02. «Οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθείς… οὕτως ἐλεύ­σεται»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Ἐφέτος τά θέματα τῶν συμμελετῶν μας στόν Κύκλο μας θά τά ἀντλοῦμε ἀπό τό θεόπνευστο Βιβλίο τῶν «Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων», τό ὁποῖο συνεγράφη ἀπό τόν ἱερό Εὐαγγελιστή Λουκᾶ. ῞Οπως ἀναφέρει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας, ὁ ἅγιος Λουκᾶς, «ἀφοῦ εἰς τό Εὐαγγέλιον ἐξιστόρησε τήν ζωήν, τόν θάνατον καί τήν ᾿Ανάστασιν τοῦ Κυρίου, εἰς τάς Πράξεις τῶν ᾿Αποστόλων ἐξιστορεῖ τό πῶς ἱδρύθη ἡ ᾿Εκκλησία κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τά ῾Ιεροσόλυμα καί πῶς κατόπιν ἐξηπλώθη εἰς τήν Παλαιστίνην καί τά ἄλλα εἰδωλολατρικά ἔθνη, μέχρι καί τῆς Ρώμης». ῞Οπως, σύν Θεῷ, θά διαπιστώσουμε, ἡ μελέτη τῶν «Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων» θά μᾶς δώσει πολλά καί σπουδαῖα διδάγματα.

Μελέτη περικοπῆς: Πράξ. α´ 1-11.

1. Ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τῶν τριῶν πρώτων στίχων; ᾿Απευθύνεται σέ κάποιο μή ᾿Ιουδαῖο, ὁ ὁποῖος ἦταν πρόσωπο ἐπίσημο καί ζοῦσε πιθανῶς στήν ᾿Ιταλία. Καί συνδέει μέ τόν πρόλογό του τό Εὐαγγέλιο, «τόν πρῶτον λόγον» πού ἔγραψε ἐπίσης χάριν αὐτοῦ τοῦ Θεοφίλου, μέ τόν δεύτερο λόγο, δηλαδή τίς «Πράξεις» (βλ. Λουκ. α´ 3). Γιατί τό ἔκανε αὐτό; Πιθανῶς διότι ὁ Θεόφιλος ἐκδήλωσε τήν ἐπιθυμία νά γνωρίσει καλύτερα τή ζωή τοῦ Κυρίου καί τήν ἐξάπλωση τῆς ᾿Εκκλησίας. Κατά τήν Παράδοση μάλιστα, βοηθήθηκε πολύ ἀπό τά δύο αὐτά Βιβλία ὁ Θεόφιλος καί ἔγινε θερμότερος πιστός. Διέθεσε τήν οἰκία του, γιά νά μετατραπεῖ σέ τόπο χριστιανικῆς λατρείας, καί ἀναδείχθηκε καί ἐπίσκοπος τῆς ᾿Αντιόχειας. Μέσα σ’ αὐτούς τούς λίγους στίχους ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὡς ὁ πρῶτος ἱστορικός τῆς ᾿Εκκλησίας, ὁμιλεῖ γιά τή ζωή τοῦ Κυρίου μέχρι καί τήν ᾿Ανάληψή Του. ᾿Επιμένει κάπως περισσότερο στίς ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστάντος Κυρίου στούς Μαθητές πρίν ἀπό τήν ᾿Ανάληψη, μέ τίς ὁποῖες αὐτοί βεβαιώθηκαν ἀπόλυτα γιά τήν ᾿Ανάστασή Του. Γιατί τό κάνει; Διότι ὅσα θά καταγράψει στή συνέχεια εἶναι συνέπεια τῆς ᾿Αναστάσεως καί βεβαίωση τῆς ᾿Αναστάσεως. Γι᾿ αὐτό ἐξάλλου, ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ «Πράξεις» ἀναγινώσκονται στούς Ναούς μας ὡς ᾿Αποστολικά ᾿Αναγνώσματα ἀπό τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί ἑξῆς.

