Κυριακὴ τῶν Βαΐων – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 13 Απριλίου 2025

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 6 Απριλίου 2025, Κυριακή τῶν Βαΐων (Ἰωάν. ιβ΄ 1-18)

Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤ­γειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ᾿Ιούδας Σίμωνος ᾿Ισκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. εἶπεν οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. ῎Εγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν ᾿Ιουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀπο­κτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι᾿ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν ᾿Ιουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν ᾿Ιη­σοῦν. Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάν­τησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον ὡσαννά, εὐλογη­μένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ. εὑρὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ᾿ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρ­χεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ᾿ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ ᾿Ιησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. ᾿Εμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ᾿ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. Πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πλησιάζει στὰ Ἱεροσόλυμα. Τὸ θεῖο Πάθος του δὲν ἀπέχει πολύ. «Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα», ἕξι ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα, φθάνει λίγο ἔξω ἀπὸ τὴν ἁγία Πόλη καὶ συγκεκριμένα στὴ Βηθανία, ὅπου εἶχε ἀναστήσει τὸν Λάζαρο. Ἐκεῖ φιλοξενεῖται ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τοῦ Λαζάρου, ἕξι ἡμέρες πρὶν προσφέρει τὴ θυσία του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐγκαινιάσει ἔτσι τὸ Πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Βρισκόμαστε ἤδη στὶς πύλες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας· «πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα». Ἀπὸ σήμερα τὸ βράδυ καὶ κάθε ἡμέρα, μέσα ἀπὸ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, τοὺς κατανυκτικοὺς ὕμνους καὶ τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα, θὰ ἐκτυλίσσεται μπροστά μας τὸ θεῖο Πάθος. Εἶναι πραγματικὰ μεγάλη ἡ ἑβδομάδα αὐτή, ὄχι ἐπειδὴ διαρκεῖ περισσότερο ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες τοῦ ἔτους, ἀλλὰ διότι εἶναι πολὺ σημαντικὰ τὰ γεγονότα ποὺ δια­δραματίζονται κατὰ τὴ διάρκειά της. «Ὁ Κτίστης ἔρχεται σταυρὸν καταδέξασθαι, ἐτασμούς καὶ μάστιγας, Πιλάτῳ κρινόμενος», θὰ ἀκούσουμε στὴν ἀποψινὴ ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου. Ὁ Δημιουργὸς τοῦ κόσμου ἔρχεται νὰ βασανισθεῖ, νὰ δεχθεῖ μαστιγώσεις, νὰ κριθεῖ ἀπὸ τὸν Πιλάτο, νὰ καταδικασθεῖ σὲ σταυρικὸ θάνατο γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Ἂς μᾶς συγκλονίσουν ὅλα αὐτὰ κι ἂς τὰ ζήσουμε, κατὰ τὸ δυνατόν, μαζί Του, χωρὶς περιττοὺς περισπασμούς· συνοδοιπόροι στὸ θεῖο Πάθος του.

2. Μύρο εὐγνωμοσύνης

Στὴ Βηθανία οἱ ἀδελφὲς τοῦ Λαζάρου παρέθεσαν δεῖπνο στὸν Κύριο, στὸ ὁποῖο ἦταν παρὼν καὶ ὁ Λάζαρος, ὥστε νὰ Τοῦ ἐκφράσουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ τους. Ἡ Μάρθα διακονοῦσε μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια στὸ δεῖπνο. Ἡ Μαρία, ὡστόσο, ἔκανε κάτι παράδοξο: «Λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ». Ἀγόρασε μεγάλη ποσότητα πολύτιμου μύρου ἀπὸ νάρδο, ἄλειψε τὰ ἄχραν­τα πόδια τοῦ Κυρίου καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της. Εὐωδίασε ἔτσι ὅλο τὸ σπίτι ἀπὸ τὸ μύρο. Ὁ Ἰούδας τότε διαμαρτυρήθηκε γιὰ τὴ σπατάλη, ὅπως θεωροῦσε, τοῦ πανάκριβου ἀρώματος. Ὁ Χριστὸς ὅμως τὸν ἐπέπληξε, διότι ἡ πράξη αὐτὴ προτύπωνε τὸ μύρωμα γιὰ τὸν ἐνταφιασμό του.

