῆς καί ἔτσι δέν ἔχει τύψεις συνειδήσεως. Χαίρεται ἐπίσης, διότι πάντοτε ἐπιδιώκει νά κάνει τό καλό καί νά εὐεργετεῖ τούς ἄλλους. Αὐτή ἡ ἀγαθοεργία γεμίζει μέ χαρά ἀνέκφραστη τήν ψυχή του.

Πῶς συμβιβάζεται τό παράγγελμα αὐτό τοῦ Ἀποστόλου «πάντοτε χαίρετε» μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου «μακάριοι οἱ πενθοῦντες» καί «μακάριοι οἱ κλαίοντες»; (Ματθ. ε΄ 4, Λουκ. ς΄ 21). Ὑπάρχει ἀντίφαση; «Δέν πρέπει νά νομίσῃ τις, ὅτι πρόκειται περί ἀντιφάσεως καί ἀντιθέσεώς τινος. Ἀμφότερα τά παραγγέλματα ταῦτα συμβιβάζονται πρός ἄλληλα… Διότι καί τό κατά Θεόν πένθος, τό ὁποῖον παραγγέλλει εἰς ἡμᾶς ὁ Χριστός, ἐάν ἐξετασθῇ ἐπισταμένως, ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι πηγή τῆς πνευματικῆς χαρᾶς περί τῆς ὁποίας ὁμιλεῖ ἐνταῦθα ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Καθ’ ὅσον… ὁ θεῖος Παῦλος… δέν ἐννοεῖ νά χαίρωμεν δι’ αἰτίας κοσμικάς καί δι’ ἀγαθά πρόσκαιρα καί μάταια. Ἐννοεῖ νά χαίρωμεν συλλογιζόμενοι, ὅτι ὁ Θεός μᾶς συγχωρεῖ, μᾶς δικαιώνει, μᾶς υἱοθετεῖ, μᾶς ἀναβιβάζει εἰς τό ὕψος τοῦ οὐρανοῦ καί θά μᾶς καταστήσῃ μετόχους τῆς δόξης καί τῆς βασιλείας Του» (π. Εὐσέβιος). Γι᾿ αὐτό καί τό κατά Θεόν πένθος ὀνομάζεται «χαροποιόν».

Μπορεῖ ἐπίσης ὁ πιστός νά χαίρεται καί στίς θλίψεις του καί στούς διάφορους πειρασμούς καί διωγμούς πού ἀντιμετωπίζει λόγῳ τῆς πίστεώς του; Μάλιστα, διότι δέν σκέπτεται μόνο τά παρόντα, ἀλλά καί τά μέλλοντα, τό τί δηλαδή τοῦ ἐπιφυλάσσεται στή μέλλουσα ζωή, ἐάν ὑπομείνει μέ καρτερία καί ἄνευ γογγυσμοῦ τίς ὁποιεσδήποτε δυσκολίες τῆς παρούσας ζωῆς. Οἱ πειρασμοί τῆς ζωῆς μᾶς ἑτοιμάζουν στεφάνι δόξας. Γι’ αὐτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔλεγε «ἀπό τούτων (=τῶν θλίψεων καί πειρασμῶν) χαρά τίκτεται» (ΕΠΕ 22, 556).

Τί εἶπε ὁ Κύριος σχετικά στούς Μακαρισμούς; «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδί­σωσιν ὑμᾶς καί διώξωσι… χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε΄ 11-12). Καί ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος πρόσθεσε: «Πᾶσαν χα­ράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις, γινώσκοντες ὅτι τό δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν… Μακάριος ἀνήρ ὅς ὑπομένει πειρασμόν. ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τόν στέφανον τῆς ζωῆς…» (Ἰακ. α΄ 2-3, 12) (βλ. καί Β΄ Κορ. δ΄ 16-18).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Πάντοτε χαίρετε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 16).