Στόν τρίτο στίχο, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής γράφει ὅτι, κατά τίς ἐμφανίσεις Του γιά σαράντα ἡμέρες στούς Μαθητές, ὁ Κύριος ἔλεγε «τά περί τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ». Τί ἐννοεῖ μέ αὐτό; Γιά ποιά βασιλεία μιλοῦσε; Δέν ἀναφέρει συγκεκριμένα τό περιεχόμενο τῶν ὁμιλιῶν τοῦ ᾿Αναστάντος. ᾿Αφήνει ὅμως νά καταλάβουμε ὅτι ἔδινε περισσοτέρες ἐξηγήσεις καί διαφώτιζε τούς Μαθητές Του σχετικά μέ τήν ἐπίγεια Βασιλεία Του, πού εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, καί σχετικά μέ τή Βασιλεία Του στούς οὐρανούς, πού εἶναι ὁ Παράδεισος. «῾Ωμίλησεν εἰς αὐτούς σαφέστερον περί τῆς φύσεως αὐτῆς (τῆς βασιλείας) ὡς βασιλείας χάριτος ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ καί δόξης ἐν τῷ ἄλλῳ» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Τούς ἔδωσε ἐπίσης καί ὁδηγίες γιά τά ἱερά Μυστήρια καί γιά τήν ὅλη ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας.

2. Ποιό τό περιεχόμενο τῶν δύο ἑπόμενων στίχων 4-5; ῎Εχουμε τήν ὑπόσχεση γιά τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ῾Υπενθυμίζει μάλιστα καί τό βάπτισμα πού τελοῦσε στόν ᾿Ιορδάνη ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Πρόδρομος. Γιατί; Γιά νά τονίσει ὅτι τό βάπτισμα τοῦ ᾿Ιωάννη δέν εἶχε τή δυνατότητα καί Χάρι νά ἀναγεννήσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. ῾Απλῶς ἦταν βοηθητικό γιά τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός τους. Τό εἶχε ἐπισημάνει ἐξάλλου αὐτό καί ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ιωάννης, ὁ ὁποῖος ὡς προφήτης μίλησε γιά τό βάπτισμα ἀπό τόν Κύριο «ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ» (βλ. Ματθ. γ´ 11, Λουκ. γ´ 16).

᾿Εντός ὀλίγου, εἶπε ὁ Κύριος στούς Μαθητές, θά βαπτισθεῖτε «ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ». ᾿Ονομάζει τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος βάπτισμα. Γιατί; «῞Οπως εἰς τό βάπτισμα τοῦ ᾿Ιωάννου τό σῶμα ἐβυθίζετο εἰς τό ὕδωρ, οὕτω καί οἱ ᾿Απόστολοι ἔμελλον νά βυθισθῶσιν εἰς τό ῞Αγιον Πνεῦμα» (῾Υπόμνημα). Αὐτό σημαίνει τήν ἀφθονία τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, πού θά λάμβαναν γιά τήν ἀναγέννηση καί μεταβολή καί τόν ἐξαγιασμό τῆς ὑπάρξεώς τους. Αὐτό τό πνευματικό βάπτισμα βαπτιζόμαστε κι ἐμεῖς μέ τό νά γινόμαστε μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Κυρίου καί πολίτες τῆς Βασιλείας Του.

