Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Στό προηγούμενο θέμα, ὅπως θυμάστε, εἴδαμε τίς παρεκτροπές τῆς γλώσσας, οἱ ὁποῖες γίνονται αἰτία ἀναστατώσεων στήν οἰκογένεια καί στήν κοινωνία, ἀλλά καί λύπης καί ταραχῆς γι’ αὐτόν πού δέν ἐλέγχει τή γλώσσα του. Στό παρόν θέμα σάν συνέχεια, κατά κάποιον τρόπο, θά δοῦμε τήν ἀναστροφή ἡ ὁποία ἁρμόζει στόν ἀληθινό πιστό Χριστιανό. Πρακτικός πολύ καί στό σημεῖο αὐτό ὁ ἅγιος Ἰάκωβος, ὑποδεικνύει τί νά ἀποφεύγουμε καί τί νά πράττουμε. Ὡς ἀφετηρία τῶν λόγων του λαμβάνει τήν τάση πού ἔχουν ὁρισμένοι νά διδάσκουν, ὅπως ἤδη εἴπαμε, τούς ἄλλους καί νά φαίνονται σοφοί καί ἐπιστήμονες. Κάνει δέ μία οὐσιαστική διάκριση μεταξύ τῆς ἀληθινῆς καί θεάρεστης σοφίας ἀφενός, καί τῆς ψευδοῦς καί δαιμονιώδους ἀφετέρου.
Μελέτη περικοπῆς: Ἰακ. γ΄ 13-18.
- Τί ἐννοεῖ, ὅταν λέει «σοφός καί ἐπιστήμων», ὁ Ἀδελφόθεος; Μήπως ὅσους κατέχουν πτυχία πανεπιστημιακά καί διπλώματα; Ἀσφαλῶς καί αὐτούς, ἐφόσον ὅμως ζοῦν καί φέρονται ὡς ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι φωτίζονται ἀπό τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, κατανοοῦν τόν σκοπό τῆς ζωῆς καί ρυθμίζουν τά τῆς ζωῆς τους σύμφωνα μέ τό θέλημά Του, πού εἶναι τέλειο.
Λαμβάνει ἄραγε ἀρνητική στάση ὡς πρός τή σοφία καί ἐπιστήμη μέ ὅσα λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος; Ὁπωσδήποτε ὄχι. Γιατί; Διότι τή σοφία καί τή γνώση δέν τίς ἀποστρέφεται ὁ Θεός. Ἀντίθετα Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος τίς κατέχει σέ πλήρη καί τέλειο βαθμό, προικίζει μέ αὐτές καί τούς ἀνθρώπους. Στόν Κύριο, γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὑπάρχουν «πάντες οἱ θησαυροί τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι» (Κολασ. β΄ 3). Ὁ δέ θεόπνευστος ψαλμωδός Δαβίδ τονίζει ὅτι ὁ Θεός εἶναι «ὁ διδάσκων ἄνθρωπον γνῶσιν» (Ψαλ. 93, 10). Καί ὁ σοφός Σειράχ προσθέτει ὅτι ὁ Κύριος «ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ» (Σ. Σειρ. λη΄ [38] 6). Δέν εἶναι ἑπομένως ἀρνητική ἡ Ἁγία Γραφή ὡς πρός τή σοφία καί τήν ἐπιστήμη. Εἶναι δέ χαρακτηριστική ἡ γνώμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ὡς πρός τή μόρφωση καί τήν παιδεία. Θεωρεῖ τή γνώση καί τή μόρφωση τῶν Χριστιανῶν σπουδαῖο ἀγαθό. «Οἶμαι δέ πᾶσιν ἀνωμολογῆσθαι τόν νοῦν ἐχόντων, παίδευσιν τῶν παρ’ ἡμῖν ἀγαθῶν εἶναι τό πρῶτον, οὐ ταύτην μόνην τήν εὐγενεστέραν καί ἡμετέραν (=τήν θρησκευτική)… ἀλλά καί τήν ἔξωθεν (=τήν κοσμική) (PG 36, 508).
Ὑπάρχει διαφορά μεταξύ τοῦ σοφοῦ ἐπιστήμονα καί ἐγγράμματου ἀφενός καί τοῦ μορφωμένου ἀφετέρου; Μάλιστα. Ἕνας μορφωμένος δέν εἶναι κατ’ ἀνάγκην καί ἐπιστήμων, καί τό ἀντίθετο. Μπορεῖ ὅμως νά εἶναι κάποιος καί ἐπιστήμονας καί μορφωμένος. Αὐτός εἶναι ἀληθινά σοφός. Ἡ μόρφωση, ἤ διαφορετικά ἡ παιδεία, ἀναφέρεται περισσότερο στόν χαρακτήρα καί τή συμπεριφορά. Ἡ ἐπιστήμη άναφέρεται στή διανοητική γνώση. Χωρίς μόρφωση ὁ ἐπιστήμονας δέν εἶναι ἀληθινά σοφός. Χωρίς ἐπιστήμη ὁ μορφωμένος εἶναι σοφός.
