Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Ἐφέτος, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά συμμελετήσουμε στίς συναντήσεις μας τήν Καθολική Ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου. Πρόκειται γιά μία πολύ πρακτική Ἐπιστολή, ἡ ὁποία θά μᾶς δώσει πολλά καί ἀπαραίτητα μηνύματα γιά τήν καθημερινή μας ζωή. Ὁ χρόνος συγγραφῆς της: πιθανόν λίγο πρίν τό 50 μ.Χ. Σκοπός της εἶναι ἡ παρηγορία τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀντιμετώπιζαν ποικίλες δυσκολίες, καθώς ἐπίσης ὁ ἔλεγχος ὁρισμένων παρεκτροπῶν καί ἡ διόρθωσή τους, ὅπως καί ἡ ὑπόδειξη τοῦ τέλειου χριστιανικοῦ παραδείγματος.
Μελέτη περικοπῆς: Ἰακ. α΄ 1-4.
1. Στόν πρῶτο στίχο, ὅπως γινόταν τότε, ἀναφέρονται τό ὄνομα τοῦ ἀποστολέα τῆς Ἐπιστολῆς καί οἱ παραλῆπτες της.
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι δέν γράφει ὅτι εἶναι Ἀπόστολος τοῦ Κυρίου, ἀλλά τί; «Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος». Στή φράση αὐτή παρατηροῦμε ἀρχικά ὅτι συνδέει τόν Θεό μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, διότι εἶναι δοῦλος καί τῶν δύο σέ ἴσο βαθμό, χωρίς νά μειώνει τόν Κύριο Ἰησοῦ. Εὐθύς ἐξαρχῆς δηλαδή ἔχουμε μία σπουδαία δογματική ἀλήθεια: Δέν εἶναι κτίσμα ὁ Κύριος, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἄρειος. Κάτι σχετικό βρίσκουμε καί στόν λόγο τοῦ Θεανθρώπου: «ἐγώ καί ὁ πατήρ ἕν ἐσμεν» (Ἰω. ι΄ 30. Βλ. καί ιδ΄ 4-11).
Τί φανερώνει ὅμως ἡ φράση «Κυρίου… δοῦλος»; Τήν αὐτογνωσία καί τή βαθιά ταπεινοφροσύνη του. Γιατί; Ὅταν τά ἔγραφε αὐτά, ἦταν Ἐπίσκοπος τῶν Ἱεροσολύμων καί τόν σέβονταν ὅλοι, καί αὐτοί ἀκόμη οἱ Ἰουδαῖοι, γιά τήν εὐλάβειά του, καθώς καί ὅλοι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι. Αὐτός μάλιστα προήδρευσε στήν Ἀποστολική Σύνοδο πού συνῆλθε στά Ἱεροσόλυμα τό 50 μ.Χ. (βλ. Πράξ. ιε΄ 1-21). Παρά τό κύρος του, γνώριζε τή θέση του. Ἤξερε ὅτι δέν ἦταν Ἀπόστολος. Ἄλλοι εἶχαν κληθεῖ στό ὕψιστο αὐτό λειτούργημα.
Ἐνῶ δέ ὀνομαζόταν ἀπό ὅλους «Ἀδελφόθεος», διότι ἦταν γιός τοῦ μνήστορος Ἰωσήφ καί ἔζησε στήν ἰδία κατοικία μέ τόν Ἰησοῦ ἀπό τή νηπιακή Του ἡλικία, δέν χρησιμοποιεῖ τήν ἰδιότητά του αὐτή. Μεγαλύτερο τίτλο τιμῆς γιά τόν ἑαυτό του θεωροῦσε τό ὅτι ἦταν «δοῦλος» Του.
Ὅταν λέει «ταῖς δώδεκα φυλαῖς ταῖς ἐν τῇ διασπορᾷ», ἐννοεῖ τούς Χριστιανούς πού προῆλθαν ἀπό τούς Ἑβραίους τούς διασκορπισμένους σέ ὅλο τόν κόσμο. Ὁ διασκορπισμός τῶν Ἑβραίων εἶχε γίνει καί ἀπό τούς Βαβυλώνιους καί ἀπό τούς Ρωμαίους. Ἐκεῖ ὅπου ζοῦσαν ξένοι καί παρεπίδημοι, συναντοῦσαν πολλές δυσκολίες καί γι’ αὐτό ἔρχεται καί τούς τονώνει μέ τήν Ἐπιστολή του ὁ Ἅγιος.
