17. Ὁ πλοῦτος εἶναι μέγας κίνδυνος

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Φθάσαμε ἤδη στό τελευταῖο κεφάλαιο τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Ἰακώβου. Ὁ τόνος τοῦ Ἁγίου γίνεται τώρα πολύ αὐστηρός. Στήν ἀρχή τοῦ κεφαλαίου ὁμιλεῖ καί πάλι γιά τούς πλούσιους, οἱ ὁποῖοι διέπρατταν πολλές ἀδικίες. Ὅπως σημειώνει ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας, «ἐν προκειμένῳ ὁ τόνος δέν προσδίδεται κυρίως εἰς τήν προτροπήν πρός διόρθωσιν τῶν κακῶς χρωμένων τῷ πλούτῳ, ἀλλ’ εἰς τήν ἀπειλήν τῶν ἐπελευσομένων εἰς αὐτούς κακῶν». Τούς ἀπειλεῖ δέ, γιά νά φοβηθοῦν καί νά συνέλθουν. Χρησιμοποιεῖ πικρή γλώσσα, γιά νά τούς λυτρώσει ἀπό τήν αἰώνια πικρία τῆς Κολάσεως. Τό θέμα πλοῦτος «καίει» πάντοτε καί ἐνδιαφέρει ὅλους μας καί σήμερα.

Μελέτη περικοπῆς: Ἰακ. ε΄ 1-6.

1. Τί τονίζει στόν πρῶτο στίχο ὁ Ἅγιος; Ὅτι δέν θά χαίρονται αἰώνια τά πλούτη τους οἱ πλούσιοι. Θά ἔλθουν καί θά τούς βροῦν ὁπωσδήποτε ταλαιπωρίες καί συμφορές. Τό λησμονοῦν αὐτό καί αὐταπατῶνται. Νομίζουν ὅτι θά περάσουν μέ ἄνεση ὅλη τή ζωή τους, ἐπειδή ἔχουν χρήματα καί μποροῦν νά ξοδεύουν. Ἡ θλιβερή πραγματικότητα ὅμως τούς προσγειώνει ἀνώμαλα. «Τίνος ἐφείσατο θάνατος διά τόν πλοῦτον; τίνος ἀπέσχετο νόσος διά τά χρήματα;», ρωτᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος (ΕΠΕ 6, 312). Ποιόν πλούσιο λυπήθηκε ὁ θάνατος καί ποιός πλούσιος δέν ἔπεσε στήν κλίνη τῆς ἀσθένειας;

Ἐκτός ὅμως ἀπό τίς θλίψεις καί ταλαιπωρίες πού προκαλοῦν οἱ ἀσθένειες καί οἱ θάνατοι, πού εἶναι βεβαίως κοινά δεινά πλούσιων καί φτωχῶν καί φυσικά ὅλων τῶν ἀνθρώπων μετά τό Προπατορικό ἁμάρτημα, τούς πλούσιους τούς ἀναμένουν καί εἰδικότερες θλίψεις καί ταλαιπωρίες. Ποιές εἶναι αὐτές; Ἡ μεταβολή τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς, πού δέν εἶναι ἀπίθανη καί σπάνια, ἡ ἐπιδείνωση τῆς κοινωνικῆς καταστάσεως, ἡ ἀπώλεια ὑψηλά ἱστάμενων προσώπων, στά ὁποῖα στηρίζονται οἱ πλούσιοι, καί ἡ ἔλλειψη κοινωνικῆς ἀσφαλείας ταλαιπωροῦν καί πιέζουν περισσότερο τόν «καλομαθημένο» πλούσιο, ἀπό ὅσο τόν συνηθισμένο στίς δυσκολίες φτωχό. Αἰσθάνεται ἀβοήθητος, ἀπροστάτευτος, ἀνα­σφαλής καί ζεῖ μέ διαρκή ἀνησυχία καί φόβο ὄχι μόνο γιά τά ἀγαθά του, ἀλλά καί γι’ αὐτή τή ζωή του. Δέν τό βλέπουμε αὐτό καί στίς ἡμέρες μας μέ τίς ἐπιθέσεις ἐναντίον πλούσιων ἀνθρώπων καί κρατῶν καί μέ τήν ἀνασφάλεια πού ἐπικρατεῖ καί σ’ αὐτά τά λεγόμενα πλούσια κράτη τοῦ κόσμου, πού προκαλοῦν τούς φτωχούς μέ τή χλιδή τους; Τί νά ποῦμε δέ καί γιά τήν αἰώνια τιμωρία τῆς Κολάσεως, ἡ ὁποία, εἴτε τό θέλουν καί τό πιστεύουν, εἴτε ὄχι, ἀναμένει ὅλους ἐκείνους πού ἐπέλεξαν νά ζοῦν χωρίς νά ὑπολογίζουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ;

