08. «Σώθητε ἀπό τῆς γενεᾶς τῆς σκολιᾶς ταύτης»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

῾Η ὁμιλία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, τήν ὁποία μελετήσαμε στίς δύο προηγουμένες συμμελέτες μας, ἀναμφίβολα ἦταν ἔργο τοῦ ῾Αγίου Πνεύ­ματος. ᾿Εκεῖνο τοῦ ἔδωσε τήν παρρησία καί τό θάρρος νά μιλήσει. ᾿Εκεῖνο φώτισε καί τή διάνοιά του, γιά νά παρουσιάσει, ὅπως εἴδαμε, τά διάφορα ψαλμικά Μεσσιακά χωρία καί νά τά ἐφαρμόσει μέ θαυμαστή ἐπιτυχία στό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Τό αὐτό ῞Αγιο Πνεῦμα ἐπέδρασε καί στίς καρδιές τῶν ἀκροατῶν του καί ἐπῆλθε τό θαυμαστό ἀποτέλεσμα, μέ τό ὁποῖο θά ἀσχοληθοῦμε στήν παρούσα συμμελέτη μας.

Μελέτη περικοπῆς: Πραξ. β´ 37-41.

1. Νά προσέξουμε τόν πρῶτο στίχο τῆς περικοπῆς. ῞Οταν ἄκουσαν τά λόγια τοῦ ᾿Αποστόλου οἱ χιλιάδες ᾿Ιουδαῖοι, «κατενύγη­σαν τῇ καρδίᾳ», σημειώνει ὁ ἱερός συγγραφέας. Τί σημαίνει ἡ φράση «κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ»; Πόνεσαν ψυχικά, λυπήθηκαν. ῎Οχι μόνο δέν ἀντέδρασαν στόν ἔλεγχο πού τούς ἔκανε ὁ Πέτρος, ὅταν τούς εἶπε ὅτι σταύρωσαν τόν Μεσσία Χριστό, ἀλλά ἀντίθετα συναισθάνθηκαν τήν ἐνοχή τους. Καί δέν πείσθηκαν ἁπλῶς μέ ὅσα εἶπε ὁ ᾿Απόστολος, παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἀλλά κατέγνωσαν ἑαυτῶν, ἦλθον εἰς αἴσθησιν τῶν γεγενημένων» (ΕΠΕ 15, 196). Κατηγόρησαν τούς ἑαυτούς τους καί κατανόησαν τί ἀκριβῶς συνέβη κατά τή Σταύρωση τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου καί ποιά ἡ εὐθύνη τους.

῾Ο θεοκίνητος λόγος πού βγῆκε ἀπό τά χείλη τοῦ πρώτου ἱεροκήρυκα τῆς ᾿Εκκλησίας, εἰσῆλθε στίς ψυχές τους καί τίς ἀναμόχλευσε. Θυμάστε τί γράφει σχετικά ὁ ἀπόστολος Παῦλος; ῞Οτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωντανός καί ὅταν εἰσέλθει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, εἰσδύει στά βάθη της καί προκαλεῖ συγκλονισμό μέσα της (βλ. ῾Εβρ. δ´ 12).

Αὐτό ἄραγε πού συνέβη τότε μέ τό κήρυγμα τοῦ Πέτρου, συνέβη καί ἀργότερα, συμβαίνει καί σήμερα; ῾Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι μέ ἕνα κήρυγμα πού ἄκουσαν, συγκινήθηκαν, συγκλονίσθηκαν καί πῆραν τήν ἀπόφαση νά ἀλλάξουν ζωή. Διότι τό κήρυγμα, ὁ λόγος τῆς ᾿Εκκλησίας, δέν εἶναι λόγος ἀνθρώπινος ἀλλά λόγος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, τό ῾Οποῖο κατευθύνει καί κυβερνᾶ τήν ᾿Εκκλησία. Κι ἔτσι πρέπει νά βλέπουν τό κήρυγμα ὅσοι ἀξιώνονται νά κηρύττουν, ἀλλά καί ὅσοι ἀκοῦνε τά κηρύγματα.