- Τί τονίζει ὅμως ἐδῶ ὁ Ἅγιος ὡς δεῖγμα τῆς σοφίας; Τήν καλή ἀναστροφή. Αὐτός πού νομίζει καί λέει ὅτι εἶναι σοφός καί ἐπιστήμονας μεταξύ σας, γράφει, ἄς δείξει μέ τήν καλή του ἀναστροφή καί ὄχι ἁπλῶς μέ τά λόγια του τή σοφία του. Ἡ σοφία του θά ἀκτινοβολήσει μέ τά ἔργα του. Ὅπως σημειώνει ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας, «προκαλεῖται ὁ σοφός νά δείξῃ οὐχί τήν σοφίαν του, ἀλλά τήν πραότητά του».
Γιατί ἄραγε θεωρεῖ τήν πραότητα γενικά στή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου ὡς πιστοποιητικό τῆς ἀληθινῆς καί θεάρεστης σοφίας; Διότι ἡ πραότητα συμβαδίζει μέ τήν ταπείνωση. Καί μόνο ὅπου ὑπάρχει ταπεινοφροσύνη καταπέμπεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία ὀφείλεται καί ἡ δωρεά τῆς σοφίας Του. Αὐτός πού ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι σοφός, ἀλλά δέν ἔχει προσεκτική συμπεριφορά, γράφει καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «εἶναι ψεύστης καί δέν λέγει τήν ἀλήθειαν· ἐπειδή ἀνίσως τινάς δέν δείξῃ ἔργα ἐνάρετα, καί μακροθυμίαν καί πραότητα πρός τούς ἀδελφούς του, ἀλλά λέγει λόγια μόνον ρητορικά, καί πιθανά διά νά συστήσῃ τόν ἑαυτόν του… αὐτός φανερά ἐλέγχεται πώς δέν ἔχει εἰς τήν ψυχήν του κατοικοῦσαν τήν ἄνωθεν θείαν σοφίαν, περί τῆς ὁποίας εἶπεν ὁ Παροιμιαστής “Κύριος δίδωσι σοφίαν, καί ἀπό προσώπου αὐτοῦ γνῶσις καί σύνεσις” (Παρ. β΄ 6) καί ἐν τῇ Σοφίᾳ λέγει ὁ αὐτός: “Εἰς κακότεχνον ψυχήν οὐκ εἰσελεύσεται σοφία, οὐδέ κατοικήσει ἐν σώματι κατάχρεῳ ἁμαρτίας”« (Σ. Σολ. α΄ 4).
- Ποιά χαρακτηριστικά δείγματα κακῆς συμπεριφορᾶς ἀναφέρει ὁ Ἀδελφόθεος, γιά νά τονίσει ὅτι δέν εἶναι σοφός ἀληθινά καί κατά Θεόν ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος συμπεριφέρεται κατά τόν τρόπο αὐτόν; Τόν «πικρόν ζῆλον» καί τήν «ἐριθείαν». Δηλαδή; Τή ζήλεια, τόν φθόνο καί τήν ἐριστικότητα καί φιλονικία. Ὁ φθόνος καί ἡ φιλονικία εὐδοκιμοῦν στό ἔδαφος τῆς ψυχῆς πού ἔχει κυριευθεῖ καί διαποτισθεῖ ἀπό τόν ἐγωισμό καί τήν ὑψηλοφροσύνη. Πόσοι δέ κατά κόσμον σοφοί καί ἐπιστήμονες συμπεριφέρονται στό περιβάλλον τους μέ τρόπο ἐριστικό καί ἐνδεικτικό τοῦ πικροῦ ζήλου πού πυρπολεῖ τήν καρδιά τους! Νά μᾶς φυλάξει ὁ Θεός!
