Ἔτσι ἀκριβῶς χαρακτήρισε ὁ ἐπικεφαλῆς τῆς Ὑπηρεσίας Θαλάσσιας Ἐπιτηρήσεως τοῦ Ἀρχηγείου Λιμενικοῦ Σώματος πλοίαρχος κ. Χριστιανὸς τὴν κίνηση τοῦ Συλλόγου Γονέων καὶ Κηδεμόνων 1ου Δημοτικοῦ Σχολείου Βούλας νὰ παρευρεθοῦν οἱ μαθητὲς τοῦ συγκεκριμένου σχολείου μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς τους γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς 25ης Μαρτίου στοὺς Ἀρκιοὺς Δωδεκανήσου καὶ νὰ παρελάσουν ἐκεῖ μαζὶ μὲ τὸν μοναδικὸ μαθητὴ τοῦ νησιοῦ.
Τὸ ἐγχείρημα ἔλαβε χώρα ἀπὸ τὶς 23 Μαρτίου, ὅταν οἱ γονεῖς μὲ τὰ παιδιά τους ξεκίνησαν ἀπὸ τὸν Πειραιά μὲ καράβι γιὰ τοὺς Λειψούς. Ἀπὸ ἐκεῖ πέρασαν ἀπέναντι, στοὺς Ἀρκιούς, μὲ φουσκωτά, καθὼς πλέον τὸ συγκεκριμένο νησὶ δὲν συνδέεται μὲ τὰ ὑπόλοιπα μὲ κανένα πλοῖο γραμμῆς.
Τὸ βυθισμένο στὴ μοναξιά του νησὶ μὲ τοὺς ἐλάχιστους κατοίκους καὶ τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ μαθητή, τὸν Ἄγγελο, γέμισε μὲ παιδικὲς φωνὲς καὶ χαμόγελα. Ὁ Ἄγγελος δὲν θὰ παρήλαυνε πλέον μόνος του, ὅπως τὸν περασμένο Ὀκτώβριο, ἀλλὰ μαζὶ μὲ συνομήλικούς του ἀπὸ τὴν Ἀττική. Ἡ χαρὰ ὅλων ἦταν ἀπερίγραπτη, καθὼς ὅλο τὸ ὑπόλοιπο διάστημα οἱ κάτοικοι τῶν Ἀρκιῶν ζοῦν κάτω ἀπὸ πολὺ δύσκολες συνθῆκες. Ὅπως ἀνέφερε ἡ δασκάλα τοῦ νησιοῦ: «Στὸ νησὶ δὲν ὑπάρχει φοῦρνος, σοῦπερ μάρκετ, φαρμακεῖο. Ὅλα ὅσα θεωροῦνται αὐτονόητα σὲ ἕναν ἄλλο τόπο, ἐδῶ δὲν εἶναι. Ὅλα τὰ ἀπαραίτητα ἔρχονται μὲ μικρὰ καράβια, ἂν καὶ λόγῳ μποφὸρ πολλὲς φορὲς σταματᾶνε, καὶ τὰ ἀπαγορευτικὰ μπορεῖ νὰ κρατοῦν μέρες».
Τὴν ἀνθρωπιστικὴ κίνηση τοῦ Συλλόγου Γονέων καὶ Κηδεμόνων ἀπὸ τὴ Βούλα πληροφορήθηκε ὁ Ἀρχηγὸς τοῦ Λιμενικοῦ Σώματος, ὁ ὁποῖος, σὲ συνεννόηση μὲ τὸν πλοίαρχο κ. Χριστιανό, ἀποφάσισε, ὡς συμπαράσταση, νὰ σταλεῖ ἄγημα τοῦ Λιμενικοῦ Σώματος στὸ νησὶ γιὰ νὰ ἀποδώσει στρατιωτικὲς τιμές, καθὼς καὶ τὸ μεγαλύτερο πλοῖο ποὺ διαθέτει τὸ Σῶμα, τὸ περιπολικὸ ἀνοιχτῆς θαλάσσης «Ἅγιος Εὐστράτιος», τὸ ὁποῖο καὶ θὰ ἔπαιρνε τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ τοὺς κάνει περίπλου στὸ Αἰγαῖο. Ἔτσι κι ἔγινε. Οἱ ἄνδρες τοῦ πλοίου, παράλληλα μὲ τὶς τιμὲς ποὺ ἀπέδωσαν στὴ «μεγάλη» μαθητικὴ παρέλαση τῶν Ἀρκιῶν μὲ τὸν Ἄγγελο νὰ πρωτοστατεῖ καὶ τοὺς συμμαθητές του ἀπὸ τὴ Βούλα νὰ παρελαύνουν δίπλα του, μοίρασαν σὲ ὅλα τὰ παιδιὰ δῶρα, καθὼς ἐπίσης ἀπένειμαν τὸν θυρεὸ τοῦ Λιμενικοῦ Σώματος στὸν ἐν λόγῳ Σύλλογο Γονέων καὶ Κηδεμόνων γιὰ τὴν ἰδέα αὐτὴ ποὺ εἶχαν καὶ τὴν πραγματοποίησή της. Ἔπειτα, ἀφοῦ τοὺς ξενάγησαν στὰ γαλάζια νερὰ τοῦ Αἰγαίου μας, τοὺς γύρισαν πίσω στοὺς Ἀρκιοὺς κι ἀπὸ ἐκεῖ τὴν ἑπομένη τοὺς μετέφεραν στὴν Πάτμο, γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν στὸν Πειραιά.
«Δὲν ὑπάρχει οὔτε πέτρα ἀσυγκίνητη στὴν Ἑλλάδα», ἦταν ἡ δήλωση τοῦ πλοιάρχου. Πράγματι, ἀπὸ τὸν Ἄγγελο πρῶτα καὶ τοὺς γονεῖς του, τοὺς ἐλάχιστους ἐπίσης κατοίκους τοῦ νησιοῦ, ποὺ εἶδαν τὸν τόπο τους νὰ σφύζει ἀπὸ ζωὴ καὶ λεβεντιὰ στὴν παρέλαση, μέχρι τὴν κάθε Ἑλληνίδα καὶ τὸν κάθε Ἕλληνα, ποὺ ὁπωσδήποτε νιώθει στὴν ψυχή του νὰ δονοῦνται κάποιες πολὺ εὐαίσθητες χορδὲς ποὺ πάλλονται στὶς ἔννοιες «Ἑλλάδα» καὶ «ἀνθρωπιά»!