Τί σημαίνει ἡ λύπη, ἡ κατάνυξη τῶν ἀκροατῶν; ῞Οτι ἡ εἰλικρινής μετάνοια ἀρχίζει μέ τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καί ἐνοχῆς μας. Καί φθάνει πλέον ὁ ἄνθρωπος νά λέει μαζί μέ τόν ἅγιο ᾿Ανδρέα Κρήτης: «Οὐ γέγονεν ἐν τῷ βίῳ ἁμάρτημα οὐδέ πρᾶξις οὐδέ κακία, ἥν ἐγώ Σωτήρ οὐκ ἐπλημμέλησα, κατά νοῦν καί λόγον καί προαίρεσιν, καί θέσει καί γνώμῃ καί πράξει ἐξαμαρτήσας ὡς ἄλλος οὐδείς πώποτε». Καί νά ζητεῖ τρόπο διασπάσεως τοῦ δυσβάστακτου κλοιοῦ τῆς ἁμαρτίας καί διορθώσεως τῶν πράξεών του, γιά τά ὁποῖα αἰσθάνεται ἤδη λύπη καί ντροπή. Αὐτή εἶναι «ἡ κατά Θεόν λύπη», γιά τήν ὁποία γράφει καί ὁ ἀπ. Παῦλος (βλ. Β´ Κορ. ζ´ 9-10).

2. ῎Εμειναν ἄραγε μόνο στή λύπη οἱ ἀκροατές; ῎Οχι, ἀλλά προχώρησαν στή διόρθωση τῶν ὅσων εἶχαν διαπράξει. Τί ἔκαναν; Χωρίς νά ἀναβάλουν γιά ἄλλον καιρό τό θέμα τῆς μετάνοιας, χωρίς νά ποῦν «θά σέ ἀκούσουμε καί πάλι», ὅπως εἶπαν οἱ σοφοί τῶν ᾿Αθηνῶν στόν ἀπ. Παῦλο, χωρίς νά σκεφθοῦν ὅτι «τώρα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς μας, γιά τήν ὁποία ἤλθαμε στά ῾Ιεροσόλυμα, ἄς περάσει ἡ ἑορτή καί βλέπουμε», ἔσπευσαν νά ρωτήσουν ἀμέσως μέ πόθο βαθύ τούς ᾿Αποστόλους: «τί ποιήσομεν, ἄνδρες ἀδελφοί;» Τούς ὀνομάζουν ἀδελφούς, ἐνῶ προη­γουμένως ὁρισμένοι τούς χλεύαζαν ὡς μεθυσμένους. «῾Ομιλοῦν ὡς ἄν­θρωποι αἰσθανόμενοι τόν ἐπικρεμάμενον εἰς αὐτούς κίνδυνον καί τρομάζοντες πρό αὐτοῦ. Καί ἐκδηλοῦν ἀπόφασιν, ἵνα λάβουν εὐθύς τά ἐνδεικνυόμενα πρός σωτηρίαν των μέτρα» (Π. Ν. Τρεμπέλας).

Τί σημαίνει αὐτό; ῞Οτι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας εἶναι ἡ πλέον ἐπείγουσα ὑπόθεσή μας. Δέν χωρεῖ ἀναβολή γιά τήν ἀληθινή μετάνοιά μας. Γιατί; Διότι εἶναι ἀβέβαιη ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας. Καί ἀλίμονό μας ἐάν φύγουμε ἀμετανόητοι καί μέ ἁμαρτίες γιά τήν ἄλλη ζωή, ὅπου δέν ὑπάρχει μετάνοια. «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας», τονίζει ὁ θεόπνευστος λόγος (Β´ Κορ. ς´ 2). ῾Η παρούσα ζωή εἶναι αὐτή στήν ὁποία εἶναι δυνατόν νά ἐκδηλωθεῖ ἡ μετάνοιά μας.

3. Ποιά ἡ ἀπάντηση πού δόθηκε ἀπό τόν Πέτρο ἐξ ὀνόματος τῶν ᾿Αποστόλων στό ἀγωνιῶδες ἐρώτημα τῶν ἀκροατῶν του; «μετανοήσατε, καί βαπτισθήτω ἕκαστος ἐπί τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ». Τί σημαίνει αὐτή ἡ ἀπάντηση; ῾Ομιλεῖ γιά μετάνοια καί Βά­πτισμα. Τούς κάλεσε κατ᾿ ἀρχάς νά ἀλλάξουν τόν «τρόπον τοῦ σκέπτεσθαι καί νά μεταβάλωσι τήν περί τοῦ ᾿Ιησοῦ κρίσιν των» (῾Υπόμνημα), μέ τήν ὁποία ἦταν διαποτισμένοι ἕως τότε. Αὐτό σημαίνει «μετάνοια», μεταβολή νοῦ, σκέψεων, νοοτροπίας, ἀλλαγή αἰσθημάτων καί ζωῆς.

