22. «Εὔχεσθε ὑπέρ ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Πλησιάσαμε, σύν Θεῷ, στό τέλος τῆς τόσο πρακτικῆς καί οἰκο­δομητικῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Ἰακώβου. Πολλά ἦταν τά μηνύματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού λάβαμε ἀπό τή μελέτη της. Καί τώρα, πρίν ἀναφέρει ὁ Ἅγιος τίς τελευταῖες του φράσεις, μᾶς δίνει ἀκόμη προτροπές, οἱ ὁποῖες συντελοῦν τά μέγιστα στήν ἑδραίωση καί ἀνύψωσή μας στήν πνευματική ζωή. Αὐτές τίς σπουδαῖες προ­τροπές θά μελετήσουμε στή συνέχεια.

Μελέτη περικοπῆς: Ἰακ. ε΄ 16-18.

1. Ποιά εἶναι ἡ πρώτη προτροπή; «Ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τά παραπτώματα». Τί σημαίνει ὁ θεόπνευστος αὐτός λόγος; Πρόκειται γιά τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ὅπως τό γνωρίζουμε ἐμεῖς; Ὄχι ἀκριβῶς. Διότι μέσα στή λέξη «ἀλλήλοις» περιλαμβάνονται καί οἱ λαϊκοί. Ὅπως ὅμως γράφει ὁ ἅγιος Νικόδη­μος ὁ Ἁγιορείτης, «ὄχι μόνον οἱ λαϊκοί δέν ἐξομολογοῦν, ἀλλ’ οὐδέ ὅλοι οἱ ἱερωμένοι, οἱ ἔμπειροι δέ μόνον καί ἐνάρετοι καί δυνάμενοι σοφῶς νά ἰατρεύσουν τάς πληγάς τῶν ἁμαρτιῶν». Ὅλοι οἱ κληρικοί δέν εἶναι Πνευματικοί, ἀλλά μόνο ὅσοι ἔχουν εἰδική χειροθεσία γι’ αὐτό καί ἄδεια τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου τους.

Στά πρῶτα χρόνια βεβαίως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἡ Ἐξο­μο­λόγηση γινόταν δημόσια, καί δέν ἀποκλείεται νά βρίσκει σ’ αὐτό ἐφαρμογή ἡ προτροπή αὐτή τοῦ Ἁγίου.

Ὅμως ὑπάρχουν ἄλλες σοβαρές ἑρμηνεῖες τοῦ χωρίου αὐτοῦ, τίς ὁποῖες ἀναφέρει στό Ὑπόμνημά του ὁ ἀείμνηστος Π. Ν. Τρεμπέλας. Μία ἀπό αὐτές λέει ὅτι ἡ προτροπή σχετίζεται μέ ὅσα εἰπώθηκαν πρίν περί τοῦ Εὐχελαίου. Ἀναφέρεται «εἰς τήν ἐξομολόγησιν τοῦ ἀσθενοῦντος πρός τούς ὑπέρ αὐτοῦ εὐχομένους, ἵνα γνωρίζωσιν οὗτοι τήν αἰτίαν τῆς νόσου καί καθιστῶσιν ὑπόθεσιν τῆς προσευχῆς των τάς ἁμαρτίας, ἐξ ὧν προῆλθεν ἡ νόσος, οὕτω δέ ἐπιτυγχάνηται ἀσφαλῶς ἡ ἴασις τῶν νόσων».

Ἄλλη ἐκδοχή ὑποστηρίζει ὅτι ἡ προτροπή αὐτή τοῦ Ἁγίου λαμ­βάνεται «ὑπό γενικωτέραν ἔννοιαν (ὄχι μυστηριακή)… Ὅταν ὑ­πάρχουν πρόσωπα ἅτινα ἠδίκησαν ἄλληλα καί εὑρίσκονται ἐν ψυχρότητι, ὀφείλουν νά ἐξομολογῶνται μεταξύ των, ὥστε νά διασκεδάζηται (=διαλύεται) τό χωρίζον αὐτούς νέφος τῶν παρεξηγήσεων κ.λπ.» (Ὑπόμνημα).

Ἡ ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν ἦταν γνωστή καί στά χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Βλ. Λευϊτ. κς΄ 40, Ἀριθμ. Ε΄ 7, Νεεμ. θ΄ 2, Ἰώβ λα΄ 33-34). Ἀλλά καί ἐνώπιον τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ, πρίν δηλαδή συσταθεῖ ἡ Ἐκκλησία καί τά ἱερά της Μυστήρια, οἱ ἄνθρωποι ἔρχονταν καί βαπτίζονταν στόν Ἰορδάνη ποταμό ἀπό τόν Ἰωάννη «ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν» (βλ. Ματθ. γ΄ 6).

