ΘΕΜΑ: Ἡ πάλη τοῦ Ἰακώβ
ΕΒΔΟΜΑΔΑ: 5-11 Φεβρουαρίου 2024
ΑΡΘΡΟ: «Ἡ πάλη τοῦ Ἰακώβ», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2298/1.12.23/σελ. 488-489.
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Γεν. λβ΄ 24-32
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ: 1. Π. Ν. Τρεμπέλα, «Ὁ Ἰακώβ», σελ. 97-108, ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθῆναι 20117. 2. Ἀρχιμ. Ἀστερίου Σ. Χατζηνικολάου, «Ἡ κραυγή μου πρός σέ ἐλθέτω», ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθῆναι 202114.
Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Άρθρο |
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Μία θαυμάσια διήγηση ἀπό τήν ἱερή ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης θά ζωντανέψουμε σήμερα στή μνήμη μας. Θά μελετήσουμε τήν πάλη τοῦ Ἰακώβ. Μέ ποιόν πάλεψε ὁ Ἰακώβ καί ποιός νίκησε σ᾿ αὐτή τήν πάλη;
Ἐκ προοιμίου νά ποῦμε ὅτι ὁ πατριάρχης Ἰακώβ ἦταν ὁ δεύτερος γιός τοῦ πατριάρχη Ἰσαάκ καί τῆς Ρεβέκκας. Ἡ μητέρα του Ρεβέκκα ἦταν στείρα, ἀλλά προσευχήθηκε στόν Θεό νά τῆς χαρίσει παιδιά καί τῆς χάρισε δίδυμα ἀγοράκια. Ὁ πρῶτος γιός πού βγῆκε ἀπό τά σπλάχνα της ἦταν κοκκινωπός καί τριχωτός, γι᾿ αὐτό τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Ἡσαῦ. Ἀκολούθησε ὁ δεύτερος, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε τήν πτέρνα τοῦ ἀδελφοῦ του. Γι᾿ αὐτό τόν ὀνόμασε Ἰακώβ, πού σημαίνει «ὑποσκελιστής». Παρόλο πού τά πρωτοτόκια ἀνῆκαν στόν Ἡσαῦ, ἐφόσον αὐτός γεννήθηκε πρῶτος, τά πῆρε ὁ Ἰακώβ γιά δυό λόγους: Πρῶτον, διότι τοῦ τά πούλησε ὁ Ἡσαῦ γιά ἕνα πιάτο φακῆς. Καί δεύτερον, διότι ὁ Ἰακώβ, δασκαλεμένος ἀπό τή μητέρα του Ρεβέκκα, ἐφάρμοσε ἕνα τέχνασμα, μέ τό ὁποῖο ἀπέσπασε τήν εὐλογία τοῦ πατέρα του Ἰσαάκ πρίν ἀπό τόν Ἡσαῦ. Κατόπιν ὁ Ἡσαῦ ἤθελε νά σκοτώσει τόν Ἰακώβ. Ὁ Ἰακώβ, γιά νά γλυτώσει ἀπό τό φονικό μαχαίρι τοῦ ἀδελφοῦ του, ἔφυγε ἀπό τή Χαναάν καί πῆγε στή Χαρράν τῆς Μεσοποταμίας στόν θεῖο του Λάβαν. Ἐκεῖ δούλεψε σκληρά, δημιούργησε οἰκογένεια, ἀπέκτησε 10 παιδιά «καί ἐπλούτισε σφόδρα» (Γεν. λ΄ 43). Κατόπιν τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «Γύρνα πίσω στήν πατρίδα σου, στό σπίτι τοῦ πατέρα σου, κι Ἐγώ ὁ παντοδύναμος Θεός θά εἶμαι μαζί σου» (Γεν. λα΄ 3). Ὁ Ἰακώβ ὑπακούοντας στή φωνή τοῦ Θεοῦ ἀποφάσισε νά ἐπιστρέψει στή Χαναάν. Κατά τήν ἐπιστροφή του συνέβησαν πολλά θαυμαστά. Καί ἡ πάλη τοῦ Ἰακώβ μέ τόν Θεό, τήν ὁποία θά μελετήσουμε σήμερα.
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Θά διαβάσουμε τό κείμενο καί τήν ἑρμηνεία, ἤ μόνο τήν ἑρμηνεία, τοῦ ἁγιογραφικοῦ Ἀναγνώσματος: Γεν. λβ΄ 24-32, ἀπό τό βιβλίο: «Ἡ Παλαιά Διαθήκη μέ σύντομη ἑρμηνεία», τόμ. Α΄, σελ. 106-107, ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθήνα 2023.
