Ἦταν στρατιῶτες. Φρουροὶ καὶ πολεμιστὲς μισθοφόροι τῆς κοσμοκράτειρας τότε Ρώμης. Ἀγροῖκοι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον. Τὸν παράξενο προφήτη, ποὺ ἔλεγε ὅτι εἶναι βασιλιὰς καὶ Τὸν δίκασαν οἱ ἀρχιερεῖς, Τὸν ἔβλεπαν μὲ περιφρόνηση. Κι ὅταν ὁ Πιλάτος τοὺς Τὸν παρέδωσε γιὰ νὰ Τὸν σταυρώσουν, θεώρησαν ὅτι ἦταν εὐκαιρία γιὰ νὰ διασκεδάσουν μαζί Του.
Συγκεντρώθηκε ὅλη ἡ διμοιρία, ἡ «σπεῖρα», ὅπως ἀνομαζόταν τότε. Τοῦ ἔβγαλαν τὰ ἐνδύματα, Τὸν ἔντυσαν μὲ ψεύτικη – δῆθεν βασιλική – πορφύρα, Τοῦ φόρεσαν ἀγκάθινο στεφάνι ἀντὶ διαδήματος καὶ Τοῦ ἔδωσαν καλάμι γιὰ σκήπτρο.
Ἔπειτα γονάτισαν μπροστά Του καὶ Τὸν ἐνέπαιζαν λέγοντας: «χαῖρε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων»! Στὴ συνέχεια Τὸν ἔφτυσαν. Κατόπιν πῆραν τὸ καλάμι καὶ Τὸν χτυποῦσαν στὸ κεφάλι. Ὅταν χόρτασαν νὰ Τὸν ἐμπαίζουν, ἀφαίρεσαν τὰ ψευδοβασιλικὰ ἐνδύματα καὶ Τὸν ἔντυσαν μὲ τὰ δικά του. Ἡ ὥρα τῆς διασκεδάσεώς τους εἶχε τελειώσει…
Στὴ διάρκεια τῶν περίπου δύο χιλιάδων ἐτῶν ποὺ πέρασαν ἀπὸ τότε, ὁ Κύριος ἀμέτρητες φορὲς περιέπεσε σὲ σπεῖρες ἐμπαικτῶν, οἱ ὁποῖες ξέβρασαν ἐπάνω Του κάθε εἴδους εἰρωνεία, ὕβρι καὶ γελοιότητα. Ὁ Ἰουλιανὸς ὁ παραβάτης Τὸν ὀνόμαζε μαραγκό, διάφοροι φιλόσοφοι Τὸν ὑποτιμοῦσαν ὡς ἀγράμματο. Τὸν περασμένο αἰώνα στὴν ἀθεϊστικὴ Σοβιετία ἐμπνεύσθηκαν κάθε εἴδους εἰρωνεία, χλευασμὸ καὶ ψεῦδος, προκειμένου νὰ Τὸν μειώσουν, νὰ Τὸν εὐτελίσουν καὶ νὰ Τὸν καταστήσουν ἀντιπαθὴ στὸν λαό. Στὰ πρῶτα χρόνια τῶν διωγμῶν οἱ λυσσαλέοι ἐμπαῖκτες Τὸν ζωγράφιζαν σταυρωμένο μὲ κεφάλι ὄνου!
Στοὺς καιρούς μας ἀρκετοὶ λογοτέχνες, ἠθοποιοὶ καὶ ἄλλοι καλλιτέχνες ἐπινόησαν ἀναρίθμητους τρόπους ἐμπαιγμοῦ τοῦ προσώπου του καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ γελοιογράφοι ὅλων σχεδὸν τῶν ἐφημερίδων καὶ μέσων κοινωνικῆς δικτύωσης εὐκαίρως ἀκαίρως γελοιοποιοῦν τὸ πρόσωπό του, ἰδιαιτέρως κατὰ τὶς περιόδους τῶν μεγάλων ἑορτῶν.
Πρὸ μηνῶν ἠθοποιοὶ ὑποδύθηκαν τὸν Ἴδιο, τὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἀποστόλους του σὲ μιὰ καρικατούρα δῆθεν ζωντανῆς ἀναπαραστάσεως τῶν μορφῶν τους γιὰ κάποιο περιοδικό… Καὶ τέτοια ἀναρίθμητα.
Ὅμως…
Ὁ πλέον ἀπεχθὴς ἐμπαιγμὸς τοῦ Χριστοῦ γίνεται σήμερα ἀπὸ πολιτικοὺς ἡγέτες τοῦ τόπου.
Αὐτοί, ἰδιαίτερα τὰ τελευταῖα χρόνια, ψηφίζουν στὴ Βουλὴ τοὺς πιὸ ἄθλιους νόμους, ἀντίθετους μὲ τὴ θεία Διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, περιφρονοῦν τὸ Εὐαγγέλιό του, ἐμπαίζουν τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς Ἐπισκόπους, ἀλλάζουν αἰώνια προστάγματα, περιφρονοῦν τὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν.
