Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Ἔπειτα ἀπό τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς χωλοῦ καί τήν ἀνάκριση τοῦ Πέτρου ἀπό τό Συνέδριο τῶν Ἰουδαίων, τά ὁποῖα εἴδαμε προηγουμένως, ὁ ἱερός συγγραφέας παρουσιάζει καί πάλι μία εἰκόνα τῆς θαυμαστῆς ζωῆς τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Πρόκειται γιά μιά ἐκπληκτική, ὅπως θά διαπιστώσουμε, κοινωνική ζωή, ἡ ὁποία μόνο μέ τή θεία Χάρι γίνεται κατορθωτή πραγματικότητα.
Μελέτη περικοπῆς: Πράξ. δ´ 32-37.
1. Ποιά εἶναι ἡ πρώτη καί ἀξιοθαύμαστη πραγματικότητα τῆς ζωῆς τῶν πρώτων πιστῶν; Ἡ μεταξύ τους ἑνότητα. «Τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία». Οἱ πόθοι, τά συναισθήματα, πού ἐκφράζονται μέ τή λέξη «καρδία», καί τά φρονήματα καί οἱ ἰδέες τους, πού ἐκφράζονται μέ τή λέξη«ψυχή», ἦταν ἀπόλυτα ταυτισμένα.
Γιατί προκαλεῖ θαυμασμό αὐτή ἡ ἑνότητα; Διότι, μολονότι «ἦσαν πολλοί, χιλιάδες ὁλόκληροι, διαφόρου ἡλικίας, ἰδιοσυγκρασίας, καταστάσεως καί τάξεως κοινωνικῆς, ἄγνωστοι καί ξένοι πρός ἀλλήλους πιθανώτατα πρό τοῦ πιστεύσουν, ἤδη ὅτε συνηντήθησαν ἐν τῷ Χριστῷ, ἐγνωρίσθησαν καί συνεδέθησαν πρός ἀλλήλους τόσον στενῶς, ὡς ἐάν ἐγνωρίζοντο μεταξύ των πρό πολλῶν ἐτῶν ὡς παλαιοί φίλοι. Ἴσως πρίν πιστεύσουν ἀνῆκον καί εἰς διαφόρους μερίδας καί κόμματα ἐν τῷ Ἰσραήλ, ἀντιμαχόμενοι μετ᾿ ἀλλήλων ὀξύτατα. Τώρα ὅμως ἐλησμονήθησαν ὅλα καί παρουσιάζονται ὅλοι ἡνωμένοι εἰς μίαν ψυχήν καί καρδίαν» (Π. Ν. Τρεμπέλας).
Τί φανέρωνε αὐτή ἡ ἑνότητα μεταξύ τους; Ὅτι εἶχαν ἐμποτισθεῖ πλήρως μέ τή Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχαν ἀναγεννηθεῖ ριζικά. Δέν ζοῦσε πλέον μέσα τους ὁ «παλαιός ἄνθρωπος σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ», ἀλλά εἶχαν ντυθεῖ «τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Κολασ. γ´ 9-10). Εἶχαν γίνει «καινή κτίσις» (Γαλ. στ´ 15).
Γιατί δέν ὑπάρχει καί στίς ἡμέρες μας ἡ θαυμαστή αὐτή ἑνότητα; Διότι δέν ἔχουμε ἀκόμη ἀναγεννηθεῖ πλήρως. Ὑπάρχουν ἀρκετά κατάλοιπα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου μέσα μας. Δέν ζοῦμε πλήρως τή χριστιανική μας ἰδιότητα. Δέν πιστεύουμε ἀκράδαντα, δέν ἀγωνιζόμαστε μέ ἐνθουσιασμό ἐνάντια στήν ἁμαρτία, δέν μετέχουμε ἄξια στά ἱερά Μυστήρια· καί δέν εἶναι οἱ ψυχές μας δοχεῖα τελείως καθαρά, γιά νά παραμείνει σ᾿ αὐτά ἡ θεία Χάρις, νά μᾶς ἐξαγιάσει καί νά φέρει ὅλους τούς καρπούς της στή ζωή μας.
Ποιό εἶναι τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο τῆς μεταξύ μας ἑνότητας; Ὁ ἀπολέμητος ἐγωισμός μας. Τό κακῶς ἐννοούμενο ἀτομικό συμφέρον μας. Ἡ φιλαυτία, ἡ φιλαρχία καί ἡ κενοδοξία μας. Μιλώντας γιά τήν ἐκκλησιαστική ἑνότητα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἔλεγε: «Οὐδέν οὕτως Ἐκκλησίαν δυνήσεται διαιρεῖν, ὡς φιλαρχία· οὐδέν οὕτω παροξύνει τόν Θεόν, ὡς τό Ἐκκλησίαν διαιρεθῆναι… Οὐκ ἔστιν αὕτη ἐλάττων ἡ βλάβη τῆς παρά τῶν ἐχθρῶν, ἀλλά πολύ μείζων» (=εἶναι πολύ μεγαλύτερη ἡ βλάβη πού προκαλεῖται στήν Ἐκκλησία ἀπό τήν ἔλλειψη ἑνότητας τῶν πιστῶν μεταξύ τους, ἀπό τή βλάβη πού τῆς προκαλοῦν οἱ ἐχθροί)… πάντα κενοδοξίας καί φιλαρχίας» ἀποτελέσματα (ΕΠΕ 20, 706-710).
