Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Δέν κόπασαν ἀσφαλῶς ἀκόμη μέσα μας τά σκιρτήματα τῆς ἁγίας χαρᾶς μας γιά τό τρισμέγιστο γεγονός τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Καί δέν χορταίνουν τά χείλη μας νά ψάλλουν τόν νικητήριο παιάνα «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν…», νά χαιρετοῦν μέ τό «Χριστός ἀνέστη» καί νά ἀντιφωνοῦν μέ τό «Ἀληθῶς ἀνέστη»! Ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς ἔλεγε ὅτι «εἰς τέσσαρας μόνον λέξεις συγκεφαλαιοῦνται καί τά τέσσαρα Εὐαγγέλια τοῦ Χριστοῦ: Χριστός ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!» («Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», σελ. 45). Ὁ ψυχρός ἕως τότε Τάφος, στόν ὁποῖο ἐναποτέθηκε τό ἅγιο σῶμα τοῦ Κυρίου, ἔγινε ζωοδότης, καί εὐφραίνει καί γεμίζει μέ ἀνέκφραστη χαρά τίς καρδιές μας. Ἔγινε ἀστείρευτη πηγή, ἀπό τήν ὁποία ἀνέβλυσε ἡ ζωή τοῦ κόσμου. Ἄς στρέψουμε, λοιπόν, καί τήν ὥρα αὐτή τόν νοῦ καί τήν καρδιά μας στόν Πανάγιο Τάφο καί πρός τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως, πού ἀποτελεῖ τό Α καί τό Ω τῆς Πίστεώς μας. Ἀφορμή θά λάβουμε ἀπό κάτι πού λέει ἕνας αὐτόπτης μάρτυρας τοῦ ἀναστάντος Κυρίου.
Μελέτη Περικοπῆς: Α΄ Κορινθ. ιε΄ 1-11.
1. Ἡ Ἀνάσταση ὑπῆρξε καί ἐξακολουθεῖ νά εἶναι τό διαρκές στήριγμα τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ στίχοι 3-4 μέ σύντομο τρόπο τονίζουν τίς θεμελιώδεις ἀλήθειες, πού κήρυττε καί κηρύττει ἀνέκαθεν ἡ Ἐκκλησία καί οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν τό κέντρο τοῦ Εὐαγγελίου. Ποιές εἶναι αὐτές οἱ ἀλήθειες; Ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου καί ἡ Ἀνάστασή Του. Γιατί εἶναι βασικές αὐτές οἱ ἀλήθειες; Διότι μέ αὐτές τονίζεται καί προβάλλεται τό κοσμοσωτήριο ἔργο τοῦ Θεανθρώπου: Ταφή – Ἀνάσταση. Γεγονότα πραγματικά καί ὄχι μυθικά καί φανταστικά. Τί δηλώνουν ἡ ταφή καί ὁ Τάφος; Ὅτι εἶχε σῶμα ὅπως καί τό δικό μας ὁ Κύριος. Σῶμα θνητό, γι’ αὐτό καί πέθανε πράγματι ἐπάνω στόν Σταυρό. Προσέλαβε τό σῶμα μας «χωρίς ἁμαρτία». Δέν ἦταν πνεῦμα, οὔτε φαινόταν μόνο ὅτι ἔπαθε στόν Σταυρό, ὅπως ὑποστήριζαν διάφοροι αἱρετικοί (οἱ Μανιχαῖοι, οἱ Δοκῆτες καί Ἀφθαρτοδοκῆτες κ.λπ.). Ἐάν δέν εἶχε καί σῶμα, δέν θά σωζόμασταν οἱ ἄνθρωποι. Ἐάν δέν προσλάμβανε Ἐκεῖνος πλήρη τήν ἀνθρώπινη φύση μας, δέν θά θεραπευόμασταν. «Τό ἀπρόσληπτον καί ἀθεράπευτον», λένε οἱ ἱεροί Πατέρες.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι ἡ ταφή σημαίνει ὅτι «ἀπέθανε… τόν σωματικόν θάνατον… τό γάρ θαπτόμενον πάντως σῶμά ἐστι…» Μέ τήν ταφή Του ὁλοκληρώθηκε ἡ συντριβή τοῦ θανάτου, διότι, συνεχίζει ὁ ἱερός Πατήρ, «ὁ ᾅδης καταπιών τό σῶμα ἐκεῖνο διεσχίσθη, τοῦ σώματος αὐτοῦ διατεμόντος αὐτῷ τήν νηδύν» (ΕΠΕ 18Α 558-562). Ξέσχισε δηλαδή τήν κοιλιά τοῦ Ἅδη μέ τήν κάθοδό του σ’ αὐτόν ὁ ἀναστημένος Κύριος.