Ἡ λέξη «χαίρειν» εἶναι ὁ συνηθισμένος τρόπος χαιρετισμοῦ τοῦ ἀποστολέα πρός τούς παραλῆπτες τῆς Ἐπιστολῆς.
2. Ἀπό τόν δεύτερο στίχο εἰσέρχεται ἀμέσως στό θέμα του. Ποιό εἶναι αὐτό; Ἡ τόνωση ὅσων δοκιμάζονται. Τούς ὀνομάζει «ἀδελφούς». Τί ἐπιτυγχάνει μέ αὐτό; Νά αἰσθανθοῦν οἱ ἀναγνῶστες του ὅτι εἶναι κοντά τους καί τούς νιώθει καί τούς συμπονεῖ. Τί τούς προτρέπει; Νά χαίρονται, ὅταν περιπέσουν σέ ποικίλους πειρασμούς. Ὅταν λέει ποικίλους, ἐννοεῖ διάφορους πειρασμούς. Οἱ Ἑρμηνευτές ὅμως σημειώνουν ὅτι ἐδῶ πρόκειται γιά πειρασμούς πού δέν ἔχουν αἰτία αὐτούς πού δοκιμάζονται. Ἔρχονται στή ζωή τους χωρίς νά φταῖνε οἱ ἴδιοι: ἀσθένειες, διωγμοί, ὕβρεις, ζημιές, θάνατοι προσφιλῶν κ.λπ.
Ὁ Κύριός μας μᾶς δίδαξε μέ τήν «Κυριακή» προσευχή νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό νά «μή εἰσενέγκῃ ἡμᾶς εἰς πειρασμόν…» Πῶς συμβιβάζεται αὐτό μέ ὅσα γράφει ἐδῶ ὁ Ἀδελφόθεος; Ὁ πειρασμός καί ἡ δυσκολία εἶναι πάντοτε ἀνεπιθύμητα. Γιατί; Διότι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀδύναμοι. Ἄν ὅμως ἐπιτρέψει ὁ Θεός καί μᾶς βροῦν, χωρίς νά εὐθυνόμαστε ἐμεῖς, καί ἀρχίσουν οἱ δυσκολίες καί οἱ πόνοι, δέν πρέπει νά λυπούμαστε καί νά ἀδημονοῦμε. Οἱ ἀκούσιοι πειρασμοί, γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, προκαλοῦν συνήθως ὀδύνη στό σῶμα, ἀλλά ἡδονή στήν ψυχή. Ἐνῶ οἱ ἑκούσιοι ἔχουν ἀντίστροφη ἐπίδραση.
3. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀντιμετωπίσει κανείς μέ χαρά τούς ἀκούσιους πειρασμούς; Τί γράφει ὁ Ἅγιος στόν 3ο στίχο; Πρέπει νά θεωρήσουμε τούς πειρασμούς ὡς εὐκαιρία γιά νά ἀσκηθοῦμε στήν ἀρετή. Ἡ λέξη «δοκίμιον» σημαίνει ὅτι δοκιμάζεται ἡ πνευματικότητά μας μέ τούς πειρασμούς αὐτούς. Δίνουμε κατά κάποιον τρόπο ἐξετάσεις. Πρωτίστως στήν ἀρετή τῆς πίστεως καί ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καί τῆς ἐξαρτήσεως τῆς ζωῆς καί τῆς ἐλπίδας μας ἀπό Ἐκεῖνον. Δέν πρέπει δηλαδή νά μειώνεται καθόλου ἡ ἐμπιστοσύνη μας στίς σχετικές ὑποσχέσεις καί διαβεβαιώσεις Του ὡς πρός τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς. Θυμάστε καμία; «Πιστός ὁ Θεός ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν» (Α΄ Κορ. ι΄ 13). Καί «οὐ μή σέ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σέ ἐγκαταλίπω» (Ἑβρ. ιγ΄ 5). Δέν θά σέ ἀφήσω μόνο σου ποτέ. Ἡ πίστη σ’ αὐτά τά λόγια δέν πρέπει νά κλονίζεται, ἔστω καί ἄν σείεται ὁ κόσμος γύρω μας. Ἔτσι δοκιμάζεται, ζυγίζεται ἡ πίστη μας καί ἀποδεικνύεται σταθερή, δόκιμη.
