07. «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Στήν προηγούμενη συμμελέτη μας εἴδαμε τό πρῶτο καί εἰσα­γωγικό τμῆμα τῆς θεόπνευστης ὁμιλίας τοῦ ἀποστόλου Πέτρου κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Στήν παρούσα θά προσέξουμε τό κύριο τμῆμα καί θέμα τῆς ὁμιλίας του, τό ὁποῖο ἦταν νά προβάλει ἐνώπιον τοῦ πλήθους τῶν ᾿Ιουδαίων τόν σταυρωθέντα ἀπό αὐτούς ᾿Ιησοῦ Χριστό, ὡς τόν ἀναμενόμενο ἀπό αὐτούς Μεσσία καί ὡς ἔνδοξο Νικητή τοῦ θανάτου.

Μελέτη περικοπῆς: Πράξ. β´ 22-36.

1. Πῶς φαίνεται καί πάλι ἡ θεόσδοτη σύνεσή του; ῾Ομιλεῖ γιά τόν ᾿Ιησοῦ κατ᾿ ἀρχάς ὡς ἄνθρωπο (στ. 22). Τόν ὀνομάζει «ἄνδρα ἀπό Θεοῦ», ἄνθρωπο δηλαδή, ὁ Ὁποῖος ἀποδείχθηκε ποιός ἦταν ἀπό τόν Θεό μέ τά ἐκπληκτικά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε μέσῳ Αὐτοῦ ὁ Θεός. Δέν εἶπε ἀμέσως ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἦταν Θεός. Γιατί; Διότι «οἱ ᾿Ιουδαῖοι, φανατικοί μονοθεϊσταί, δέν θά ἠδύναντο ν᾿ ἀνεχθῶσι τήν βεβαίωσιν ταύτην» (῾Υπόμνημα).

Θά μιλοῦσε στή συνέχεια γιά τή θεότητά Του, ἀφοῦ ὅμως προηγουμένως πείθονταν ὅτι ἦταν ἀποδεδειγμένα ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Θεό. Καί ποιές ἀποδείξεις φέρνει γι’ αὐτό; Προχωρεῖ μεθοδικά. ῾Υπενθυμίζει ἀρχικά τά ἐκπληκτικά θαύματά Του, τά ὁποῖα τά γνώριζαν καί οἱ ἴδιοι. Τί βεβαίωναν τά θαύματα τοῦ Κυρίου; ῞Οτι ὁ Θεός ἦταν «ἐν αὐτῷ» καί ἐργαζόταν μέσῳ Αὐτοῦ τά θαυμαστά αὐτά ἔργα (βλ. καί Ματθ. ια´ 2-6, ᾿Ιω. θ´ 16, 33).

Μέ τήν ἀναφορά τῶν ἐκπληκτικῶν θαυμάτων ἀπεδείκνυε ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Αὐτόν λοιπόν, προσθέτει μέ θάρρος ὁ ᾿Απόστολος, σεῖς τόν φονεύσατε: «διά χειρῶν ἀνόμων προσπήξαντες ἀνείλετε». Τόν παραδώσατε στούς Ρωμαίους, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν γνωρίσει τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, καί Τόν καρφώσατε στόν Σταυρό καί Τόν φονεύσατε (στ. 23).

᾿Αναφέρει ὁ ᾿Απόστολος ὅτι ἡ σύλληψη, ἡ σταύρωση καί ἡ θανάτωση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἔγιναν σύμφωνα μέ τήν ὁρισμένη ἀπόφαση καί πρόγνωση τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἄραγε ἀπαλλάσσει τούς ᾿Ιουδαίους ἀπό τήν εὐθύνη τοῦ θανάτου Του; ῎Οχι, διότι δέν ἐξαναγκάσθηκε κανείς ἀπό τόν Θεό νά θανατώσει τόν Χριστό. «Πάντες ἀπό τοῦ ᾿Ιούδα μέχρι τοῦ Πιλάτου ἐνήργησαν κατ᾿ ἰδίαν προαίρεσιν καί ἐλευθέραν ἐκλογήν, χωρίς νά ἔχωσι τήν ἐλαχίστην πρόθεσιν ὅπως δι᾿ αὐτῶν πληρωθῶσιν αἱ Γραφαί καί χωρίς κἄν νά σκέπτωνται ὅτι συνήργουν εἰς τήν πλήρωσιν τῆς βουλῆς τοῦ Θεοῦ» (῾Υπόμνημα). ῾Ο Θεός μέ τήν παντογνωσία Του γνώριζε ἐκ τῶν προτέρων πῶς θά ἐνεργοῦσαν τά πρόσωπα πού συνδέθηκαν μέ τή Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἴδιοι ὅμως δέν γνώριζαν τί προγνώριζε γι᾿ αὐτούς ὁ Θεός καί ἐνεργοῦσαν ἐλεύθερα. Γι’ αὐτό καί ἔχουν ἐνοχή.