Εἴτε ὅμως πρόκειται γιά μυστηριακή εἴτε γιά ἄλλη ἐξομο­λόγηση ποιός εἶναι ὁ κοινός παρονομαστής καί τῶν δύο ἐκδο­χῶν; Ἡ ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν. Ἡ φανέρωση δηλαδή τῶν πνευματικῶν μας πληγῶν καί ἀσθενειῶν. Ἄλλωστε τό ἴδιο γίνεται καί ὅταν καταφεύγουμε στούς γιατρούς γιά σωματική θεραπεία. Ἐάν δέν ἀποκαλύψει κανείς τό γιατί καί ποῦ ὑποφέρει καί πονεῖ, δέν θεραπεύεται.

Ποιά εἶναι ἡ βασική προϋπόθεση γι’ αὐτή τήν ἐξαγόρευση; Ἡ συντριβή καί ἡ ταπείνωση. Χωρίς αὐτά δέν ὑπάρχει μετάνοια καί δέν εἶναι δυνατόν νά ἐξευτελίσει κατά κάποιον τρόπο τόν ἑαυτό του κανείς ἐνώπιον τοῦ ἄλλου ἀποκαλύπτοντας τά πάθη καί ἁμαρτήματά του.

Χρειάζεται βεβαίως προσοχή καί σύνεση, ὥστε νά μή φανερώνει κανείς τόν ἑαυτό του στόν πρῶτο τυχόντα καί νά μή γίνεται ἀφορμή νά σκανδαλίζεται ὁ ἄλλος. Αὐτός ἄλλωστε ἦταν καί ὁ κύριος λόγος, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία σύντομα καθόρισε νά μή γίνεται πλέον ἡ ἐξομολόγηση δημόσια ἀλλά μυστικά, ἐνώπιον μόνο τοῦ Πνευματικοῦ.

Ποιό εἶναι τό βασικό ἐμπόδιο γιά τήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτημάτων μας καί τήν ὁμολογία τῆς ἁμαρτωλότητός μας; Ἡ ντροπή. Αὐτή ὅμως ἡ ντροπή εἶναι σωτήρια. Χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» γράφει: «Διά τῆς παρούσης αἰσχύνης τῆς μελλούσης ἀπαλλαττόμεθα» (Λόγ. Δ΄ & ιε΄ ). Ἐάν δηλαδή θέλουμε νά ἀποφύγουμε τήν καταισχύνη ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων κατά τή Δευτέρα Παρουσία, ἄς ντραποῦμε τώρα ὁμολογώντας τίς ἁμαρτίες μας. Αὐτή ἡ ντροπή εἶναι πρός τό συμφέρον μας. Συμβάλλει στήν ἀπαλλαγή μας ἀπό τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ «μόνη αἰσχύνη», κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο (ΕΠΕ 25, 260).

2. Ἄς δοῦμε καί τήν ἄλλη προτροπή τοῦ Ἁγίου: Τί συνιστᾶ; «Εὔ­χεσθε ὑπέρ ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε». Τί σημαίνει αὐτή ἡ προτροπή; Ὅτι πρέπει νά προσευχόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον. Τό νά προσευχόμαστε μόνο γιά τόν ἑαυτό μας εἶναι ἔκφραση τοῦ ἐγωισμοῦ μας, φιλαυτία καί ἔλλειψη ἀγάπης.

Τί κάνει ἡ Ἐκκλησία μας στίς ἱερές Ἀκολουθίες της; Μᾶς ὑπενθυμίζει τό χρέος τῆς προσευχῆς χάριν τῶν ἄλλων. Μᾶς παρακινεῖ νά δεόμαστε «ὑπέρ τῶν κατηχουμένων, ὑπέρ τῶν ἐν θαλάσσῃ καλῶς πλεόντων, ὑπέρ τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων, ὑπέρ τῶν αἰχμαλώτων», ὑπέρ τῶν ἀρχόντων, ὑπέρ τῶν κληρικῶν κ.λπ. Ἀνοίγει δηλαδή μέ τά αἰτήματα αὐτά τόν ὁρίζοντα τῆς καρδιᾶς μας κατά τήν προσευχή, «καί εἰς ἀγάπην ἀλειφόμεθα» (=προ­πονούμαστε καί ἀγωνιζόμαστε), ὅπως ἔλεγε πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 19, 58). Ἡ προσευχή χάριν τῶν ἄλλων εἶναι πνευματικό γύμνασμα ἀγάπης (βλ. καί Β΄ Θεσ. γ΄ 1, Α΄ Τιμ. β΄ 1-3).