2. Εἶναι λοιπόν κακό ὁ πλοῦτος; Τότε γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ Θεός εἶναι Αὐτός πού δίνει τόν πλοῦτο στούς ἀνθρώπους; «Κύριος πτωχίζει καί πλουτίζει», γράφει τό βιβλίο Α΄ Βασιλειῶν (β΄ 7). Ὁ Θεός «ἔδωκεν… πλοῦτον καί ὑπάρχοντα» στόν ἄνθρωπο ἀναφέρει τό βιβλίο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ (ε΄ 18). Καί γιατί «εὐλόγησεν» ὁ Κύριος τόν Ἰώβ μετά τή δοκιμασία του μέ ὑλικά ἀγαθά ἀσυγκρίτως περισσότερα ἀπό ἐκεῖνα πού εἶχε προηγουμένως καί τά ἔχασε ἐξαιτίας τῆς μοχθηρίας τοῦ σατανᾶ; (Ἰώβ μβ΄ [42] 10-12). Εἶναι δυνατόν νά δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο κάτι πού εἶναι κακό καί νά γίνεται ὁ Ἴδιος ὑπαίτιος τοῦ κακοῦ; Τί ἐννοεῖ ὁ Ἀδελφόθεος μέ ὅσα λέει ἐδῶ; Ὅτι δέν εἶναι ὁ πλοῦτος πού φταίει, ἀλλά ἡ κακή χρήση του. «Ἡ κακή χρῆσις τοῦ πλούτου, αὐτή κάμνει κακόν καί τόν πλοῦτον», γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.

3. Νά προσέξουμε καλύτερα τούς στίχους 2-3 καί 5. Γιά ποιά μεταχείριση τοῦ πλούτου ὁμιλεῖ ὁ Ἅγιος; Γιά τή φίλαυτη καί ἐγωιστική, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπό τή σκληρότητα τῆς καρδιᾶς. Οἱ πλούσιοι τῆς ἐποχῆς του συνήθιζαν νά συγκεντρώνουν στίς ἀποθῆκες τους πολλά ἐνδύματα καί ἀγαθά τῆς γῆς. Ἔχουν σαπίσει τά πλούτη σας, τούς λέει, καί θά τά καταφάγουν οἱ σκόροι. Οἱ θησαυροί σας σκούριασαν ἐκεῖ ὅπου τούς ἔχετε καταχώσει ἐνδιαφερόμενοι μόνο γιά τό ἄτομό σας καί ἀδιαφορώντας ἄσπλαχνα γιά τούς φτωχούς. «Ὅθεν ἐπειδή σεῖς οἱ πλούσιοι δέν ἐμεταχειρίσθητε τόν πλοῦτον σας εἰς τό ἀγαθόν διαμοιράζοντες αὐτόν εἰς τούς πτωχούς, διά τοῦτο κλαύσατε καί θρηνήσατε, ἐνθυμούμενοι τάς κολάσεις ὁποῦ μέλλετε νά λάβετε διά τήν φιλαργυρίαν καί ἀσπλαγχνίαν σας· διατί ἡ σῆψις τῶν ἱματίων σας καί ἡ σκουριά τῶν ἄσπρων (=χρημάτων) σας, αὐτά ὡσάν νά ἦταν ἔμψυχα καί λογικά, θέλουν σταθοῦν ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως νά μαρτυρήσουν τήν ἄσπλαγχνον γνώμην σας» ( Ἅγιος Νικόδημος).