4. Ποιός εἶναι ὁ καρπός αὐτῆς τῆς δοκιμασίας τῆς πίστεως; Ἡ ὑπομονή. Καί εἶναι τόσο σπουδαῖος ὁ καρπός αὐτός, ὥστε νά τονίζει μέ τόση ἔμφαση ὁ ἅγιος συγγραφέας ὅτι πρέπει νά χαίρεται πολύ κανείς, ὅταν πειράζεται καί δοκιμάζεται μέ πειρασμούς πού καταλήγουν σέ ὑπομονή; Ἄς ρωτήσουμε νοερά τόν ἥρωα τῆς ὑπομονῆς, τόν δίκαιο Ἰώβ, καί θά λάβουμε τήν ἀπάντηση. Ἄς ρωτήσουμε ὅσους ὑπομένουν καθημερινά τίς δοκιμασίες τοῦ βίου τους, τούς γονεῖς μέ τίς τόσες δυσκολίες τῆς οἰκογένειας, τούς εὐσυνείδητους ἐκπαιδευτικούς καί λοιπούς ἐπαγγελματίες μέ τίς ποικίλες ἀντιξοότητες τῆς ἐργασίας τους καί ὅλους ὅσοι σηκώνουν ἀγόγγυστα τόν σταυρό τῶν ἀσθενειῶν καί τῶν θλίψεών τους, καί θά κατανοήσουμε πόσο ἀξίζει ἡ ὑπομονή.
Γιά τή σημασία αὐτῆς τῆς ὑπομονῆς, πού ἐπιδεικνύεται στίς θλίψεις, εἶναι πολύ ἐμφαντικά τά ὅσα γράφει ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος: «Ἡ θλῖψις ὑπομονήν κατεργάζεται, ἡ δέ ὑπομονή δοκιμήν, ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει» (Ρωμ. ε΄ 3-5). Προξενεῖ ἡ ὑπομονή αὐτή «ἀκαταίσχυντον ἐλπίδα» στόν Θεό, σημειώνει πάλι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό Ὑπόμνημά του στήν ἐπιστολή πού μελετᾶμε.
Ἡ ὑπομονή πού βασίζεται στήν πίστη εἶναι τό ἀπολύτως ἀπαραίτητο στήριγμά μας σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς μας, διότι, καθώς γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «πολλῆς ὑπομονῆς δεῖται (=ἔχουν ἀνάγκη) τά ἡμέτερα (=τά θέματά μας)» (ΕΠΕ 13, 732).
5. Ἀξίζει ὅμως νά προσέξουμε καί τήν προστακτική τῆς προτάσεως τοῦ τέταρτου στίχου. «Ἐχέτω» (=Νά ἔχει, ἄς ἔχει). Δηλαδή σάν νά τούς λέει: Προσέχετε ὥστε καί νά ἔχετε ὑπομονή καί νά προάγεσθε σ’ αὐτήν. Ἡ χριστιανική ὑπομονή δέν εἶναι «στωϊκή ἀπάθεια», γράφει ὁ καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας, ἀλλά «θριαμβευτική κατανίκησις τῶν θλίψεων». Ἔχει στάδια καί βαθμίδες ἡ ὑπομονή καί πρέπει νά τά κατακτήσουμε ὅλα, γιά νά μήν ὑπολειπόμαστε σέ τίποτε, ἀλλά καί γιά νά ἔχουμε καί νά ἀπολαμβάνουμε πλήρεις τούς καρπούς πού αὐτή χαρίζει. Μή μείνουμε στά χαμηλά. Μήν ἀρκεσθοῦμε στά λίγα, πού δέν ἀπαιτοῦν πολύ κόπο. Χρειάζεται νά ἀποκτήσουμε τήν πλήρη καί τέλεια ὑπομονή, διότι αὐτή σώζει, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου «ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. κδ΄ 13).
Ἄς παρακαλοῦμε λοιπόν τόν Κύριο νά ἀντιμετωπίζουμε μέ αὐτό τό πνεῦμα τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς μας, πού εἶναι συχνότατες· ὡς εὐκαιρίες δηλαδή πνευματικῶν ἀγωνισμάτων πρός ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως καί οὐσιαστική ψυχική μας πρόοδο.
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Ἡ ὑπομονή ἔργον τέλειον ἐχέτω» (Ἰακ. α΄ 4)