Ἡ προσευχή αὐτή ἔχει μεγάλη δύναμη, προσθέτει ὁ Ἀδελφόθεος. Ἡ εἰλικρινής, μυστική καί ταπεινή ἀπό ἀγάπη προσευχή γιά τόν ἄλλον ἑλκύει πολλή Χάρι ἀπό τόν Κύριο καί ἐπιτελεῖ καί θαύματα. «Πολύ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη», γράφει. Ὅταν λέει «δικαίου», ἐννοεῖ πιστοῦ, ἐνάρετου. Ἡ λέξη «δίκαιος» στήν Ἁγία Γραφή σημαίνει ἐνάρετος. Ἡ προσευχή αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐκπληκτικά ἀποτελέσματα.

Γι’ αὐτό ἄλλωστε ζητοῦμε ἀπό ὁσίους ἀνθρώπους, Ἀσκητές κ.λπ. νά μᾶς μνημονεύουν στίς προσευχές τους. Γι’ αὐτό ἐπίσης καί ὅταν ἔχουμε κάποιο οἰκογενειακό, ἐπαγγελματικό κ.λπ. πρόβλημα, καταφεύγουμε σέ πρόσωπα πνευματικά, πού τά θεωροῦμε ἐνάρετα καί παρακαλοῦμε νά προσευχηθοῦν γιά τά θέματά μας, ὑλικά καί πνευματικά. Ἔχετε πείρα γιά τήν ἀποτελεσματικότητα τῶν προσευχῶν τέτοιων εὐσεβῶν ἀνθρώπων; (Ἀφήνουμε τά μέλη νά μᾶς ποῦν σχετικά).

3. Φέρει δέ γιά τήν ἐπικύρωση τῶν λόγων του ὁ Ἅγιος καί ἕνα θαυμαστό παράδειγμα ἀποτελεσματικῆς προσευχῆς: τόν προφήτη Ἠλία. Προσευχήθηκε καί ἔκλεισαν οἱ οὐρανοί ἐπί τρία ἔτη καί ἕξι μῆνες. Καί πάλι προσευχήθηκε καί ἔβρεξε.

Γιατί χρησιμοποιεῖ γιά τόν Προφήτη τή φράση «ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθής ἡμῖν»; Γιά νά τονίσει καλύτερα ὅτι ἐνῶ δέν ἦταν ἄγγελος ἀλλά ἄνθρωπος, μέ τήν ἴδια μέ ἐμᾶς «φιλαμαρτήμονα» φύση καί τίς ἴδιες μέ ἐμᾶς ἀδυναμίες, παρόλα αὐτά εἶχε τόσο μεγάλη ἰσχύ ἡ προσευχή του. Τί σημαίνει τοῦτο; Ὅτι δέν εἶναι ἡ ἀξία μας ἐκείνη πού κάνει ἀποτελεσματική τήν προσευχή μας, ἀλλά ἡ Χάρις τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ, ἡ ὁποία ἑλκύεται μέ τήν προσευχή πού γίνεται μέ θερμή πίστη.

Θυμάστε τί εἶπε ὁ Κύριος ὡς πρός τά ἀποτελέσματα τῆς προσ­ευχῆς πού ἀναπέμπεται μέ θερμή πίστη; «Πάντα ὅσα ἄν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. κα΄ 22) (βλ. καί Ματθ. ζ΄ 7-11). Μέ τήν προσευχή γίνονται κατορθωτά τά φαινομενικά ἀκατόρθωτα, καί τά ἀδύνατα γίνονται δυνατά.

Πῶς φαίνεται ἀπό τό ἱερό Κείμενο ὅτι ἡ προσευχή τοῦ Προφήτου Ἠλία, πού ἔφερε αὐτό τό θαυμαστό ἀποτέλεσμα, ἦταν πολύ θερμή καί προερχόταν ἀπό τήν πιστεύουσα ψυχή του; Δέν λέει ἁπλῶς «προσηύξατο», ἀλλά «προσευχῇ προσηύξατο». Εἶναι σχῆμα λόγου, πού λέγεται «ἑβραϊσμός», διότι τό συνήθιζαν αὐτό οἱ Ἑβραῖοι, καί ἐπιτείνει τήν ἔννοια. «Δέν εἶναι ἀρκετόν νά ἀπευθύνωμεν διά τοῦ στόματος τήν προσευχήν, ἀλλά πρέπει μετά θερμότητος νά προσευχώμεθα» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ἡ προσευχή μας νά ἔχει τή θερμότητα μέ τήν ὁποία κραύγαζε ὁ τυφλός πρός τόν Κύριο, γιά νά τόν προσέξει καί σπλαχνισθεῖ, ἤ τή ζέση πού εἶχαν μέσα τους οἱ δέκα λεπροί, ὅταν ἱκέτευαν τόν Κύριο νά τούς θεραπεύσει (βλ. Μάρκ. ι΄ 46-52, Λουκ. ιζ΄ 12-14). Μόνο τότε ἀνοίγει ὁ οὐρανός τοῦ θείου ἐλέους.

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Εὔχεσθε ὑπέρ ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε» (Ἰακ. ε΄ 16).