Ἐάν δέν θαπτόταν ὁ Χριστός, θά ἦταν μέν Νικητής τοῦ Σατανᾶ, ἀλλά χωρίς λάφυρα. Ἐάν δέν θαπτόταν, οἱ τάφοι θά ἦταν αἰώνιες κατοικίες μας. Νίκησε τόν «ἰσχυρόν» Διάβολο ἐπί τοῦ Σταυροῦ καί κατῆλθε στήν «οἰκία» του, τόν Ἅδη, μέ τήν ταφή Του καί «διήρπασε τά σκεύη αὐτοῦ», γιά νά θυμηθοῦμε σχετικό λόγο τοῦ Κυρίου (βλ. Ματθ. ιβ΄ 29).
Τήν παρουσιάζουν ὑπέροχα τήν ἀλήθεια αὐτή οἱ ἀναστάσιμοι ὕμνοι. Θυμάστε κανέναν; Τί λέει τό Ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα; «Σαρκί ὑπνώσας ὡς θνητός, ὁ βασιλεύς καί Κύριος, τριήμερος ἐξανέστης, Ἀδάμ ἐγείρας ἐκ φθορᾶς, καί καταργήσας θάνατον, Πάσχα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ κόσμου σωτήριον». Ἄλλο τροπάριο; «Τήν θεοπρεπῆ σου συγκάταβασιν δοξάζοντες ὑμνοῦμέν σε, Χριστέ! Ἐτέχθης ἐκ Παρθένου καί ἀχώριστος ὑπῆρχες τῷ Πατρί. Ἔπαθες ὡς ἄνθρωπος καί ἑκουσίως ὑπέμεινας Σταυρόν. Ἀνέστης ἐκ τοῦ τάφου, ὡς ἐκ παστάδος (=νυφικοῦ θαλάμου) προελθών, ἵνα σώσῃς τόν κόσμον, Κύριε, δόξα σοι». Θυμάστε καί τό ὡραῖο καί γνωστότατο ἐκεῖνο Ἀπολυτίκιο τοῦ Πλαγίου Α΄ ἤχου πού ψάλλεται συχνότατα στούς Ναούς μας; «Τόν συνάναρχον Λόγον Πατρί καί Πνεύματι…»
Τί τονίζουν ὅλοι αὐτοί οἱ ἀναστάσιμοι ὕμνοι; Ὅτι ἀπέθανε καί ἐτάφη πραγματικά ὁ Κύριος καί μέ τήν Ἀνάστασή Του «συνανέστησε… χειρί παντοδυνάμῳ» τόν Ἀδάμ, ὅλη δηλαδή τήν «πεπτωκυῖα» ἀνθρωπότητα (βλ. καί Κολασ. α΄ 22).
Ἐάν δέν θαπτόταν καί δέν ἀνασταινόταν ὁ Κύριος, τονίζει ἄλλος ὕμνος, θά παρέμενε κλειστός ὁ Παράδεισος. Θυμάστε πότε ψάλλεται ὁ ὕμνος αὐτός; Στίς κηδεῖες: «Ὁ θάνατός σου, Κύριε, ἀθανασίας γέγονε πρόξενος. Εἰ μή γάρ ἐν μνήματι κατετέθης, οὐκ ἄν ὁ Παράδεισος ἠνέωκτο».