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν οἰκογενειακή, τήν κοινωνική καί τήν ἐθνική ζωή. Ἡ ἱστορία τοῦ Γένους μας καί ἡ καθημερινή πείρα βεβαιώνουν τοῦ λόγου τό ἀληθές. Πόσα δράματα οἰκογενειακά καί πόσες συμφορές ἐθνικές θά ἀποφεύγονταν, ἐάν ἔλειπε ὁ ἐγωισμός καί ἡ φιλαυτία!
Συντελεῖ ἄραγε ἡ ἑνότητα στή διάδοση τῆς χριστιανικῆς πίστεως; Ἀσφαλῶς. Ἕνας λόγος γιά τόν ὁποῖο πίστευαν καί γίνονταν τότε πολλοί Χριστιανοί ἦταν καί τό ὅτι ἐντυπωσιάζονταν ἀπό τήν ἀγάπη καί ἑνότητα πού εἶχαν μεταξύ τους οἱ πιστοί. «Ἴδε πῶς ἀγαπῶσιν ἀλλήλους», ἔλεγαν παρατηρώντας τή ζωή τῶν Χριστιανῶν. Καί σάν ἄλλος μαγνήτης ἡ ἀγάπη αὐτή τούς εἵλκυε στήν Ἐκκλησία καί γίνονταν καί αὐτοί μέλη τῆς κοινωνίας αὐτῆς τῆς ἀγάπης.
2. Στή συνέχεια ὁ ἅγιος εὐαγγελιστής Λουκᾶς παραθέτει ἕνα χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς κοινωνίας καί ἀγάπης τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Ποιό ἦταν αὐτό; Ἡ βοήθεια τῶν φτωχῶν μεταξύ τους. Γιατί ἡ οἰκονομική καί ὑλική αὐτή βοήθεια εἶναι δεῖγμα ἑνότητας ψυχῶν καί καρδιῶν; Διότι εἶναι πέρασμα ἀπό τή θεωρία στήν πράξη. Δέν μιλοῦσαν ἁπλῶς γιά τήν ἑνότητα, ἀλλά ζοῦσαν τήν ἑνότητα. Καί ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «οὐ λαλούντων, εὖ βιούντων ἡ χάρις». Αὐτό πού ἔχει Χάρι καί ἀξία δέν εἶναι ἡ θεωρία ἀλλά ἡ καλή ζωή» (ΕΠΕ 9, 416). Πῶς τό ἀντιλαμβάνεσθε αὐτό; Πῶς θά φαίνονταν ὅτι ἦταν πράγματι ἑνωμένοι ψυχικά, ἐάν ἀδιαφοροῦσαν γιά τά οἰκονομικά καί ὑλικά προβλήματα τῶν φτωχῶν ἀδελφῶν πιστῶν; Τό κήρυξε ἤδη στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη ὁ Πρόδρομος καί ἅγιος κήρυκας τῆς μετάνοιας: «Ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότῳ τῷ μή ἔχοντι, καί ὁ ἔχων βρώματα (=τροφάς) ὁμοίως ποιείτω» (Λουκ. γ´ 11). Ὁ δέ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε κατόπιν ὅτι τά χρήματα πού ἀποκτᾶ ὁ πιστός μέ τόν κόπο τῆς ἐργασίας του, σκοπό πρέπει νά ἔχουν «ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι» (=γιά νά μπορεῖ νά βοηθεῖ αὐτόν πού ἔχει ἀνάγκη) (Ἐφ. δ´ 28, βλ. καί Ἰακ. β´ 14-16).
Πῶς συντελεῖ στή δόξα τοῦ Θεοῦ αὐτή ἡ μετάδοση καί ἡ ὑλική βοήθεια τῶν φτωχῶν ἐκ μέρους τῶν εὔπορων πιστῶν; Δείχνει ὅτι μέ τή δική Του Χάρι ἐπιτελεῖται αὐτό τό δυσκατόρθωτο ἀγαθό: Ὑπερνικᾶται ἡ προσκόλληση στόν πλοῦτο καί στά ὑλικά ἀγαθά καί ἀνοίγει συμπονετική ἡ καρδιά πρός αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη. Καί ὅσοι τό βλέπουν αὐτό, δοξάζουν τόν Αἴτιο, Ἐκεῖνον πού καθιστᾶ τούς ἀνθρώπους ἱκανούς γιά τέτοια κατορθώματα.