Α΄ ΜΕΡΟΣ: Ἡ πάλη τοῦ Ἰακώβ
1. Ἔπειτα θά διαβάσουμε τό πρῶτο Μέρος τοῦ ἄρθρου «Ἡ πάλη τοῦ Ἰακώβ», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2298/1.12.23/σελ. 488-489, ἕως ἐκεῖ πού λέει: «Δηλαδή, ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος!», σελ. 489, α΄ στήλη, καί θά ρωτήσουμε τά Μέλη: Τί μᾶς λέει ἡ διήγηση τῆς πάλης τοῦ Ἰακώβ; (Σκέψεις Μελῶν…) Μᾶς λέει ὅτι, ὅταν ἐπέστρεφαν ὁ Ἰακώβ μέ τίς γυναῖκες, τά παιδιά καί ὅλα τά ὑποστατικά του ἀπό τή Χαρράν τῆς Μεσοποταμίας στή Χαναάν, συνάντησαν ὡς φυσικό ἐμπόδιο τόν ποταμό Ἰωβάκ. Ἐκεῖ ὁ Ἰακώβ διέθεσε ὁλόκληρη τήν ἡμέρα γιά νά τούς περάσει ἀπό τό ποτάμι. Σέ μιά στιγμή πού ἔμεινε μοναχός του ἀπ᾿ τήν ἐδῶ ὄχθη τοῦ ποταμοῦ, ἐμφανίστηκε κάποιος ἄγνωστος, ὁ ὁποῖος πάλευε μαζί του ὅλη τή νύχτα μέχρι τά ξημερώματα. «Ἐπάλαιεν ἄνθρωπος μετ᾿ αὐτοῦ ἕως πρωΐ» (Γεν. λβ΄ 24). Ὁ ἄγνωστος ἐκεῖνος ἄνθρωπος, ὅταν εἶδε ὅτι δέν μποροῦσε νά ρίξει κάτω τόν Ἰακώβ, ἅπλωσε τό χέρι του καί τόν ἄγγιξε στό ἐπάνω πλατύ μέρος τοῦ μηροῦ του κι ἀπό τό ἄγγιγμα μούδιασε ὁ μηρός τοῦ Ἰακώβ. Ἀπό τό ἄγγιγμα αὐτό φάνηκε πολύ καθαρά ὅτι ὁ ἀντίπαλος τοῦ Ἰακώβ ἦταν ἰσχυρότερός του.
2. Μποροῦμε νά ἐπισημάνουμε καί ἄλλα σημεῖα τῆς διηγήσεως, πού νά τό ἀποδεικνύουν αὐτό; (Σκέψεις Μελῶν…) α) Ὁ ἄγνωστος ἐκεῖνος ἄνθρωπος ἄλλαξε τό ὄνομα τοῦ Ἰακώβ. Τοῦ εἶπε: «οὐ κληθήσεται ἔτι τό ὄνομά σου Ἰακώβ, ἀλλ᾿ Ἰσραήλ ἔσται τό ὄνομά σου» (Γεν. λβ΄ 28). Ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς τό ὄνομά σου δέν θά εἶναι Ἰακώβ· θά ὀνομάζεσαι πλέον «Ἰσραήλ», πού σημαίνει ὅτι, ἀφοῦ πάλαιψες μέ τόν Θεό καί νίκησες στήν πάλη αὐτή, θά εἶσαι πολύ πιό δυνατός καί στήν πάλη σου μέ τούς ἀνθρώπους. β) Ἐπίσης ὁ ἄγνωστος ἐκεῖνος ἄνθρωπος εὐλόγησε τόν Ἰακώβ. Ἀπ᾿ ὅ,τι ξέρουμε, «τό ἔλαττον ὑπό τοῦ κρείτονος εὐλογεῖται» (Ἑβρ. ζ΄ 7). Τό μικρότερο καί κατώτερο εὐλογεῖται ἀπό τό μεγαλύτερο καί ἀνώτερο. Ἄρα ἐκεῖνος πού εὐλόγησε τόν Ἰακώβ ἦταν ἀνώτερός του. γ) Τέλος, ὁ Ἰακώβ σχημάτισε σαφή εἰκόνα μετά τήν πάλη ὅτι ὁ ἀντίπαλός του ἦταν ἀνώτερος: «Εἶδος Θεοῦ (=ἐμφάνιση Θεοῦ)», εἶπε! Εἶδα τόν Θεό πρόσωπο μέ πρόσωπο, κι ὅμως δέν πέθανα, ἀλλά ἐξακολουθῶ νά ζῶ. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ! (Γεν. λβ΄ 30).
