Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου συνῆλθε τὴν 22-5-2023 σὲ ἔκτακτη συνεδρία ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ.κ. Γεωργίου, προκειμένου νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν πρόταση νόμου ποὺ τροποποιεῖ τὸν Ποινικὸ Κώδικα μὲ τὴν προσθήκη ἄρθρου ἀναφορικὰ μὲ τὶς «ψευδοθεραπεῖες μεταστροφῆς» σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ.
Πρόκειται γιὰ τὴν τροπολογία ποὺ ψηφίσθηκε πρὸ ἑνὸς περίπου ἔτους καὶ στὴν Ἑλλάδα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἀπαγορεύεται – μὲ ποινὲς φυλακίσεως καὶ χρηματικῶν προστίμων – σὲ ψυχολόγους, ψυχιάτρους καὶ λοιποὺς εἰδικοὺς Ὑγείας ἡ προσπάθεια μεταστροφῆς τοῦ σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ, ταυτότητας καὶ ἐκφράσεως φύλου χωρὶς τὴ ρητὴ συγκατάθεση τοῦ ἐνδιαφερομένου. Ἐπιπλέον, οὔτε οἱ γονεῖς ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ὁδηγήσουν τὰ ἀνήλικα παιδιά τους σὲ εἰδικοὺς ψυχικῆς ὑγείας γιὰ νὰ ὑποβληθοῦν σὲ τέτοιες πρακτικές. Ἡ λογικὴ τῆς ἐν λόγῳ τροπολογίας εἶναι ὅτι ἡ ἔκφραση ὁποιουδήποτε σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ καὶ ταυτότητας φύλου δὲν συνιστᾶ ψυχικὴ ἀσθένεια, ὥστε νὰ χρήζει θεραπείας.
Εἶναι γνωστὸ ὡστόσο ὅτι στὶς πρακτικὲς μεταστροφῆς, ἐκτὸς τῆς ὁρμονοθεραπείας, ψυχοθεραπείας κ.λπ., συγκαταλέγεται καὶ ἡ «ἀναγκαστικὴ κατήχηση» (ἔτσι τὸ ὀνομάζουν). Ἑπομένως δὲν εἶναι καθόλου ἀπίθανο κάποιος ἱερέας – πνευματικὸς νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἐκβιάζει τὸν σεξουαλικὸ προσανατολισμὸ ἑνὸς παιδιοῦ, σὲ περίπτωση ποὺ προσπαθήσει νὰ τὸ μεταπείσει ἀπὸ τὴν ἐπιλογὴ τῆς ὁμοφυλοφιλίας ἢ τῆς ἀλλαγῆς φύλου ἐκ μέρους του.
Τὸ ἀνακοινωθὲν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἀναφέρεται ἐμμέσως πλὴν σαφῶς σ’ αὐτὸ τὸ ἐνδεχόμενο, κάνοντας λόγο γιὰ ποινικοποίηση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς μακραίωνης παραδόσεως τῆς πατρίδος μας.
Ἀφοῦ δηλαδὴ δηλώσει ξεκάθαρα τὴν πιστότητά της στὴ διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅτι ὑπάρχουν δύο μόνο φύλα, «ἄρσεν καὶ θῆλυ», καὶ ὅτι τὸ φύλο, δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, «προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπινου σώματος καὶ δὲν ἀποτελεῖ στοιχεῖο ἐπιλογῆς, αὐτοπροσδιορισμοῦ ἢ μεταβολῆς κατὰ βούληση», ἔπειτα προβαίνει σὲ σημαντικότατες ἐπισημάνσεις καὶ καταγγελίες:
«Ἡ τροποποίηση του Νόμου καὶ ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ πιὸ πάνω ἄρθρου στὸν Ποινικὸ Κώδικα ἰσοδυναμεῖ μὲ ἰσοπέδωση τοῦ δικαιώματος τῆς ἐλεύθερης θρησκευτικῆς ἔκφρασης καὶ τῶν πεποιθήσεων τοῦ κυπριακοῦ λαοῦ, ποὺ προστατεύονται ἀπὸ τὰ ἄρθρα 18 καὶ 19 τοῦ Συντάγματος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας καὶ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. (…) Ποινικοποιεῖται ἡ θρησκευτικὴ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου (…) [καί] ἡ μακραίωνη παράδοση τῆς Πατρίδας μας, ἡ ὁποία θέλει τοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐμπιστεύονται ἐλεύθερα τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ καταφεύγουν σὲ αὐτὴ συμβουλευτικά. Ποινικοποιεῖται τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου νά (…) ἀναζητεῖ, στὸ πλαίσιο τῆς νομιμότητας καὶ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, στήριξη καὶ πνευματικὴ καθοδήγηση σὲ ζητήματα τὰ ὁποῖα εἶναι ἄκρως προσωπικὰ καὶ εὐαίσθητα (…)».
Καὶ συνεχίζει: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαναγκάζεται στὴ σιωπὴ πρὸς χάριν τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τῆς λεγόμενης Νέας Τάξης Πραγμάτων. (…) Ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς προστασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, δὲν μπορεῖ μιὰ ὁμάδα ἀνθρώπων νὰ ἐπιβάλλει τὸν τρόπο ζωῆς της στοὺς ἄλλους. (…) Κάνουμε, ὡς ἐκ τούτου, ἔκκληση στοὺς βουλευτές μας νὰ μὴν ἐκθεμελιώσουν ὅ,τι ὑγιὲς ἀπέμεινε σ’ αὐτὸ τὸν τόπο. Ὁ πνευματικὸς ἐκφυλισμὸς τῆς κοινωνίας δὲν εἶναι τὸ καλύτερο γιὰ ἕνα λαὸ ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἐθνική του ἐπιβίωση».
Λοιπόν, ποῦ τὸ πᾶνε οἱ ἐκθεμελιωτὲς «ὅ,τι ὑγιοῦς ἀπέμεινε σ’ αὐτὸ τὸν τόπο»; Νὰ ποινικοποιήσουν καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ὥστε νὰ θεωρεῖται ἐκβιαστὴς ὅποιος τὴν ἐκθέτει προκειμένου νὰ μεταπείσει τοὺς ἀντιθέτους; Ὅμως, ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν οἱ αἰώνιοι πολέμιοι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ σωτήριου νόμου Του δὲν γνωρίζουν ὅτι τὸ μόνο ποὺ πετυχαίνουν εἶναι νὰ «λακτίζουν εἰς κέντρα».