Δέν φαίνεται ἀπό τούς τρεῖς αὐτούς στίχους ὅτι ἀποκτήθηκε ὁ πλοῦτος τῶν πλουσίων αὐτῶν μέ ἀδικίες. Γιά τίς ἀδικίες τῶν πλούσιων ὁμιλεῖ στούς στίχους 4 καί 6 πού θά δοῦμε πιό κάτω. Στούς στίχους 2-3 καί 5 ὁμιλεῖ γιά τήν κακή χρήση ἤ καλύτερα γιά τήν ἀχρησία τοῦ πλούτου, ἡ ὁποία τόν ὁδηγεῖ τελικά στήν ἀχρήστευσή του, τόν δέ πλούσιο στήν ἀπώλεια. Ποιά ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς ἀχρησίας καί ἀχρηστεύσεως; Ἡ φιλαυτία καί ἡ προκλητική σπατάλη γιά τήν καλοπέραση καί εὐζωία τοῦ πλούσιου. Πολύ ζωηρή ἡ παρομοίωση τοῦ 5ου στίχου. Ζεῖτε καί τρέφεσθε ἐνστικτωδῶς σάν τά ζῶα. Σάν νά εἶστε «θρεφτάρια» πού τρέφονται καί ἑτοιμάζονται γιά σφαγή. Καί δέν καταλαβαίνετε ὅτι τελικά σᾶς ἀναμένει σάν ἄλλη σφαγή ἡ μέλλουσα Κρίση. Ἔχετε κάνει θεό σας τήν κοιλία καί ζεῖτε γιά νά τρῶτε, ἀδιαφορώντας γιά ὅλους καί γιά ὅλα. Αὐτή ὅμως ἡ ἀδιαφορία σᾶς ὁδηγεῖ στήν καταστροφή. «Ἡ κατάληξις δηλαδή τῆς τρυφῆς αὐτῶν (τῶν πλουσίων) καί τῆς παχύνσεως θά εἶναι ἡ σφαγή των. Ὅπως τά ζῶα τά σιτευτά τρέφονται καί παχύνονται παρασκευαζόμενα διά τήν ἡμέραν τῆς σφαγῆς των, οὕτω καί οὗτοι. Ἡμέρα σφαγῆς… ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεως» (Π. Ν. Τρεμπέλας).

Μήπως εἶναι ὑπερβολικά καί ἐξωπραγματικά ὅλα αὐτά; Ὄχι, καθόλου! Δέν ὑπάρχουν ἄραγε καί σήμερα τέτοιοι πλούσιοι καί δέν ἰσχύει καί στίς ἡμέρες μας ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «ὅς μέν πεινᾷ ὅς δέ μεθύει»; (Α΄ Κορ. ια΄ 21). Δέν ἔχουμε δεῖ ἀπό τό ἕνα μέρος παιδάκια καί ἡλικιωμένους κατοίκους τῶν χωρῶν τοῦ λεγόμενου «τρίτου κόσμου» (Ἀσία, Ἀφρική) πεινασμένους, σκελετωμένους, καί ἀπό τό ἄλλο σπατάλη καί πλούσια συμπόσια ἠθοποιῶν, καλλιτεχνῶν, πολιτικῶν κ.λπ.; Ὅταν τά γράφει αὐτά ὁ Ἅγιος, εὐχαριστεῖται ἄραγε μέ τή σφαγή, μέ τήν τιμωρία πού ἀναμένει τούς τρυφηλούς καί ἄσπλαχνους πλούσιους; Ὄχι! Μήπως μέ τόν τρόπο αὐτό παρακινεῖ ἔμμεσα σέ μετάνοια καί ἀλλαγή βίου; Μάλιστα. Τούς ἀπειλεῖ μέ σφαγή γιά νά ἀποφύγουν τή σφαγή. Ἄλλωστε ὁ Θεός βεβαιώνει μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη Του ὅτι δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά τή μετάνοια καί σωτηρία του: «Τάδε λέγει Κύριος, οὐ βούλομαι τόν θάνατον τοῦ ἀσεβοῦς ὡς τό ἀποστρέψαι τόν ἀσεβῆ ἀπό τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ καί ζῆν αὐτόν» (Ἰεζ. λγ΄ [33] 11).

Μέ ὅσα γράφει ἐδῶ ὁ Ἅγιος βοηθεῖ τούς πλούσιους νά σκεφθοῦν τό κατάντημα στό ὁποῖο θά καταλήξουν, ἐάν συνεχίσουν νά ζοῦν ὅπως ζοῦν, καί νά ἀποφασίσουν νά ἀλλάξουν ζωή. Νά γίνουν, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «εὐμετάδοτοι» καί «κοινωνικοί» καί νά ἀγαθοεργοῦν. Ἔτσι θά ἀποθησαυρίζουν, θά ἀποταμιεύουν δηλαδή γιά τούς ἑαυτούς τους «θεμέλιον καλόν εἰς τό μέλλον, ἵνα ἐπιλάβωνται τῆς αἰωνίου ζωῆς» (Α΄ Τιμ. ς΄ 17-19· βλ. καί Α΄ Τιμ. ς΄ 9).