3. Ποιός λοιπόν ἦταν αὐτός πού πάλευε μέ τόν Ἰακώβ; (Σκέψεις Μελῶν…) Ἄνθρωπο τόν λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἀλλά ἄνθρωπος πραγματικός δέν ἦταν. ¨Ο προφήτης Ὡσηέ λέει ὅτι ἦταν ἄγγελος τοῦ Θεοῦ (Ὡσ. ιβ΄ 5). Ἀλλά οὔτε ἕνας ἀπό τούς ἀγγέλους ἦταν. Ἦταν «ὁ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος»· Αὐτός γιά τόν ὁποῖο προφήτευσε ὁ προφήτης Ἡσαΐας: «παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν, υἱός καί ἐδόθη ἡμῖν… καί καλεῖται τό ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος…» (Ἡσ. θ΄ 6). Ἦταν Αὐτός πού 1700 χρόνια μετά ἀπό τήν προτύπωση ἐνηνθρώπησε γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους καί γιά τή δική μας σωτηρία! Στό σημεῖο αὐτό θαυμάζουμε ὅτι ὁλόκληρη ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι κατάσπαρτη ἀπό τέτοιες προτυπώσεις τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ὅμως, παρόλο πού ὁ ἀντίπαλος τοῦ Ἰακώβ ἦταν κατά πολύ ἀνώτερος καί δυνατότερός του, στήν πάλη νίκησε ὁ Ἰακώβ, ὅπως θά δοῦμε στό δεύτερο Μέρος τοῦ θέματος.
Β΄ ΜΕΡΟΣ: Ἡ πάλη τῆς προσευχῆς
1. Ἔπειτα θά διαβάσουμε τό ὑπόλοιπο ἄρθρο καί θά ποῦμε στά Μέλη: Μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ὅλη τή νύχτα πάλευαν ὁ Θεός μέ τόν Ἰακώβ καί δέν κατάφερνε οὔτε ὁ Ἰακώβ νά ρίξει κάτω τόν Θεό, οὔτε ὁ Θεός τόν Ἰακώβ. Ἐφάρμοσαν καί οἱ δυό ὅλους τούς «κανόνες» τῆς πάλης, ἔγιναν οἱ ἑκατέρωθεν «λαβές», ἀλλά ἡ ἀναμέτρηση ἔδειχνε ὅτι ἐξελίσσεται ἰσόπαλη. Τελικά ποιός νίκησε σ᾿ αὐτή τήν πάλη; (Σκέψεις Μελῶν…) Τό ἱερό κείμενο ἀναφέρει δύο σημεῖα πού ἀποδίδουν τή νίκη στόν Ἰακώβ. Τό πρῶτο σημεῖο εἶναι ἡ φράση: «Εἶδε δέ, ὅτι οὐ δύναται πρός αὐτόν» (Γεν. λβ΄ 25) καί τό δεύτερο σημεῖο εἶναι ἡ φράση: «ἐνίσχυσας μετά τοῦ Θεοῦ» (Γεν. λβ΄ 28). Πού σημαίνουν, ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος εἶδε ὅτι δέν μποροῦσε νά ρίξει κάτω καί νά νικήσει τόν Ἰακώβ, θεώρησε τήν ἐξέλιξη τῆς πάλης ὡς ἥττα του καί ἀπέδωσε τή νίκη στόν Ἰακώβ: «Ἐνίσχυσας μετά τοῦ Θεοῦ», τοῦ εἶπε. Μέ νίκησες!
2. Πῶς ἐξηγεῖται τό παράδοξο αὐτό ἀποτέλεσμα; (Σκέψεις Μελῶν…) Ὁ Θεός ἤθελε νά δώσει στόν Ἰακώβ ἕνα ἀκριβό δῶρο: τήν εὐλογία Του. Ἤθελε ὅμως νά βρεῖ μιά εὔλογη αἰτία νά τοῦ τή δώσει, ἔτσι ὥστε ὁ Ἰακώβ νά μή γίνει παθητικός δέκτης τοῦ θείου αὐτοῦ δώρου, ἀλλά νά νιώσει, κατά κάποιον τρόπο, ὅτι μέ τή δύναμή του τό πῆρε, μέ τήν ἀξία του, κι ἔτσι ἡ χαρά του νά εἶναι μεγαλύτερη, καί ἡ ἐκτίμηση πρός τή θεία δωρεά σταθερότερη. Καί προβαίνει ὁ Θεός σ᾿ αὐτή τήν ἐνέργεια καί δέχεται νά κάνει ὅτι ἡττήθηκε! «Καί εὐλόγησεν αὐτόν ἐκεῖ» (Γεν. λβ΄ 29). Σάν τόν πατέρα ἐκεῖνο πού, προκειμένου νά κάνει ἕνα ἀκριβό δῶρο στό μικρό παιδί του, τό καλεῖ σέ ἀγώνα δύναμης. Καί τό παιδί τελικά «νικάει», ἀφοῦ μοχθήσει, ἱδρώσει, καί παίρνει τό δῶρο ὡς ἔπαθλο τῆς «ἀξίας» του.