Πράγματι, τὸ μύρο αὐτὸ κόστιζε ἕνα ὑπέρ­ογκο ποσό· 300 δηνάρια, ποὺ ἀντιστοιχοῦσαν στὰ ἡμερομίσθια ἑνὸς ὁλόκληρου χρόνου! Ἡ Μαρία ὅμως πρόσφερε τὸ πανάκριβο αὐτὸ μύρο, χωρὶς νὰ λογαριάσει τὸ κόστος. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι, ἂν εἶχε κάτι ἄλλο πολυτιμότερο, στὸν Χριστὸ θὰ τὸ ἔδινε, γιὰ νὰ Τοῦ ἐκφράσει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη της. Διότι ἡ εὐγνώμων πρὸς τὸν Κύριο καρδιὰ προβαίνει σὲ θυσίες γιὰ Ἐκεῖνον, χωρὶς νὰ ὑπολογίζει τὸ κόστος, τὸν κόπο ἢ τὰ σχόλια τῶν ἀνθρώπων. Ὁδηγεῖται κάποτε σὲ ἐκδηλώσεις ποὺ μοιάζουν ἀνόητες στοὺς ἄλλους. Μήπως δὲν θεωρεῖται παράλογο τὸ νὰ ἐγκρατεύεται κανείς, νὰ νηστεύει, νὰ στερεῖται ἐπίγειες ἀνέσεις γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου; νὰ προσφέρει χρηματικὲς δωρεὲς σὲ κοινωφελεῖς σκοπούς, νὰ δίνει ἀκόμη καὶ τὴ ζωή του, τὰ νιάτα του ἴσως, στὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας; Ὅταν ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν Χριστό, θυσιάζεται γιὰ Ἐκεῖνον, κατὰ τὸ μέτρο τῆς ἀγάπης του.

3. Βασιλιὰς καρδιῶν

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ὁ Κύριος Ἰησοῦς συν­έχισε τὴν πορεία του πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ. Πλῆθος ἀνθρώπων τότε βγῆκε νὰ Τὸν ὑποδεχθεῖ μὲ ἐνθουσιασμό, κρατώντας στὰ χέρια τους κλαδιὰ ἀπὸ φοινικιὲς καὶ φωνάζον­τας: Δόξα σὲ Αὐτὸν ποὺ ὑποδεχόμαστε. Εὐλογημένος νὰ εἶναι Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἔνδοξος Βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ, τὸν Ὁποῖο τόσο καιρὸ περιμέναμε. Ὁ Χριστός, χωρὶς νὰ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὶς ἐπευφημίες, εἰσέρχεται στὴν Πόλη ταπεινά, καθισμένος πάνω σ’ ἕνα πουλαράκι, ὅπως τὸ εἶχε προφητεύσει αἰῶνες πρὶν ὁ προφήτης Ζαχαρίας: Μὴ φοβᾶσαι, Ἱερουσαλήμ, κόρη τοῦ ὄρους Σιών. «Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου». Ὁ Βασιλιάς σου ἔρχεται καθισμένος πάνω σ᾿ ἕνα γαϊδουράκι.

Οἱ Ἑβραῖοι προσδοκοῦσαν ἕνα βασιλιὰ μὲ κοσμικὴ δόξα καὶ δύναμη, γιὰ νὰ ἀναστήσει τὸ ἔθνος τους καὶ νὰ τοὺς σώσει ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Ρωμαίων. Ὡστόσο ὁ Κύριος εἶναι διαφορετικὸς Βασιλιάς. Δὲν ἦλθε νὰ κατακτήσει χῶρες καὶ στρατούς, ἀλλὰ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Δόξα του εἶναι ἡ ταπείνωσή του· θρόνος του ὁ Τίμιος Σταυρός· νίκη του ἡ θυσία του γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ Βασιλεία του εἶναι αἰώνια· «τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. α΄ 33). Τέτοιος Βασιλιὰς δὲν πέρασε ἄλλοτε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό.

Σὲ Αὐτὸν ἂς προσφέρουμε τὴν ὑποταγή μας. Ἂς εἴμαστε δικοί του ὑπήκοοι, ζώντας κατὰ τὸ δικό του ἅγιο θέλημα. Ἂς γονατίσουμε δὲ εὐλαβικὰ μπροστὰ στὸν τίμιο Σταυρό του τὶς ἡμέρες αὐτές, ἱκετεύοντάς Τον νὰ μᾶς δεχθεῖ ὡς πολίτες τῆς οὐράνιας Βασιλείας του: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. κγ΄ 42)!