ΘΕΜΑ: Ἡ νυχτερινή ἀνάκριση τοῦ Κυρίου ἐνώπιον τοῦ Ἄννα
ΕΒΔΟΜΑΔΑ: 27 Μαρτίου-2 Ἀπριλίου 2023
ΑΡΘΡΟ:
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ἰω. ιη΄ 12-23
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:✝ Γεωργίου Ἰ. Δημοπούλου, «Τά πάθη τά σεπτά», «Ἡ δίκη τοῦ Ἰησοῦ», σελ. 101-115.
Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Αγιογραφικό |
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Στό περσινό θέμα τῶν πανσέπτων Παθῶν τοῦ Κυρίου μας ἀναφερθήκαμε στήν προδοσία τοῦ Ἰούδα καί τή σύλληψη τοῦ Κυρίου μας στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Στό φετινό θέμα τῶν πανσέπτων Παθῶν θά ἀναφερθοῦμε στή νυχτερινή ἀνάκριση τοῦ Κυρίου μας ἐνώπιον τοῦ Ἄννα. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ὁ μέλλων «κρίνειν τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ», ὅπως γράφει στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Πράξ. ιζ΄ 31), κατά τό θεῖο Πάθος Του παρίσταται ὡς κριτός, δηλαδή ὡς κρινόμενος ἐνώπιον τοῦ Ἄννα, τοῦ Καϊάφα, τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, τοῦ Πιλάτου καί τοῦ Ἡρώδη Ἀντύπα. Προηγήθηκε ἡ Ἰουδαϊκή ἤ ἐκκλησιαστική ἤ θρησκευτική δίκη τοῦ Ἰησοῦ ἐνώπιον τοῦ Ἄννα, τοῦ Καϊάφα καί τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου. Καί ἀκολούθησε ἡ Ρωμαϊκή ἤ πολιτική δίκη τοῦ Ἰησοῦ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου καί τοῦ Ἡρώδη Ἀντύπα. Βέβαια, σέ ἕνα θέμα δέν θά προλάβουμε νά ἐξαντλήσουμε ὅλες τίς φάσεις τῆς δίκης. Ἀρχή θά κάνουμε σήμερα ἀπό τή νυχτερινή ἀνάκριση τοῦ Κυρίου μας ἐνώπιον τοῦ Ἄννα: Ἰω. ιη΄ 12-23.
Α΄ ΜΕΡΟΣ: Ὁ Κύριος ὁδηγεῖται στόν Ἄννα
1. Θά διαβάσουμε τό πρῶτο Μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ Ἀναγνώσματος: Ἰω. ιη΄ 12-14, κείμενο καί ἑρμηνεία, καί θά ποῦμε στά Μέλη: Κάθε δίκη ἀρχίζει μέ τό ἔνταλμα συλλήψεως. Ποιός ἔδωσε διαταγή νά συλλάβουν τόν Κύριό μας στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ; (Σκέψεις Μελῶν…) Τήν ἔδωσε τό ἀνώτατο Ἰουδαϊκό δικαστήριο δύο ἡμέρες πρίν γιορτάσουν οἱ Ἰουδαῖοι τό Ἰουδαϊκό Πάσχα. Ἡμέρα Σάββατο θά γιόρταζαν τό Πάσχα. Ἡμέρα Πέμπτη ἐλήφθη ἡ ἀπόφαση θανατώσεως τοῦ Ἰησοῦ. «Συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ εἰς τήν αὐλήν τοῦ ἀρχιερέως τοῦ λεγομένου Καϊάφα καί συνεβουλεύσαντο ἵνα τόν Ἰησοῦν δόλῳ κρατήσωσι καί ἀποκτείνωσιν. ἔλεγον δέ μή ἐν τῇ ἑορτῇ, ἵνα μή θόρυβος γένηται ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. κστ΄ 3-5).