Αὐτό ὑπονοεῖ καί ἐκεῖνο πού γράφει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐπικεφαλῆς μιᾶς τέτοιας κοινωνίας ἀγάπης μιλοῦσαν μέ μεγάλη δύναμη καί ἔδιναν μαρτυρία γιά τόν ἀναστάντα Κύριο Ἰησοῦ, τόν Ἀρχηγό τῆς Ἐκκλησίας.
Καταργήθηκαν ἄραγε οἱ κοινωνικές τάξεις μεταξύ τῶν πρώτων Χριστιανῶν καί ἔπαυσαν νά ὑπάρχουν φτωχοί; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἔνιωθαν ὅμως ὅλοι σάν ἀδελφοί μεταξύ τους. Οἱ πλούσιοι καί ἀνώτεροι κατά κόσμον ἔκαναν ὅ,τι μποροῦσαν γιά νά βοηθοῦν καί ἀνακουφίζουν τούς φτωχούς πιστούς ἀδελφούς τους. Οἱ δέ φτωχοί δέν εἶχαν ἀξιώσεις καί ἀπαιτήσεις νά βοηθοῦνται ἀπαραιτήτως ὑλικά, ἐπειδή ἦταν πιστοί. Ὅλα γίνονταν μέ πνεῦμα ἀδελφοσύνης.
Τί φανερώνει τό ὅτι ὅσοι πωλοῦσαν ἑκούσια τά κτήματά τους, κατέθεταν τά χρήματα «παρά τούς πόδας τῶν ἀποστόλων»; Πρῶτον, τόν σεβασμό καί τήν τιμή τους πρός τούς Ἀποστόλους. Ἔτρεφαν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη πρός αὐτούς καί ὡς πρός τή διαχείριση τῶν κοινῶν. Δεύτερον, τήν εὐγένεια καί λεπτότητά τους. Γιατί; Δέν ἤθελαν νά θίγεται ἡ ἀξιοπρέπεια τῶν φτωχῶν, ὅταν τούς ἔδιναν οἱ ἴδιοι οἱ πλούσιοι τή βοήθεια καί ἦταν ἔτσι γνωστοί οἱ εὐεργέτες τους.
Ὡς παράδειγμα τέτοιας προσφορᾶς ὑλικῶν ἀγαθῶν καί φιλανθρωπίας ἀναφέρεται κατόπιν ὁ Βαρνάβας, διότι ἦταν ἀνάμεσα στούς πλέον ζηλωτές πιστούς. Ἀργότερα θά γίνει ἐκτενέστερος λόγος γιά τήν ἱεραποστολική δράση του. Ἦταν Λευΐτης, δηλαδή Ἑβραῖος, ἀλλά γεννήθηκε στήν Κύπρο. Ἦταν Ἰουδαῖος τῆς διασπορᾶς.
Τό ὄνομά του ἦταν «Ἰωσῆς», ἀλλά μετονομάσθηκε «Βαρνάβας». Ἡ λέξη «Βαρνάβας», ὅταν μεταφρασθεῖ στά ἑλληνικά, σημαίνει «υἱός παρακλήσεως». Ὅταν λέει «παρακλήσεως», δέν ἐννοεῖ ἁπλῶς τήν παρηγοριά, ἀλλά γενικά τήν ἐνίσχυση καί τόνωση πού προκαλεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο κήρυττε τότε καί στό ἑξῆς ὁ Βαρνάβας (βλ. καί Ψαλ. ριη´ [118] 50, 52, Ἡσ. μ´ [40] 1, Λουκ. γ´ 18, Πράξ. β´ 40). Τοῦ δόθηκε τό ὄνομα αὐτό γιά «τάς ἐξαιρετικάς του ἱκανότητας πρός τό δημοσίᾳ διδάσκειν» (Ὑπόμνημα). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι καί ὀνομάζεται «Θεός παρακλήσεως» (Ρωμ. ιε´ 5), παρακαλεῖ καί ἐνισχύει τόν κάθε καλοδιάθετο ἀκροατή καί μελετητή του. Εἶναι δυνατόν ἄραγε νά εἴμαστε κι ἐμεῖς, κατά τό μέτρο τῶν χαρισμάτων μας, «υἱοί παρακλήσεως»; Μάλιστα, ὅταν ἀγωνιζόμαστε νά διαδίδουμε καί ἐμεῖς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού παρακαλεῖ, τονώνει καί παρηγορεῖ τήν ψυχή.
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Τοῦ δέ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία» (Πράξ. δ´ 32).