2. Μέ τά παραπάνω μίλησε ὁ ᾿Απόστολος γιά τόν Χριστό ὡς ἄνθρωπο. ῾Ο σταυρικός θάνατός Του ἐξάλλου τήν ἀνθρώπινη φύση Του βεβαιώνει. Στή συνέχεια ἔρχεται νά μιλήσει γιά τήν ᾿Ανάστασή Του, ἡ ὁποία βεβαιώνει τή θεία φύση Του. Καί πῶς ὁμιλεῖ γιά τήν ᾿Ανάστασή Του; ᾿Αναφέρει σχετικούς προφητικούς λόγους τοῦ Δαβίδ, τούς ὁποίους δέν ἦταν δυνατόν νά ἀμφισβητήσει κάποιος, διότι ὅλοι οἱ ᾿Ιουδαῖοι θεωροῦσαν τόν Δαβίδ θεόπνευστο.

Λέει λοιπόν ὅτι ἀνέστησε ὁ Θεός τόν Μεσσία Χριστό, διότι δέν ἦταν δυνατόν νά κρατεῖται Αὐτός ἀπό τόν θάνατο. Γιατί δέν ἦταν δυνατόν; Διότι αὐτό ἔλεγαν οἱ σχετικές προφητεῖες.

Κατ᾿ ἀρχάς ὑπενθυμίζει τούς Ψαλμούς 15ο καί 17ο, ὅπου προλέγεται ἡ ᾿Ανάσταση τοῦ Μεσσία. ῾Ομιλεῖ προφητικῶς ὁ Δαβίδ γιά τόν Μεσσία καί λέει ὅτι Αὐτός «ᾐσθάνετο πάντοτε τόν Πατέρα του ἐνώπιον αὐτοῦ καί τήν δόξαν τοῦ Πατρός εἶχε πάντοτε ὡς σκοπόν τῆς ζωῆς του. ᾿ῌσθάνετο ὅτι τό πάθος του θά ἀπέβαινεν εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ καί τοῦτο, παρά τούς πόνους τούς ὁποίους κατ᾿ αὐτό θά ἐδοκίμαζε καί τόν σκληρόν θάνατον πού θά ὑπέμενεν, θά ηὔξανεν ἐν τέλει τήν χαράν του» (Π. Ν. Τρεμπέλας). ῾Ο Θεός δηλαδή θά ἦταν μαζί Του καί στόν Σταυρό καί στόν Τάφο, καί αὐτή ἡ θεία παρουσία θά γέμιζε μέ εὐφροσύνη τήν καρδιά Του καί μέ τή χαρμόσυνη ἐλπίδα ὅτι τελικά δέν θά ἔμενε στόν τάφο καί δέν θά ἐπέτρεπε ὁ Θεός νά δεῖ φθορά καί ἀποσύνθεση τό σῶμα Του. ᾿Αντίθετα θά Τοῦ ἔδειχνε τούς δρόμους τῆς ζωῆς καί θά Τόν ὕψωνε σέ ἕνωση πανευφρόσυνη μαζί Του.

Αὐτά λέγει ἡ Μεσσιακή προφητεία γιά τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Μεσσία. Μπορεῖ ἄραγε νά ἐφαρμοσθεῖ ὁ λόγος αὐτός (κάπως διαφορετικά) καί σέ μᾶς; Μάλιστα. ᾿Εάν σκεφτόμαστε τή φράση «προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διά παντός…», δέν φοβόμαστε τίποτε. «Διατήρει τήν συναίσθησιν, ὅτι αὐτός (ὁ Θεός) εἶναι ἐκ δεξιῶν σου ἕτοιμος νά σέ προστατεύσῃ καί ἔσο βέβαιος, ὅτι εἰς οἱονδήποτε πέλαγος καί ἄν εὑρεθῇς, ὄχι μόνον δέν θά καταποντισθῇς, ἀλλ᾿ οὐδέ κἄν θά σαλευθῇς…» (῾Υπόμνημα).