Ἂν ὑπολογίσει κανεὶς ὅλα ὅσα νομοθέτησαν τὶς τελευταῖες δεκαετίες, μάλιστα ἀπὸ τὴ μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, θὰ χάσει κυριολεκτικὰ τὸ μυαλό του. Ἀνοσιουργήματα: Νομιμοποίησαν τὸ πλέον ἀπαίσιο ἔγκλημα· τὶς ἐκτρώσεις. Τὸν γάμο τὸν ἔκαναν κόσκινο: αὐτόματο διαζύγιο, συναινετικὸ διαζύγιο, σύμφωνο συμβίωσης καὶ πρόσφατα τὸ ἀνοσιούργημα τοῦ γάμου τῶν ὁμοφυλόφιλων.
Φρικτά! Ἔτσι δὲν εἶναι;
Ὑπάρχει ὅμως κάτι ἀκόμη φριχτότερο. Αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, ἀδίστακτοι καὶ ἀμετανόητοι, μετὰ τὰ ἄθλια νομοθετήματά τους, σὰν νὰ μὴ συμβαίνει τίποτε, ἐμφανίζονται στοὺς ἱεροὺς ναοὺς ἀγέρωχοι καὶ ἐπιφανεῖς, μάλιστα σὲ προεκλογικὲς περιόδους.
Τὸ πρῶτο, τὰ ἀντίθετα νομοθετήματά τους, εἶναι ἀσέβεια, ὕβρις, ἀμοραλισμός. Τὸ δεύτερο εἶναι ἐμπαιγμός! Εἶναι ἐπανάληψη τῆς κατάμαυρης σκηνῆς τοῦ Πραιτωρίου.
Καὶ ἀναρωτιέται κανείς· συνείδηση δὲν ἔχουν; Ἡ, ἔστω ὑποτονική, συνείδησή τους δὲν τοὺς ἐλέγχει; Εἶναι δυνατὸν αὐτὴ νὰ ἔχει τόσο πολὺ πωρωθεῖ; Ἂν δὲν σέβονται τοὺς θείους νόμους, εἶναι δυνατὸν νὰ οἰκοδομήσουν σωστὸ κράτος;
Κι ὅτι αὐτὰ δὲν εἶναι ἁπλὰ θεωρητικὰ ἐρωτήματα φαίνεται ἀπὸ τὴν κατάσταση, στὴν ὁποία ἔχει ὁδηγηθεῖ ἡ κοινωνία μας: ραγδαία αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας, ἔκρηξη τῆς νεανικῆς βίας καὶ παραβατικότητας, διάλυση τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογένειας, σαρωτικὴ ἐξάπλωση τῶν σεξουαλικῶν ἐγκλημάτων.
Ὑπάρχει καὶ μία ἀκόμη ἐπίσης θλιβερὴ παράμετρος αὐτῆς τῆς ἐκτροπῆς. Εἶναι ἡ συχνὰ ἀναγκαστική – ἀλλὰ ὄχι πάντα ἀναγκαστική – συναναστροφὴ ἐκκλησιαστικῶν προσώπων, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, μὲ ἐμπαῖκτες πολιτικούς. Καὶ ἀποτελεῖ πρόκληση, ὅταν αὐτὴ ἡ συναναστροφὴ ξεπερνᾶ τὰ ἀνεκτὰ ὅρια καὶ ἐκτρέπεται σὲ ἀνεπίτρεπτες διαχύσεις. Καὶ ἀποτελεῖ πρόκληση, διότι οἱ χαλαρὲς καὶ συχνὰ εὔθυμες διαχύσεις ὁδηγοῦν σὲ ἔμμεση συμμετοχὴ στὸν ἐμπαιγμό.
Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἀκούγεται ἰδιαίτερα αὐστηρὸ καὶ ἐλεγκτικὸ τὸ ἐρώτημα τοῦ προφήτη Ἰοὺ πρὸς τὸν βασιλιὰ Ἰωσαφάτ: «βασιλεῦ Ἰωσαφάτ, εἰ ἁμαρτωλῷ σὺ βοηθεῖς ἢ μισουμένῳ ὑπὸ Κυρίου φιλιάζεις;» (Β΄ Παραλ. ιθ΄ 2)· εἶναι πρέπον, βασιλιὰ Ἰωσαφάτ, νὰ συμμαχεῖς μὲ παραβάτες τοῦ νόμου ἢ νὰ εἶσαι φίλος ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἔχει γίνει ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ; Γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀπεχθὴ φιλία «ἐγένετο ἐπὶ σὲ ὀργὴ παρὰ Κυρίου».
Δυόμισι καὶ πλέον χιλιάδες χρόνια ἀργότερα ὁ λόγος τοῦ προφήτη Ἰοὺ φαντάζει ἐπίκαιρος ὅσο ποτέ:
Μὴ φιλιάζεις «μισουμένῳ ὑπὸ Κυρίου». Εἶναι πτώση! Θὰ ἐπέλθει ὀργή!
Κι ἂν κάποιοι δὲν καταλαβαίνουν τί κάνουν;
Ἀνεξίκακε Κύριε, «ἄφες αὐτοῖς…»