3. Στήν πάλη τοῦ Ἰακώβ οἱ ἱεροί ἑρμηνευτές βλέπουν τήν πάλη τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχή εἶναι ἱερή ἄθληση, εἶναι πάλη μέ τόν Θεό. Ὁ ἅγιος Θεός χαίρεται νά εἶναι ὁ ἡττημένος σ᾿ αὐτή τήν πάλη! Χαίρεται νά μοιράζει ἁπλόχερα στά παιδιά του τίς εὐλογίες καί τά ἀγαθά του! Ἀρκεῖ οἱ πιστοί νά Τόν παρακαλοῦν μέ πίστη καί μέ ταπείνωση. Καί νά ἐπιμένουν προσευχόμενοι. Ἄν ἔτσι Τόν ἱκετεύουν ὁ λαός του καί ἡ Ἐκκλησία του, ὁ Θεός κάμπτεται καί κάνει αὐτό πού Τοῦ ζητοῦν. Τούς δίνει τήν εὐλογία Του! Μποροῦμε νά ἀναφέρουμε μερικά παραδείγματα πού νά τό ἀποδεικνύουν αὐτό; (Σκέψεις Μελῶν…) α) Πολύ ἀντιπροσωπευτικό εἶναι τό παράδειγμα τῶν δύο μαθητῶν πού πήγαιναν στό χωριό Ἐμμαούς. Οἱ μαθητές αὐτοί, ὅταν ὁ ἀναστάς Κύριος προσποιήθηκε ὅτι θά πήγαινε πιό μακριά, δέν τόν ἄφησαν νά φύγει, ἀλλά «παρεβιάσαντο αὐτόν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρός ἑσπέραν ἐστί καί κέκλικεν ἡ ἡμέρα». Μεῖνε μαζί μας, διότι κοντεύει νά βραδιάσει καί ἡ ἡμέρα ἔχει προχωρήσει πολύ πρός τή δύση τοῦ ἡλίου. Τότε ὁ Κύριος ἔμεινε μαζί τους καί τούς εὐλόγησε (Λουκ. κδ΄ 13-35). β) Ἡ Χαναναία θερμοπαρακαλοῦσε τόν Χριστό νά θεραπεύσει τήν ἄρρωστη κόρη της, ἀλλά ὁ Χριστός δέν ἱκανοποίησε ἀμέσως τό αἴτημά της. Αὐτή ὅμως ἐπέμενε. Ὁ Χριστός τελικά τήν ἐπήνεσε καί θεράπευσε τήν κόρη της (Ματθ. ιε΄ 21-28). γ) Ἡ χήρα στήν παραβολή τοῦ ἄδικου Κριτῆ ζητοῦσε μέ ἐπιμονή τό δίκιο της καί στό τέλος ἔλαβε αὐτό πού ζητοῦσε (Λουκ. ιη΄ 1-8). δ) Σέ ἄλλη παραβολή ὁ φίλος χτυποῦσε μέ «ἀναίδεια» τήν πόρτα στό σπίτι τοῦ φίλου του ζητώντας ψωμιά καί στό τέλος τά ἔλαβε (Λουκ. ια΄ 5-10). ε) Ἡ ἀδελφή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἀρρώστησε παραπλήσιον θανάτου. Πῆγε στόν ἱερό Ναό, γονάτισε μπρός στήν εἰκόνα τοῦ Κυρίου καί Τόν παρακαλοῦσε ταπεινά λέγοντας: Δέν θά φύγω, ἄν δέν μέ θεραπεύσεις. Κι ὁ ἅγιος Θεός τή θεράπευσε. ς) Τό ἴδιο καί ὁ πατριάρχης Ἰακώβ εἶπε στόν Θεό: «οὐ μή σε ἀποστείλω, ἐάν μή με εὐλογήσῃς» (Γεν. λβ΄ 26). Δέν θά Σέ ἀφήσω νά φύγεις, ἐάν δέν μέ εὐλογήσεις. Καί ὁ Θεός τόν εὐλόγησε.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Κι ἐμεῖς στήν πάλη τῆς προσευχῆς μέ πίστη καί μέ ταπείνωση νά χτυποῦμε ἀκούραστοι τήν πόρτα τοῦ θείου ἐλέους καί θά ἀπολαμβάνουμε πλούσια τά ἐλέη Του καί τούς οἰκτιρμούς Του!
ΣΥΝΘΗΜΑ
«οὐ μή σε ἀποστείλω, ἐάν μή με εὐλογήσῃς» (Γεν λβ΄ 26)
Τό ἑπόμενο θέμα μας θά εἶναι ἀπό τό ἄρθρο «Ἡ περιέργεια», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2297/15.11.23/σελ. 463-464.