2. Γιατί ἀπέφυγαν νά συλλάβουν τόν Κύριο τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, ἀλλά ζητοῦσαν νά Τόν συλλάβουν κρυφά, «ἄτερ ὄχλου»; (Σκέψεις Μελῶν…) Διότι φοβόντουσαν τήν ἀντίδραση τοῦ λαοῦ! «Ἐφοβοῦντο γάρ τόν λαόν» (Λουκ. κβ΄ 2). Προτίμησαν νά Τόν συλλάβουν νύχτα καί ἔξω ἀπό τήν πόλη. Σ᾿ αὐτό τούς διευκόλυνε ὁ προδότης Ἰούδας, ὁ ὁποῖος τούς εἶπε: Τί θέλετε νά μοῦ δώσετε, κι ἐγώ θά σᾶς Τόν παραδώσω. «Οἱ δέ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια» (Ματθ. κστ΄ 14). Τούς ὁδήγησε στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καί τούς ἔδωσε καί σημάδι λέγοντας: «Αὐτός τόν Ὁποῖο θά φιλήσω, Αὐτός εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Νά Τόν συλλάβετε καί νά Τόν δέσετε» (Ματθ. κστ΄ 47). Τότε ὁ λόχος τῶν Ρωμαίων στρατιωτῶν καί ὁ χιλίαρχος, ὁ ἀξιωματικός τους, καθώς καί οἱ ὑπηρέτες τῶν Ἰουδαίων συνέλαβαν τόν Ἰησοῦ καί τόν ἔδεσαν (στίχ. 12). Ὁ Κύριος δέχθηκε ἀδιαμαρτύρητα νά Τόν δέσουν, γιά νά λύσει ἐμᾶς ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Ταπεινώθηκε Ἐκεῖνος, γιά νά ὑψωθοῦμε ἐμεῖς.
3. «Καί ἀπήγαγον αὐτόν πρός Ἄνναν πρῶτον» (Ἰω. ιη΄ 13). Πρῶτα τόν πῆγαν στόν ἀρχιερέα Ἄννα. Γιατί πρῶτα στόν Ἄννα, ἐφόσον ἀρχιερέας τοῦ χρόνου ἐκείνου ἦταν ὁ Καϊάφας; Καί πῶς εἶναι δυνατόν νά ὑπῆρχαν συγχρόνως δύο ἀρχιερεῖς; (Σκέψεις Μελῶν…) Ὁ Ἄννας ἦταν ὁ κανονικός ἀρχιερέας τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλά οἱ Ρωμαῖοι τοῦ ἀφήρεσαν τό ἀξίωμα καί ἀνέβασαν στόν ἀρχιερατικό θρόνο ἀρχικά τούς πέντε γιούς του καί ἔπειτα τόν γαμπρό του Καϊάφα.
4. «ἦν γάρ πενθερός τοῦ Καϊάφα, ὅς ἦν ἀρχιερεύς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου» (Ἰω. ιη΄ 13). Ὁ Καϊάφας ἦταν ἀρχιερέας 18 συνεχόμενα χρόνια ἀπό τό 18 ἕως τό 36 μ.Χ. Γράφοντας ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅτι ὁ Καϊάφας ἦταν «ἀρχιερεύς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου», δέν ἐννοεῖ ὅτι ἡ θητεία τοῦ ἀρχιερέως ἦταν ἑνός χρόνου, ἀλλ᾿ ὅτι συμπεριλαμβάνεται κι αὐτή ἡ χρονιά στά ἔτη τῆς ἀρχιερατείας του.
5. «ἦν δέ Καϊάφας ὁ συμβουλεύσας τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι συμφέρει ἕνα ἄνθρωπον ἀπολέσθαι ὑπέρ τοῦ λαοῦ» (Ἰω. ιη΄ 14). Ἐπεξηγεῖ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅτι ὁ Καϊάφας ἦταν ὁ ἀρχιερέας πού συμβούλευσε τούς Ἰουδαίους ὅτι συμφέρει νά πεθάνει ἕνας ἄνθρωπος ὑπέρ τοῦ λαοῦ παρά νά ὑποστεῖ ταλαιπωρία ὅλος ὁ λαός. Παρόλο πού μέ πονηριά μιλοῦσε ὁ Καϊάφας, χωρίς νά τό πολυκαταλαβαίνει προφήτευσε ὅτι ὁ Χριστός θά θυσιασθεῖ γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου.