Ἡ Ταφή καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τή σωτηρία μας. Χωρίς αὐτές δέν ὑπάρχει σωτηρία καί ἀλλαγή καί μεταμόρφωση τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτό ἀποτελοῦν βάση καί θεμέλιο τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὑπάρχει γι’ αὐτό καί μόνο τόν σκοπό: τή συνέχιση τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Θεανθρώπου. Ἐξατομικεύεται δέ αὐτή ἡ σωτηρία σέ καθέναν ὁ ὁποῖος βαπτίζεται, συνθάπτεται δηλαδή μέ τόν Χριστό, γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας Του καί ὁδηγεῖται δι’ αὐτῆς στήν ψυχική νεκρανάσταση, τήν ἀναγέννηση, τήν ἁγιότητα καί τή σωτηρία (βλ. καί Ρωμ. στ΄ 1-11, Α΄ Θεσ. δ΄ 14).
2. Πόσες ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος ἀναφέρει ἡ περικοπή μας; Ἕξι. Καί μάλιστα σέ πλήθη ἀνθρώπων. Γιατί ἄραγε; Δέν ἦταν ἀρκετό νά ἐμφανισθεῖ μόνο στόν Πέτρο ἤ σέ μία ἀπό τίς Μυροφόρες; Ἐμφανίσθηκε σέ πολλούς γιά νά βεβαιωθοῦν πλήρως ὅτι ἀναστήθηκε. Ἐμφανιζόταν ἐπί 40 ἡμέρες στούς Μαθητές, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «βουλόμενος ἀσθένειαν διορθῶσαι τῶν μαθητῶν» (PG 51, 107). Ἐπειδή ἤθελε νά θεραπεύσει τή δειλία καί ὀλιγοπιστία τους.
Οἱ ἐμφανίσεις σημαίνουν ὅτι τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως δέν ἦταν πλάσμα τῆς φαντασίας λίγων ἀνθρώπων. Δέν ἦταν δυνατόν νά εἶχαν παραισθήσεις ἑκατοντάδες ἄνθρωποι. «Ἀδιασείστως ἐξηλελεγμένον ὑπῆρξε τό γεγονός τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ τόσον πολλοί καί εἰς διαφόρους περιστάσεις καί χρόνους εἶδον αὐτόν ζῶντα» (Π. Ν.Τρεμπέλας). Ἄνθρωποι μέ διαφορετικούς χαρακτῆρες καί ἰδιοσυγκρασίες καί χωρίς νά ἔχουν κάποια σχετική προδιάθεση, ὥστε νά περιμένουν τέτοιο θαῦμα, δέν ἦταν δυνατόν νά κυριευθοῦν ὅλοι ἀπό ψευδαισθήσεις.
Τό ὅτι ἐπίσης ἔπαυσαν ἀπότομα μετά τήν Ἀνάληψη οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου, σημαίνει ὅτι ἦταν πραγματικές οἱ ἕως τότε σωματικές ἐμφανίσεις Του στούς Μαθητές Του. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στόν ἀπ. Παῦλο, πού ἔγινε κατόπιν, ἦταν ἔκτακτη καί κάπως διαφορετική ἀπό τίς ἄλλες. Ἦταν βεβαίως καί αὐτή πραγματική καί ὄχι ἁπλῶς ὑποκειμενικό βίωμα. Πῶς τό γνωρίζουμε; Ἀπό τό ὅτι καί οἱ συνοδοί του στόν δρόμο πρός τή Δαμασκό ἄκουσαν τόν ἦχο τῆς φωνῆς τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος μιλοῦσε πρός τόν Σαῦλο (βλ. Πράξ. θ΄ 3-8).