3. Τί φανερώνει ἡ ἐρώτηση τῶν Μαθητῶν πρός τόν Κύριο, ἀμέσως μετά τήν ὑπόσχεσή Του γιά τήν κάθοδο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος; (στ. 6). ῞Οτι δέν εἶχαν ἀκόμη ἀναγεννηθεῖ. Δέν μποροῦσαν νά συλλάβουν τίς ὑψηλές ἀλήθειες τῶν λόγων Του. ῾Ο Κύριος τούς μιλοῦσε γιά τή Βασιλεία Του πνευματικά, καί αὐτοί τήν ἀντιλαμβάνονταν ἐγκοσμιοκρατικά, ὡς κοσμικό κράτος. Εἶχαν ἀκόμη τίς προσδοκίες γιά τή βασιλεία τοῦ Μεσσία ὅπως ὅλοι οἱ ῾Εβραῖοι. Καί «μολονότι ὁ Κύριος ἐπανειλημμένως εἶχε διδάξει αὐτούς, ὅτι ἡ βασιλεία του δέν ἦτο ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, δέν ἠμποροῦν νά συλλάβουν τήν ἰδέαν τῆς πνευματικῆς Βασιλείας τοῦ Μεσσίου» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Αὐτός εἶναι ὁ μή ἀναγεννημένος ἄνθρωπος. Χωρίς τή Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, δέν ἀνοίγει ἡ διάνοια τῆς ψυχῆς μας καί εἶναι ἀνίκανη γιά πνευματικές ἀνατάσεις.

Τί φαίνεται ἀπό τήν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου στήν ἐρώτηση τῶν Μαθητῶν; (στ. 7-8). Πρωτίστως ὅτι δέν ἤθελε νά ἔχουν περιέργεια ὡς πρός τό μέλλον. ῎Ηθελε νά «ἀνακόψῃ τήν εἰς τοῦτο πολυπραγμοσύνην τῶν μαθητῶν», σημειώνει ὁ ῾Ερμηνευτής Θεοφύλακτος (῾Υπόμνημα). Τό μέλλον τό γνωρίζει μόνο ὁ Θεός καί πρέπει νά ἐπαναπαυόμαστε σ᾿ αὐτή τήν ἀλήθεια.

῞Οταν λέει ὅτι ὁ Πατέρας κράτησε στήν ἀποκλειστική Του ἐξουσία καί δικαιοδοσία τά τοῦ μέλλοντος, μήπως ὑποτιμᾶ τόν ῾Εαυτό του; ῎Οχι. ῾Ομιλεῖ ἐδῶ ὡς ἄνθρωπος, ὅπως λέει ὁ Μ. ᾿Αθανάσιος: «᾿Ανθρωπίνως εἶπεν, ὡς ἄνθρωπος, Οὐκ οἶδα… Οἶδεν ὁ Υἱός, Λόγος ὤν. Τοῦτο γάρ λέγων ἐσήμαινεν, ὅτι ᾿Εγώ οἶδα, ἀλλ᾿ οὐκ ἔστιν ὑμῶν γνῶναι» (ΡG 26, 425). ᾿Εγώ δηλαδή, ὡς Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Πατρός, γνωρίζω τούς χρόνους τοῦ μέλλοντος καί τῆς συντέλειας τοῦ κόσμου· δέν εἶναι ὅμως δικό σας θέμα καί δικαίωμα νά τά γνωρίζετε αὐτά. Μήπως ἡ φράση αὐτή τοῦ Κυρίου εἶναι καταπέλτης ἐναντίον τῶν Χιλιαστῶν; ᾿Ασφαλῶς, διότι, ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Χιλιαστές ἐπανειλημμένα εἶχαν ὁρίσει γραπτῶς ἡμερομηνίες γιά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί γελοιοποιήθηκαν ἐξαιτίας τῶν διαψεύσεων πού συνέβησαν.

Μήν περιεργαζόμαστε λοιπόν τά ὅσα ἀφοροῦν στό μέλλον, ἀλλ᾿ ἄς ἑτοιμαζόμαστε μέ τή Χάρι τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος, τό ῾Οποῖο ἐνδυναμώνει τήν ψυχή στόν καλό ἀγώνα, ὥστε νά μή μᾶς βρεῖ ἀνέτοιμους τό μέλλον, ὁποιοδήποτε καί ἐάν εἶναι αὐτό.