6. Ὁδήγησαν τόν Κύριό μας πρῶτα στόν Ἄννα, διότι ἦταν ἰσχυρός ἀνήρ, ἡ μεγαλύτερη ἱερατική φυσιογνωμία τῆς ἐποχῆς. Ἔξυπνος, ἔμπειρος, πανοῦργος καί δόλιος! Οὐσιαστικότερος τοῦ Καϊάφα. Ὑπογείως καί παρασκηνιακῶς συνδιοικοῦσε μέ τόν γαμπρό του, τόν Καϊάφα, τόσο ὥστε νά λέγεται στό κατά Λουκᾶν ἱερό Εὐαγγέλιο: «ἐπ᾿ ἀρχιερέως Ἄννα καί Καϊάφα» (Λουκ. γ΄ 2). Καί οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀναφέρουν: «Ἄνναν τόν ἀρχιερέα καί Καϊάφαν καί Ἰωάννην καί Ἀλέξανδρον καί ὅσοι ἦσαν ἐκ γένους ἀρχιερατικοῦ» (Πράξ. δ΄ 6). Τό ἀρχιερατικό μέγαρο πού κατοικοῦσαν ὅλοι αὐτοί καί ἄλλοι τῆς οἰκογένειας ἀρχιερατεύσαντες ἦταν προφανῶς ἕνα. Εἶχε καί αὐλή, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.
Β΄ ΜΕΡΟΣ: Πρώτη ἄρνηση τοῦ Πέτρου
1. Ἔπειτα θά διαβάσουμε τό δεύτερο Μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ Ἀναγνώσματος: Ἰω. ιη΄ 15-18, κείμενο καί ἑρμηνεία, καί θά ρωτήσουμε τά Μέλη: Ποῦ ἀναφέρεται αὐτή ἡ ἑνότητα; (Σκέψεις Μελῶν…) Ἀναφέρεται στήν πρώτη ἄρνηση τοῦ Πέτρου.
2. Τί πληροφορία μᾶς δίνουν οἱ στίχοι 15 καί 16; (Σκέψεις Μελῶν…) Λένε ὅτι ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος ἀκολουθοῦσε «ἀπό μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως» (Ματθ. κστ΄ 58), στεκόταν ἔξω στόν δρόμο, κοντά στήν ἐξώπορτα. Ἀλλά βγῆκε ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος ἦταν γνωστός στόν ἀρχιερέα, καί εἶπε στή θυρωρό, κι ἐκείνη ἐπέτρεψε στόν Πέτρο νά μπεῖ στήν αὐλή.