Τί εἶναι ὅμως ἐκεῖνο πού πιστοποιεῖ ἀπόλυτα ὅτι δέν εἶχαν παραισθήσεις οἱ Μαθητές, ἀλλά ἦταν ἀπολύτως βέβαιοι ὅτι εἶδαν τόν Ἀναστάντα; Ἡ μεταστροφή καί ἠθική μεταβολή τους. Ἄν δέν ἦσαν βέβαιοι ὅτι ἀναστήθηκε, πῶς θά τολμοῦσαν αὐτοί, πού Τόν εἶχαν ἐγκαταλείψει «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων», νά παρουσιάζονται ἐνώπιον τῶν Ἰουδαίων καί νά κηρύττουν ἀτρόμητοι τήν Ἀνάστασή Του καί νά χύσουν καί τό αἷμα τους γι’ αὐτό τό κήρυγμα;
Οὔτε ἦταν δυνατόν νά ἐπηρεάσει ἡ Ἐκκλησία στή συνέχεια τόν κόσμο, νά ἀλλάξει τά ἤθη καί ἔθιμα αἰώνων, νά στρέψει τά ἐνδιαφέροντα τῶν ἀνθρώπων πρός τά οὐράνια καί νά ἐξαγιάσει τή ζωή τους, ἐάν δέν εἶχε ἐκπληρωθεῖ καί δέν ἦταν πραγματικότητα διαρκής ἡ ὑπόσχεση τοῦ Ἀναστάντος, μέ τήν ὁποία κλείνει τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο. Τή θυμάστε; «Καί ἰδού ἐγώ (ὁ Νικητής δηλαδή τοῦ θανάτου) μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν» (Ματθ. κη΄ 20). Ζοῦσε ἡ Ἐκκλησία τήν παρουσία τοῦ Ἀναστάντος ἀνάμεσά της, διαπίστωνε τή Χάρι τῆς παντοκρατορικῆς δυνάμεώς Του καί γι’ αὐτό κήρυττε καί κηρύττει ἄφοβα τήν Ἀνάστασή Του.
«Ἐάν ἡ χριστιανική πίστις δέν ἦτο ἡ πίστις τοῦ Ἀναστάντος καί κατά συνέπειαν τοῦ αἰωνίως ζῶντος καί ζωοποιοῦντος Κυρίου, ποῖος θά ἠδύνατο νά ἐμπνεύσῃ τούς Μάρτυρας εἰς τόν ἆθλον τοῦ μαρτυρίου, καί τούς Ὁμολογητάς εἰς τόν ἆθλον τῆς ὁμολογίας, καί τούς Ἀσκητάς εἰς τόν ἆθλον τῆς ἀσκήσεως, καί τούς Ἀναργύρους εἰς τόν ἆθλον τῆς ἀναργυρίας, καί τούς Νηστευτάς εἰς τόν ἆθλον τῆς νηστείας καί ἐγκρατείας, καί ὁποιονδήποτε Χριστιανόν εἰς ὁποιονδήποτε εὐαγγελικόν ἆθλον;» (Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὅ.π., σελ. 48).
Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά γιά ἐμᾶς σήμερα; Ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου δέν πρέπει νά ἀντιμετωπίζεται ἁπλῶς σάν ἕνα ἱστορικό γεγονός τοῦ παρελθόντος, ἀλλά νά τό βιώνουμε ὡς τήν πηγή τῆς δυνάμεώς μας, καί τή σταθερή βάση τοῦ ἀγώνα γιά τόν ἐξαγιασμό μας (βλ. καί Φιλιπ. γ΄ 10). Αὐτή ἡ βίωση θά δίνει καί στούς συνανθρώπους μας, πού θά μᾶς βλέπουν, τή βεβαιότητα ὅτι «ἀληθῶς ἀνέστη» καί ζεῖ ἀνάμεσά μας ὁ Κύριος!
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Οὕτω κηρύσσομεν»… Χριστός Ἀνέστη!