4. Ἄς δοῦμε καί τούς στίχους 4 καί 6, στούς ὁποίους γίνεται λόγος καί γιά τίς ἀδικίες τῶν πλουσίων. Ἐάν καί μόνος του ὁ πλοῦτος πού ἀποκτήθηκε μέ κόπους καί οἰκονομίες καί χωρίς ἀδικίες ὁδηγεῖ τόν πλούσιο στόν ὄλεθρο, ὅταν δέν χρησιμοποιεῖται καλά γιά τή βοήθεια τῶν συνανθρώπων μας, τί νά ποῦμε γιά τόν πλοῦτο πού εἶναι συνδεδεμένος μέ ἀδικίες;

Ξεχωρίσαμε τούς στίχους αὐτούς ἀπό τή σειρά τους, γιά νά συζητήσουμε καλύτερα τό θέμα. Εἶναι γνωστό ἄλλωστε ὅτι ὁ πλοῦτος σκληραίνει τήν καρδιά καί συνδέεται συνήθως μέ ἀδικίες. Ποιές ἀδικίες ἀναφέρει ἐδῶ ὁ Ἅγιος; Τήν ἀδικία τῶν πλούσιων ἐργοδοτῶν εἰς βάρος τῶν ἐργαζομένων στά κτήματά τους, ἀλλά καί τίς συκοφαντίες καί καταδίκες ἀθώων ἀνθρώπων ἐκ μέρους πλουσίων, οἱ ὁποῖοι μέ τά χρήματά τους ἐπηρέαζαν καί τούς δικαστές.

Ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ ὅριζε ὅτι ἔπρεπε νά πληρώνεται ὁ ἐργάτης αὐθημερόν, διότι ἡ ἀμοιβή του αὐτή ἦταν ἡ μόνη περιουσία του καί ἀπό αὐτήν ἦταν ἐξαρτημένη ἡ ζωή του. Ἐάν δέν τόν πλήρωνε ὁ πλούσιος ἐργοδότης του, τόν ὑπέβαλλε σέ ταλαιπωρία καί δοκιμασία. «Οὐκ ἀπαδικήσεις μισθόν πένητος καί ἐνδεοῦς ἐκ τῶν προσηλύτων τῶν ἐν ταῖς πόλεσί σου· αὐθημερόν ἀποδώσεις τόν μισθόν αὐτοῦ, οὐκ ἐπιδύσεται ὁ ἥλιος ἐπ’ αὐτῷ ὅτι πένης ἐστί καί ἐν αὐτῷ ἔχει τήν ἐλπίδα· καί καταβοήσεται κατά σοῦ πρός Κύριον, καί ἔσται ἐν σοί ἁμαρτία» (Δευτ. κδ΄ 14-15). Γίνονται σήμερα παρόμοιες ἀδικίες; Βεβαίως, ποικιλοτρόπως. Ὑπό τήν ἀπειλή ἀπολύσεως καθυστεροῦν οἱ πληρωμές ἀπό ἀρκετούς ἐργοδότες. Ἡ σκληρότητα ὅμως καί τό ἄδικο δέν εὐλογοῦνται ἀπό τόν Θεό ποτέ. Ἡ ψυχική κραυγή τῶν ἀδικημένων ἀντηχεῖ σάν βροντή στ᾿ αὐτιά Του. «Ἀθῶον καί δίκαιον οὐκ ἀποκτενεῖς καί οὐ δικαιώσεις τόν ἀσεβῆ ἕνεκεν δὠρων» (Ἐξ. κγ΄ 7-8). «Ὅς δίκαιον κρίνει τόν ἄδικον, ἄδικον δέ τόν δίκαιον, ἀκάθαρτος καί βδελυκτός παρά Θεῷ» (Παρ. ιζ΄ 15). Ὁ φτωχός δέν ἔχει συνήθως τίς δυνάμεις γιά νά ἀμυνθεῖ, νά ἀποδείξει τήν ἀθωότητά του καί νά διεκδικήσει τό δίκιο του. Ὑπομένει καρτερικά, ἕως ὅτου ἔλθει ἡ ὥρα τῆς δικαιοσύνης τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος ἀποστρέφεται τήν ἀδικία καί τελικά τήν πατάσσει.

Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά μᾶς βοηθεῖ, ὥστε νά μήν ἑλκυσθεῖ ἡ καρδιά μας ἀπό τόν πλοῦτο, καί νά μᾶς κρατεῖ μακριά ἀπό κάθε εἴδους ἀδικία πρός τούς συνανθρώπους μας.

ΣΥΝΘΗΜΑ: Ὁ πλοῦτος εἶναι μέγας κίνδυνος (Ἰακ. ε΄ 1).