3. Ἐκεῖ στήν αὐλή τοῦ ἀρχιερέως, ἐπειδή ἦταν νύχτα καί εἶχε ψύχρα, οἱ ὑπηρέτες ἄναψαν φωτιά καί ζεσταίνονταν. Ὁ Πέτρος ἀντί νά πάει πλάι στόν Ἰωάννη, γιά νά ἀλληλοστηρίζονται οἱ δύο Ἀπόστολοι, προκειμένου νά μή δίνει στόχο ὅτι εἶναι μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πῆγε ἀνάμεσα στούς ὑπηρέτες κοντά στή φωτιά καί ζεσταινόταν. Οἱ ὑπηρέτες συζητοῦσαν μεταξύ τους. Τό θέμα τῆς συζητήσεώς τους ἦταν οἱ λοιδορίες κατά τοῦ Διδασκάλου. Ὁ Πέτρος τούς ἄκουγε καί δέν ἔβγαζε μιλιά. Στό ἐσωτερικό του εἶχαν ἀρχίσει νά γίνονται οἱ πρῶτες ὑποχωρήσεις. Κάποια στιγμή τῆς συζητήσεως ἡ νεαρή ὑπηρέτρια πού τοῦ ἄνοιξε νά μπεῖ στήν αὐλή βλέποντας ἀπό τό φῶς πού σκόρπιζε ἡ λάμψη τῆς φωτιᾶς τό πρόσωπό του, τόν ρώτησε αὐθόρμητα: Μήπως εἶσαι κι ἐσύ ἀπό τούς μαθητές αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου; Ἀπάντησε ἐκεῖνος: Ὄχι δέν εἶμαι (στίχ. 17). Αὐτή ἦταν ἡ πρώτη ἄρνησή του, μπροστά σέ μιά νεαρή ὑπηρέτρια. Παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὅτι πρίν ἀπό λίγη ὥρα στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ ὁ Πέτρος δέν συγκρατήθηκε καί ἔβγαλε μαχαίρι. Τώρα πού ἔβλεπε καί ἄκουγε τά χειρότερα, φοβήθηκε τήν ἀφελή ἐρώτηση ἑνός κορασίου ταλαιπώρου καί εὐτελοῦς. «Ἠρνήσατο ἔμπροσθεν πάντων λέγων· Οὐκ οἶδα τί λέγεις», γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (κστ΄ 70). «Οὐκ οἶδα, οὐδέ ἐπίσταμαι τί σύ λέγεις», διασώζει ὁ εὐαγγελιστής Μάρκος (ιδ΄ 68). Δέν ἄκουσα, δέν εἶδα, δέν ξέρω, δέν γνωρίζω ἀπολύτως τίποτε.
Πόσο ἀδύνατοι εἴμαστε οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ! Μποροῦμε ἀπό τή μιά στιγμή στήν ἄλλη νά τά ξεχάσουμε ὅλα καί νά ἀρνηθοῦμε τόν θεῖο Διδάσκαλο, ὅπως Τόν ἀρνήθηκε ὁ ἀπόστολος Πέτρος!
Γ΄ ΜΕΡΟΣ: Ὁ Ἄννας ἀνακρίνει τόν Κύριο
Ἔπειτα θά διαβάσουμε καί τό τρίτο Μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ Ἀναγνώσματος: Ἰω. ιη΄ 19-23, στό ὁποῖο ὁ Ἄννας ἀνακρίνει τόν Κύριο.
1. Ὁ ἀρχιερέας Ἄννας Τόν ρώτησε πρῶτα γιά τούς μαθητές Του, ζητώντας νά μάθει ποιοί ἦταν αὐτοί καί γιατί Τόν ἀκολούθησαν. Κι ἔπειτα ρώτησε γιά τή διδασκαλία Του, ἐξετάζοντας ἐάν αὐτή συμφωνοῦσε μέ τόν Νόμο καί τίς παραδόσεις. Τίς πονηρές αὐτές ἐρωτήσεις τίς ἔκανε, γιά νά Τόν ἐνοχοποιήσει ὅτι μαζεύει ὁπαδούς καί τούς ἐκπαιδεύει, γιά νά κάνουν ἐπανάσταση κατά τῆς Ρωμαϊκῆς ἐξουσίας.
2. Τί τοῦ ἀπάντησε ὁ Κύριος; (Σκέψεις Μελῶν…) Τοῦ ἀπάντησε: «Ἐγώ παρρησίᾳ ἐλάλησα τῷ κόσμῳ· ἐγώ πάντοτε ἐδίδαξα ἐν συναγωγῇ καί ἐν τῷ ἱερῷ, ὅπου πάντοτε οἱ Ἰουδαῖοι συνέρχονται, καί ἐν κρυπτῷ ἐλάλησα οὐδέν. Τί με ἐπερωτᾷς; ἐπερώτησον τούς ἀκηκοότας τί ἐλάλησα αὐτοῖς· ἴδε οὗτοι οἴδασιν ἅ εἶπον ἐγώ» (στίχ. 20-21). Ἐγώ φανερά μίλησα στά πλήθη τῶν ἀνθρώπων. Μιλοῦσα πάντοτε σέ δημόσια μέρη, στή Συναγωγή καί στό Ἱερό, ὅπου συναθροίζονται ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι, καί κρυφά δέν δίδαξα τίποτε. Γιατί ρωτᾶς καί ἀνακρίνεις Ἐμένα; Ρώτησε ἐκείνους πού μέ ἔχουν ἀκούσει τί τούς εἶπα. Νά, αὐτοί γνωρίζουν καλά ὅσα ἔχω πεῖ Ἐγώ.