4. Στούς ὑπόλοιπους στίχους (9-11) γίνεται λόγος γιά τήν ᾿Ανάληψη καί τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῾Ο ἱερός Χρυσόστομος καί ἄλλοι ῾Ερμηνευτές σημειώνουν ὅτι στήν ᾿Ανάσταση δέν εἶδαν οἱ Μαθητές τήν ἀρχή τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος ἀλλά τό τέλος του, εἶδαν δηλαδή ἐνώπιόν τους ζωντανό τόν ᾿Αναστάντα. ᾿Αντίθετα στήν ᾿Ανάληψη εἶδαν ἐνώπιόν τους τήν ἀρχή τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος, τήν ἀνύψωση τοῦ Κυρίου ἀπό τή γῆ μέσῳ νεφέλης, ἀλλά δέν εἶδαν τό τέλος του, ποῦ δηλαδή ἔφθασε ὁ ᾿Αναληφθείς (ΕΠΕ 15, 66). Δέν μποροῦσαν τά μάτια τους νά φθάσουν μέχρι τά οὐράνια σκηνώματα. Καί γι’ αὐτό οἱ δύο ῎Αγγελοι, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίσθηκαν κατά τή στιγμή πού ἀνυψωνόταν ὁ Κύριος, εἶπαν στούς Μαθητές ὅτι πηγαίνει στόν οὐρανό, ἐκεῖ δηλαδή ὅπου βρίσκεται «ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Βλ. Ματθ. Ϛ´ 9).

῾Η νεφέλη ἐπάνω στήν ὁποία «ἐποχούμενος» ἀναλήφθηκε ὁ Κύριος, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, εἶναι «σύμβολον τοῦ οὐρανοῦ» καί «σύμβολον τῆς θείας δυνάμεως…» (ΕΠΕ 15, 68). Εἶναι ὄχημα τοῦ Παντοκράτορος (βλ. Ψαλ. ργ´ 3). Τί ἄλλο μπορεῖ, πράγματι, νά σταθεῖ ἐπάνω στή νεφέλη, τί μπορεῖ νά ὑποβαστάσει ἡ νεφέλη παρά μόνο ᾿Εκεῖνον, ὁ ῾Οποῖος δημιούργησε τά πάντα καί τήν ἴδια τή νεφέλη καί ρυθμίζει τούς νόμους ὅλης τῆς κτίσεως, ὁρατῆς καί ἀόρατης;

Τί φαίνεται ἀπό τούς λόγους τῶν δύο ᾿Αγγέλων ὡς πρός τή Δευτέρα Παρουσία; Τί τονίζει ἡ φράση «οὕτως ἐλεύσεται, ὅν τρόπον ἐθεάσασθε…»; «῞Οτι ὁ τρόπος τῆς ἐπανόδου θά εἶναι ὅμοιος πρός τόν τρόπον τῆς ἀναλήψεως» (῾Υπόμνημα). «Τό οὕτως ἐλεύσεται τοῦτο δηλοῦντός ἐστι· μετά τοῦ σώματος… καί ὅτι πάλιν εἰς κρίσιν ἥξει οὕτως ἐπί νεφέλης» (᾿Ιω. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 15, 70).

Θά ἔλθει ὡς Κριτής ὁ ἴδιος ὁ ᾿Αναληφθείς. Θά ἔχει καί τήν ἀν­θρώπινη φύση Του θεωμένη καί ἔνδοξη. ῎Ας ἑτοιμαζόμαστε γιά ἐκείνη τήν ἔνδοξη κάθοδό Του στή γῆ, ἡ ὁποία θά καθορίσει τό αἰώ­νιο μέλλον μας. Καί εἴθε νά ἔχουμε «καλήν ἀπολογίαν» ἑνώπιόν Του.

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Οὗτος ὁ ᾿Ιησοῦς ὁ ἀναληφθείς… οὕτως ἐλεύ­σεται» ( Πράξ. α΄ 11).