Πῶς ὀνομάζει ὁ Ἅγιος τή σοφία αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι φέρονται μέ ζῆλο καί ἐριστικότητα; «Ἐπίγειον, ψυχικήν, δαιμονιώδη»! Πῶς κατανοεῖτε τούς χαρακτηρισμούς αὐτούς; «Ἐπίγειος», δηλαδή προέρχεται ἀπό τή γῆ· δέν ἔχει σχέση μέ τόν οὐράνιο Πατέρα, ἔχει κίνητρα χαμηλά, κατώτερα. «Ψυχική» σοφία λέγεται αὐτή πού σχετίζεται ἁπλῶς μέ τή φυσική ζωή τοῦ ἀνθρώπου, μέ τά βιολογικά καί μόνο θέματά του καί τίς ἐνστικτώδεις καί ζωώδεις κινήσεις καί ἀνάγκες τοῦ σώματός του. «Δαιμονιώδης»: Τό ἀποκορύφωμα τῆς διεστραμμένης σοφίας. Προέρχεται ἀπό τούς δαίμονες. Δέν ὑπάρχουν μήπως καλλιτέχνες καί λογοτέχνες καί ἰατροί ἱκανοί, ἔξυπνοι, πού φαντάζουν κατά κόσμον καί προβάλλονται ὡς σπουδαῖοι, ταλαντοῦχοι καί σοφοί, ἀλλ’ εἶναι ὄργανα τοῦ Πονηροῦ; Ἡ ἀκαταστασία καί ἡ φαυλότητα, γιά τίς ὁποῖες ὁμιλεῖ στόν 16ο στίχο ὁ Ἅγιος καί οἱ ὁποῖες ἀκμάζουν στήν ἐποχή μας, δέν σχετίζονται μήπως καί μέ αὐτούς, τούς κατά κόσμον «χαρισματούχους» καί «σοφούς»;
- Ποιά ἀντιθέτως εἶναι τά χαρακτηριστικά τῆς ἄνωθεν καί θεόσδοτης σοφίας; «Ἁγνή, εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστή ἐλέους καί καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καί ἀνυπόκριτος». Κάθε λέξη κι ἕνας πολύτιμος λίθος ἀνεκτίμητης ἀξίας. Ἄς τούς θαυμάσουμε.
Ὁ κατά Θεόν σοφός εἶναι ἄνθρωπος ἁγνός, καθαρός, μέ ἁγνά ἐλατήρια σέ ὅλες τίς κινήσεις του, μέ εὐθεία καί ἄδολη τήν καρδιά του. Εἶναι εἰρηνικός. Δέν εἶναι ἐριστικός καί φιλόνικος. Ἔχει εἰρήνη στήν ψυχή του καί γίνεται εἰρηνοποιός γιά τούς συνανθρώπους του. Εἶναι ἐπιεικής. Δέν κρίνει μέ σκληρότητα τούς ἄλλους, ἀλλά δεικνύει κατανόηση καί συμπάθεια. Εἶναι εὐπειθής. Δέν εἶναι πεισμώδης καί ἀμετάπειστος, ἀλλ’ ὑποχωρητικός· ὄχι ὅμως καί εὔπιστος. Ἡ ὑποχωρητικότητα ἀφορᾶ σέ θέματα ἀναστροφῆς καί ὄχι Πίστεως. Εἶναι ἀκόμη γεμάτος μέ εἰλικρινή ἀγάπη, μέ ἔλεος, μέ εὐσπλαχνία δηλαδή πρός ὅλους, πράγματα ξένα στούς κατά κόσμον «σοφούς». Γεμάτος μέ ἀγαθοεργίες καί φιλανθρωπία ἀθόρυβη. Εἶναι καί «ἀδιάκριτος». Δέν ἐννοεῖ τήν ἀδιακρισία μέ τή σημερινή ἔννοια, ἀλλά τήν ἀδίστακτη καί ἀναμφίβολη πίστη στόν Θεό, γιά τήν ὁποία ἔγινε ἤδη λόγος (βλ. Ἰακ. α΄ 6). «Ἀνυπόκριτος»: Ὁ κατά Θεόν σοφός δέν φορεῖ προσωπεῖα ἀνάλογα μέ τίς περιστάσεις, ἀλλά φέρεται παντοῦ καί πάντοτε μέ ἁπλότητα καί εἰλικρίνεια (βλ. καί Α΄ Τιμ. α΄ 5).
- Στόν τελευταῖο στίχο ἀναφέρει ὁ Ἅγιος καί τήν κοινωνική προσφορά τῶν κατά Θεόν σοφῶν. Ὁμιλεῖ γιά τήν καρποφορία τῆς πνευματικῆς σπορᾶς τους. Ὅταν λέει «καρπός δικαιοσύνης», ἐννοεῖ «καρπός τῆς ἁγιότητος καί ἀρετῆς». Ἡ λέξη «δικαιοσύνη» στήν Ἁγία Γραφή σημαίνει τήν ἁγιότητα καί ἀρετή. Οἱ ἀληθῶς σοφοί, λέει, σπέρνουν μέ τή ζωή τους τήν ἁγία εἰρηνικά στούς συνανθρώπους τους τήν εἰρήνη. Κι ἐνῶ οἱ κατά κόσμον σοφοί καί τῆς δαιμονιώδους σοφίας κάτοχοι σπέρνουν ἐγωιστικά τήν ἀκαταστασία καί φαυλότητα, ἀντίθετα οἱ κατά Θεόν σοφοί ἀποδεινύονται εἰρηνοποιοί καί παράγοντες εὐεργετικοί γιά τούς συνανθρώπους τους. Προσφέρουν τό βασικότατο ἀγαθό πού ποθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή: Τήν «εἰρήνην τοῦ Θεοῦ τήν ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν» (Φιλιπ. δ΄ 7).
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Τίς σοφός καί ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τά ἔργα αὐτοῦ» (Ἰακ. γ΄ 13).