Ὁ Ἄννας πῆγε νά κάνει τόν ὑψηλό, ἀλλά ταπεινώθηκε ἀπό τήν ἀπάντηση αὐτή τοῦ Κυρίου μας.
3. Τότε ἕνας ἀπό τούς ὑπηρέτες «ἔδωκε ράπισμα τῷ Ἰησοῦ». Τόν χτύπησε στό πρόσωπο λέγοντας: «οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ;» Μέ τέτοια γλώσσα μιλᾶς καί ἀποκρίνεσαι στόν ἀρχιερέα; (ιη΄ 22). Ὁ Κύριος μέ ἠρεμία τοῦ ἀπάντησε: «Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περί τοῦ κακοῦ· εἰ δέ καλῶς, τί μέ δέρεις;» (Ἰω. ιη΄ 23). Ἐάν εἶπα κάτι κακό, ἀπόδειξε ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου μέ κανονική μαρτυρία ποιό ἦταν αὐτό τό κακό. Ἐάν ὅμως μίλησα καλά, γιατί μέ χτυπᾶς;
Τό ὅτι χτύπησε ἕνας ὑπηρέτης τόν δικαζόμενο, αὐτό ἀπαγορευόταν ἀπό τόν Νόμο καί ἔπρεπε νά τιμωρηθεῖ. Ἀλλά στό δικαστήριο ἐπικρατοῦσαν ταραχή, θυμός καί σύγχυση. «Οὐχί δικαστήριον, ἀλλά σύστασις καί τυραννίς τά γενόμενα»! «Φρίξον, οὐρανέ, ἔκστηθι ἡ γῆ», ἀναφωνεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ἀφοῦ δέν φρίττουν οἱ ἄνθρωποι, ἄς φρίξουν ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, βλέποντας τοῦ Δεσπότου τή μακροθυμία καί τοῦ ὑπηρέτη τήν ἀγνωμοσύνη. Λένε ὅτι ὁ ὑπηρέτης αὐτός πού ράπισε τόν Χριστό εἶχε θεραπευθεῖ ἀπό τόν θεῖο Διδάσκαλο κι ἀντί νά Τοῦ πεῖ εὐχαριστῶ, Τόν χαστούκισε.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Στά δώδεκα Εὐαγγέλια πού ἀναγινώσκονται τό ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Πέμπτης ὁ χορός τῶν ἱεροψαλτῶν ἀπαντᾶ ἐκ μέρους τοῦ λαοῦ: «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε, δόξα σοι»! Τί ταπεινώσεις, πόσα παθήματα ὑπέμεινες, μακρόθυμε Κύριε, γιά χάρη μας! «Προσκυνοῦμεν σου τά πάθη, Χριστέ, δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν»!
ΣΥΝΘΗΜΑ
«εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περί τοῦ κακοῦ· εἰ δέ καλῶς, τί με δέρεις;» (Ἰω. ιη΄ 23)
* Τό ἑπόμενο θέμα μας θά εἶναι ἁγιογραφικό, τό ἀναστάσιμο: Λουκ. κδ΄ 13-35.
* Ἡ Ἀδελφότης μας «Ὁ Σωτήρ» εὔχεται σέ ὅλους σας καί στίς οἰκογένειές σας πλούσια τήν Χάρι καί τήν εὐλογία τοῦ Ἐσταυρωμένου.