Καί γιατί τούς εἶπε νά βαπτισθοῦν στό ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ; Δέν πρόκειται ἐδῶ γιά ἐπίκληση λειτουργική, πού γίνεται κατά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου, διότι, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου, τό Βάπτισμα πρέπει νά τελεῖται «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος» (βλ. Ματθ. κη´ 19).᾿Αλλά περί τίνος πρόκειται; ῾Η φράση αὐτή ἀναφέρεται στή στενή σχέση πού θά δημιουργοῦνταν μεταξύ αὐτῶν πού θά πίστευαν καί θά βαπτίζονταν καί τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῞Οσοι θά βαπτίζονταν πιστεύοντας στούς λόγους τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, θά ἀνῆκαν στό ἑξῆς σέ Αὐτόν. Τό ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ θά ἦταν τό λατρευτό τους ὄνομα καί θά συντάσσονταν πλέον μέ ᾿Εκεῖνον στό στράτευμα τῆς ᾿Εκκλησίας Του. Αὐτό ὑπενθυμίζουν καί οἱ ἐρωτήσεις τοῦ ἱερέα στόν καθένα πού προσέρχεται στήν ᾿Εκκλησία γιά νά βαπτισθεῖ: «Συντάσσῃ τῷ Χριστῷ;» «Καί πιστεύεις αὐτῷ;»

Μέ τήν εἰλικρινή μετάνοια, τή στροφή 180 μοιρῶν στήν ἕως τότε πορεία ζωῆς, καί τό Βάπτισμα ἀνοίγει ἡ πύλη τῆς ᾿Εκκλησίας καί σωτηρίας καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος μέτοχος τῶν χαρισμάτων τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Ποιά ὀφέλη ὑποσχέθηκε ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος σέ ὅσους θά μετανοοῦσαν καί θά βαπτίζονταν; Πρῶτον, ὅτι θά συγχωροῦνταν ὅλες οἱ ἁμαρτίες τους. Αὐτό ἰσχύει πλέον αἰώνια γιά τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. ῞Οσα ἁμαρτήματα καί ἐγκλήματα καί ἐάν διέπραξε κάποιος, συγχωροῦνται ἀμέσως μέ τό Βάπτισμα. Θάβεται ὁ παλαιός, ἁμαρτωλός ἄνθρωπος μέσα στό ἁγιασμένο νερό τῆς Κολυμβήθρας καί ἀνασταίνεται ὁ νέος, «ἐν καινότητι ζωῆς» (βλ. καί Ρωμ. ς´ 1-7). Καί δεύτερον, ὅτι θά λάμβαναν τή δωρεά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Ποιά ἦταν αὐτή ἡ δωρεά; ῞Ολα ὅσα χαρίζει τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο στά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η εἰρήνη, ἡ χαρά, ἡ διάθεση γιά ἀγώνα πνευματικό, ὁ πόθος τῆς μακαριότητος τοῦ οὐρανοῦ, ἡ στροφή πρός τά αἰώνια καί μόνιμα ἀγαθά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ κλπ.

4. Τί ἄλλο ἐκτός ἀπό τήν προτροπή γιά μετάνοια καί Βάπτισμα εἶπε ὁ ᾿Απόστολος στούς ἀκροατές του; Τούς βεβαίωσε ὅτι ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, πού λέχθηκε ἀπό τόν προφήτη᾿Ιωήλ περί ἐκχύσεως τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος «ἐπί πᾶσαν σάρκα», δόθηκε καί γι᾿ αὐτούς. Μποροῦσαν καί αὐτοί νά γίνουν ἀποδέκτες τῆς δωρεᾶς τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Τί ἤθελε νά ἐπιτύχει μέ αὐτό πού τούς εἶπε ὁ Πέτρος; Νά διαλύσει κάθε δισταγμό τους καί νά τούς βοηθήσει νά κάνουν τά ἀποφασιστικά καί καθοριστικά γιά τό αἰώνιο μέλλον τους βήματα γιά τήν πίστη στόν Χριστό.