3. Στή συνέχεια ὁ θεοφώτιστος ᾿Απόστολος ἔρχεται νά τονίσει ὅτι αὐτοί οἱ λόγοι τοῦ Δαβίδ δέν ἀφοροῦν τόν ἑαυτό του, ἀλλά τόν Μεσσία. Καί τί τούς λέει; ῞Οτι ὁ τάφος τοῦ Δαβίδ ὑπάρχει στά ῾Ιεροσόλυμα καί κανείς δέν ἰσχυρίζεται ὅτι ἀναστήθηκε. Δέν ὁμιλεῖ λοιπόν ἐδῶ ὁ θεόπνευστος προφήτης Δαβίδ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά τόν κατά σάρκα ἀπόγονό του, τόν ὁποῖο θά ἀνύψωνε ὁ Θεός στόν θρόνο Του ὡς Βασιλιά. ᾿Αναφέρεται ἐδῶ ὁ Δαβίδ στό βασιλικό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ. Τί εἴδους βασιλιάς εἶναι ὁ Χριστός; Βασιλιάς πνευματικός, τοῦ Ὁποίου ἡ ἐξουσία ἀσκεῖται καί ἐκδηλώνεται στήν ᾿Εκκλησία Του, τήν ὁποία κυβερνᾶ αἰώνια καί εἶναι ἐνθρονισμένος στίς ψυχές τῶν πιστῶν Του.

Αὐτόν λοιπόν, γιά τόν Ὁποῖο μίλησε προφητικῶς ὁ Δαβίδ καί ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, προσθέτει ὁ ᾿Απόστολος, Τόν ἀνέστησε ὁ Θεός ἐκ νεκρῶν. ῞Ολοι δέ ἐμεῖς, συμπληρώνει μέ παρρησία, εἴμαστε μάρτυρες τοῦ γεγονότος τῆς ᾿Αναστάσεώς Του.

᾿Εδῶ ἔχουμε τήν κορύφωση τοῦ νοήματος τοῦ πρώτου χρι­στιανικοῦ κηρύγματος, τό ὁποῖο ἐκφώνησε ὁ μακάριος Πέτρος. Γιατί; Διότι μέ τήν ᾿Ανάσταση ἀποδεικνυόταν ὅτι ὁ Χριστός ἦταν καί Θεός «ὁμοφυής καί ὁμοδύναμος» μέ τόν Θεό Πατέρα, καθώς σημειώνει ὁ ἑρμηνευτής Θεοφύλακτος (῾Υπόμνημα).

Γιατί εἶπε ὁ Πέτρος ὅτι τόν ᾿Ιησοῦ τόν ἀνάστησε ὁ Θεός καί ὄχι ὅτι ἀναστήθηκε μόνος Του; ῎Εχουμε ἐδῶ ἔκφραση σχετική μέ τό μυστήριο τῆς ἀσυγχύτου ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων ἐν Χριστῷ. «῾Ο Χριστός ὡς ἄνθρωπος ἀποθανών ἀνέστη διά τῆς θείας ἐνεργείας τῆς οἰκείας δυνάμεως τῆς θείας αὐτοῦ φύσεως, ἥτις εἶναι ἐνέργεια μία καί ἡ αὐτἠ τῶν τριῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος» (Π. Ν. Τρεμπέλας εἰς τό Γαλ. α´ 1). ᾿Αναστήθηκε μέ τή δύναμη τῆς θείας φύσεώς Του, πού ἦταν ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη φύση Του ἐν τῷ Προσώπῳ Του. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος διακήρυξε ὅτι εἶχε «ἐξουσίαν» νά προσφέρει τή ζωή Του θυσία, καθώς ἐπίσης καί νά τή λάβει πάλι διά τῆς ᾿Αναστάσεώς Του (βλ. ᾿Ιω. ι´ 18). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἦταν «ὁμοούσιος ἅμα καί ὁμόβουλος» μέ τόν Θεό Πατέρα, παρατηρεῖ ὁ ἑρμηνευτής Θεοφύλακτος.

Νά προσέξουμε κάπως περισσότερο καί τή διακήρυξη τοῦ ἀποστόλου Πέτρου ὅτι αὐτός καί οἱ συμμαθητές του ἦταν μάρτυρες τῆς ᾿Αναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Χρειαζόταν θάρρος γιά νά λεχθεῖ αὐτό; ᾿Ασφαλῶς. Τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο, τό Ὁποῖο εἶναι Πνεῦμα δυνάμεως, τούς ἔκανε ἀτρόμητους. ῏Ηταν αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ᾿Αναστάσεως, διότι εἶδαν ἐπανειλημμένως μετά τήν ᾿Ανάσταση τόν ᾿Αναστάντα καί βεβαιώθηκαν πλήρως γι’ Αὐτόν. Καί πλέον δέν μποροῦσαν νά μή λαλοῦν «ἅ εἶδον καί ἤκουσαν» (βλ. Πράξ. δ´ 20). ᾿Αψηφοῦσαν κάθε σχετική ἀντίδραση.

