Σὲ ξένη γῆ – Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Δεκεμβρίου 2024

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Δεκεμβρίου 2024, πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως (Ἑβρ. ια΄ 9-10, 32-40)

Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραὰμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ Ἰεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μα­χαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύ­χωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαι­γμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

ΣΕ ΞΕΝΗ ΓΗ

«Πίστει παρῴκησεν Ἀβραὰμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν»

Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακή, ἡ ὁποία ὀνομάζεται Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἰσάγει ἀκόμη περισσότερο στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας μᾶς προβάλλει μεγάλες μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖες προετοίμασαν τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου. Ἀνάμεσά τους ξεχωρίζει ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ· ὁ γίγαντας αὐτὸς τῆς πίστεως, ὁ ὁποῖος, ὅπως ἀκούσαμε, κατοικοῦσε στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, στὸν τόπο ποὺ εἶχε ὑποσχεθεῖ νὰ τοῦ χαρίσει ὁ Θεός, ὡς παρεπίδημος καὶ προσ­ωρινός. Ἔμενε σὲ σκηνές, διότι προσδοκοῦσε μιὰ ἄλλη πατρίδα, ἀληθινὴ καὶ μόνιμη. Τὸ παράδειγμα αὐτὸ τοῦ μεγάλου Πατριάρχη μᾶς δίνει σήμερα μιὰ καλὴ ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἐξετάσουμε ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ πατρίδα μας καὶ πῶς θὰ φθάσουμε σ᾿ αὐτήν.

1. Πατρίδα οὐράνια

Ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ πατρίδα μας; Εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ οὐράνιος καὶ αἰώνιος προορισμὸς κάθε ἀνθρώπου. Μᾶς τὸ βεβαιώνει μὲ τὸ παράδειγμά του ὁ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὴ χώρα του, τοὺς συγγενεῖς του καὶ περιπλανήθηκε ἀρκετὰ χρόνια, μέχρι ποὺ ἔφθασε στὴν εὔφορη γῆ Χαναάν, στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ. Τότε ὅμως δὲν ἄφησε τὴν καρδιά του νὰ προσκολληθεῖ στὰ ἀγαθὰ τῆς πλούσιας αὐτῆς γῆς. Διότι προσδοκοῦσε «τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός». Μὲ τὸ προφητικὸ βλέμμα του ἀ­πέβλεπε στὴν οὐράνια πόλη, ποὺ ἔχει θεμέλια ἀδιάσειστα καὶ Δημιουργό της τὸν ἴδιο τὸν Θεό· στὴν οὐράνια πατρίδα, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ πατρίδα ὅλων μας. Δὲν εἴμαστε πλασμένοι γιὰ νὰ ζήσουμε μόνο 40, 80 χρόνια ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζοῦμε αἰώνια στὴν οὐράνια Βασιλεία. Κάποιος παλαιὸς ἀσκητὴς εἶχε γράψει ἔξω ἀπὸ τὸ μοναχικὸ κελλί του τὴν ἑξῆς ἐπιγραφή: «Σήμερον ἐμοῦ, αὔριον ἑτέρου καὶ οὐδέποτε τινός». Αὐτὸ δηλαδὴ τὸ κελλί, τὸ δωμάτιο, ποὺ σήμερα νομίζω ὅτι ἀνήκει σ᾿ ἐμένα, αὔριο θ᾿ ἀνήκει σὲ κάποιον ἄλλον. Τελικὰ ὅμως δὲν θὰ εἶναι κτῆμα κανενός. Διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε περαστικοὶ ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, ξενιτεμένοι, παρεπίδημοι. Τὸ πέρασμά μας εἶναι σύν­τομο καὶ φευγαλέο. «Ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20), ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ δική μας πατρίδα, τὰ δικά μας πολιτικὰ δικαιώματα εἶναι στοὺς Οὐρανούς, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

2. «Πᾶσα πατρὶς ξένη»

Γιὰ νὰ φθάσουμε ὅμως στὴν οὐράνια αὐτὴ πατρίδα, θὰ πρέπει ἡ πολιτεία μας στὴ ζωὴ αὐτὴ νὰ εἶναι οὐράνια. Ὁ Ἀβραὰμ εἶχε τὸ βλέμμα του στραμμένο στὴν οὐράνια γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, στὴν αἰώνια Πόλη τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ δὲν οἰκοδόμησε μεγαλοπρεπὴ ἀνάκτορα, ἂν καὶ ἦταν πλούσιος. Δὲν ἔκτισε οὔτε ἕνα σπίτι, ἀλλὰ προτίμησε νὰ μένει σὲ σκηνές, γιὰ νὰ θυμᾶται ὅτι εἶναι προσωρινὸς κάτοικος τῆς γῆς αὐτῆς.

Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι κι ἐμεῖς πρέπει ν᾿ ἀφήσουμε τὰ σπίτια μας καὶ νὰ ζοῦμε σὲ σκηνές. Ἀσφαλῶς καὶ θὰ χαιρόμαστε μὲ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς ἔχει χαρίσει ὁ Θεός. Ἂς μὴν ἀφήνουμε ὅμως τὴν καρδιά μας νὰ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, ποὺ εἶναι προσωρινός. Ἂς μὴ δενόμαστε μὲ τὸν ὑλικὸ πλοῦτο· ἂς μὴ μᾶς ἑλκύει ἡ φθηνὴ δόξα· ἂς μὴ μᾶς σαγηνεύουν οἱ ἁμαρτωλὲς ἀπολαύσεις. Ἂς μὴν ἀγωνιοῦμε γιὰ τὶς ἐπενδύσεις μας στὴ ζωὴ αὐτή. Ὅλα αὐτὰ εἶναι πρόσκαιρα καὶ φθαρτά.

Ἕνα ἀρχαῖο ἐκκλησιαστικὸ κείμενο, ἡ πρὸς Διόγνητον Ἐπιστολή, ἀναφέρει ὅτι οἱ Χριστιανοὶ «πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας, ἀλλ᾿ ὡς πάροικοι· πᾶσα ξένη πατρίς ἐστιν αὐτῶν, καὶ πᾶσα πατρὶς ξένη» (V, 5). Δηλαδή, κατοικοῦν στὶς ἰδιαίτερες πατρίδες τους ὡς προσωρινοί. Κάθε ξένη γῆ εἶναι πατρίδα τους καὶ κάθε ἐπίγεια πατρίδα εἶναι γι᾿ αὐτοὺς ξένη γῆ. Στὸν Οὐρανό, λοιπόν, ἂς εἶναι στραμμένα τὰ βλέμματά μας, οἱ καρδιές μας, οἱ σκέψεις μας, οἱ ἐπιθυμίες μας, τὰ λόγια μας, οἱ πράξεις μας, καὶ ὄχι στὴν «ξένη» γῆ. Ὁ δὲ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς προτρέπει νὰ εἴμαστε ὅπως οἱ ὁδοιπόροι, οἱ ὁποῖοι οὔτε ἂν βαδίζουν μέσα ἀπὸ λιβάδια σαγηνεύονται ἀπὸ αὐτά, οὔτε ἂν περνοῦν μέσα ἀπὸ δύσβατα φαράγγια λυποῦνται· διότι εἶναι ὁδοιπόροι καὶ ὄχι κάτοικοι τῆς περιοχῆς. Τὰ προσ­περνοῦν καὶ βιάζονται νὰ φθάσουν στὴν πατρίδα τους (PG 52, 664).

Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως σήμερα καὶ ἡ μεγάλη μορφὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραὰμ μᾶς προτρέπει νὰ ὑψώσουμε τὸ βλέμμα μας στὸν Οὐρανό. Αὐτὸ εἶναι ἄλ­λωστε τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων. «Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε», ψάλλουμε τὶς ἡμέρες αὐτές. Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ. Ἂς ξεκολλήσουμε τὶς καρδιές μας ἀπὸ τὴ γῆ κι ἂς τὶς ὑψώσουμε στὸν Οὐρανό. Ἂς εἴμαστε στραμμένοι στὴν οὐράνια Βασιλεία, στὴν αἰώνια πατρίδα τῶν Ἁγίων, στὴν ἀληθινὴ πατρίδα ὅλων μας!