Τί παρατηροῦμε ἐπίσης στόν 39ο στίχο, πού περιέχει τά ὅσα τούς εἶπε ὁ Πέτρος; ῞Οτι ἡ δωρεά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος δέν θά ἦταν ἀποκλειστικό προνόμιο τῶν ᾿Ιουδαίων, ἀλλά ὅλων ὅσοι θά πιστεύουν ἀνεξαρτήτως φυλῆς καί γλώσσας. Θά χαρισθεῖ «πᾶσι τοῖς εἰς μακράν (σέ ὅσους τώρα βρίσκονται μακριά ἀπό τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό λατρεύοντας τά εἴδωλα), ὅσους ἄν προσκαλέσηται Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν». ῾Ο Θεός καλεῖ τούς πάντες μέ πολυποίκιλους τρόπους, πού γνωρίζει ἡ σοφία καί ἀγάπη Του, διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πλάσματά Του καί γιά τή σωτηρία ὅλων ἔστειλε τόν μονογενή Του Υἱό στόν κόσμο, «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (᾿Ιω. γ´ 14-16).

5. Μόνο αὐτά τούς εἶπε ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος; Τί φαίνεται ἀπό τόν στίχο 40; Τούς εἶπε καί ἄλλα πολλά, μέ τά ὁποῖα ἔντονα ἔδινε μαρτυρία γιά τήν ἀλήθεια ὅλων αὐτῶν τά ὁποῖα τούς κήρυξε, καί προέτρεπε τούς ᾿Ιουδαίους νά σώσουν τούς ἑαυτούς των ἀπό τήν τιμωρία πού ἀναμένει τή διεστραμμένη γενεά τῶν συγχρόνων τους ᾿Ιουδαίων, πού σταύρωσαν τόν ᾿Ιησοῦ. Τούς συνιστοῦσε δηλαδή νά διακόψουν τίς σχέσεις τους μαζί τους καί νά ἀρχίσουν νέα ζωή. ῾Η σύσταση αὐτή, πού ἰσχύει γιά κάθε ἐποχή, εἶναι δεῖγμα εἰλικρινοῦς μετάνοιας; Μάλιστα, διότι «ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μετανοοῦν διά τάς ἁμαρτίας καί παραδίδουν ἑαυτούς εἰς τόν Χριστόν, δεικνύουν τήν εἰλικρίνειαν τῆς μετανοίας των διαρρηγνύοντες πάντα δεσμόν καί διακόπτοντες πᾶσαν σχέσιν μετά τῆς κοινωνίας τῶν κακῶν ἀνθρώπων, μετά τῶν ὁποίων πρότερον ἀνεστρέφοντο φιλικῶς καί οἰκείως» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Γιατί; Διότι ὑπάρχει κίνδυνος νά ἐπηρεασθοῦν ἀπό αὐτούς καί νά ἐπιστρέψουν στήν προηγούμενη ζωή τους. Δέν θά παύσουν βέβαια νά τούς ἀγαποῦν καί νά φροντίζουν γιά τή σωτηρία τους, ἀλλά πρέπει νά φυλάσσουν τόν ἑαυτόν τους.

Ἔπειτα ἀπό τίς προτροπές καί συστάσεις τοῦ ᾿Αποστόλου, ὅσοι ᾿Ιου­δαῖοι δέχθηκαν εὐχαρίστως τούς λόγους του καί πίστευσαν στόν Χριστό, βαπτίσθηκαν καί προστέθηκαν τήν ἡμέρα ἐκείνη στόν ἀρχικό πυρήνα τῆς ᾿Εκκλησίας τῶν ἑκατόν εἴκοσι πιστῶν ἄλλες τρεῖς χιλιάδες πιστῶν. ῾Η Βάπτιση ἔγινεν ἀπό τούς ᾿Αποστόλους σέ διάφορες δεξαμενές νεροῦ, πού ὑπῆρχαν στά ῾Ιεροσόλυμα (στ. 41).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Σώθητε ἀπό τῆς γενεᾶς τῆς σκολιᾶς ταύτης» (Πράξ. β´ 40).