Τί σημαίνει αὐτό γιά μᾶς; ῞Οτι, ἐφόσον βεβαιωθήκαμε γιά τήν ᾿Ανάσταση καί γνωρίζουμε ἐκ πείρας ποιός ἦταν καί εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ἔχουμε χρέος νά δίνουμε τή μαρτυρία μας γι’ Αὐτόν πρός κάθε κατεύθυνση (βλ. καί Πράξ. κβ´ 15).

4. Στή συνέχεια ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος ὁμιλεῖ γιά τήν ὕψωση τοῦ Κυρίου στούς οὐρανούς διά τῆς ᾿Αναλήψεως καί γιά τήν ἀποστολή ἀπό Αὐτόν στήν ᾿Εκκλησία Του τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Αὐτό πού βλέπετε, τούς λέει, δηλαδή ἡ γλωσσολαλιά, εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, τό ῾Οποῖο μᾶς Τό εἶχε ὑποσχεθεῖ ᾿Εκεῖνος καί μᾶς Τό ἀπέστειλε ἤδη (βλ. καί ᾿Ιω. ιε´ 26). ῏Ηταν αὐτό ἐπιχείρημα ὑπέρ τῆς θεότητος καί παντοδυναμίας τοῦ Κυρίου; ᾿Ασφαλῶς καί γι᾿ αὐτό τό ἀνέφερε ὁ ἐμπνεόμενος ἀπό τό ῞Αγιο Πνεῦμα ᾿Απόστολος στούς ᾿Ιουδαίους, πού ἔβλεπαν τό θαῦμα. Τούς βοηθοῦσε νά ἐννοήσουν τόν αἴτιο τοῦ θαύματος.

Στούς στίχους 33-35 ὁμιλεῖ γιά τήν ἔνδοξη θέση τοῦ Κυρίου στούς οὐρανούς. ᾿Αναφέρει τόν Ψαλμό 109 πού εἶναι Μεσσιακός καί ἀναφέρεται στόν τελικό θρίαμβο τοῦ Μεσσία. Κανείς ἀπό τούς ἀκροατές του δέν θά μποροῦσε νά σκεφθεῖ ὅτι αὐτά τά ἔλεγε ὁ Ψαλμωδός γιά τόν ἑαυτό του, διότι ὅλοι γνώριζαν ὅτι ὁ Δαβίδ οὔτε ἀναστήθηκε, οὔτε ἀναλήφθηκε. Τά ἔλεγε γιά τόν Μεσσία Χριστό, ὁ ῾Οποῖος ὑψώθηκε καί μέ τή θεωθεῖσα ἀνθρώπινη φύση Του στούς οὐρανούς καί ἔλαβε τή δόξα, τήν ὁποία εἶχε προαιωνίως ὡς Θεός. Σπουδαία πράγματι Χριστολογική ἀλήθεια, ἡ ὁποία τονώνει ὅλους στόν ἀγώνα μας, διότι ἔχουμε μεσίτη μας στόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Θεοῦ τόν Θεάνθρωπο Σωτήρα μας.

5. Προσθέτει τέλος ὁ ῞Αγιος ὅτι ὅλοι ὅσοι πολεμοῦν τώρα τόν Χριστό, τελικά θά ὑποταγοῦν σέ Αὐτόν. ῾Η ἀναφορά γίνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν 109ο Ψαλμό. Τί ἐπιδίωκε μέ αὐτό ὁ ᾿Απόστολος; Νά τονίσει στούς ἀκροατές του ὅτι κάθε ἀντίσταση πρός τόν Χριστό καί τό ἔργο Του θά καταπέσει ὁπωσδήποτε, διότι Αὐτός εἶναι ὁ Παντοκράτορας. Καί ἔτσι τούς παρακινοῦσε πρός τήν πίστη σ’ ᾿Εκεῖνον.

Τί ἤθελε ἄραγε νά ἐπιτύχει μέ τήν τελική ἐλεγκτική φράση του, ὅτι Αὐτόν τόν Ὁποῖο ὁ Θεός ἀνέδειξε Κύριο τῶν πάντων, σεῖς τόν σταυρώσατε; Νά «διασείσῃ τήν διάνοιάν των» καί νά τούς ἑλκύσει στήν πίστη «τῷ φόβῳ», μέ τόν φόβο γι᾿αὐτό πού ἔκαναν καί γι᾿ αὐτά πού τούς ἀνέμεναν, ἐάν δέν μετανοοῦσαν (Ἰω. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 15, 184).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου» (Πράξ. β´ 34-35).