Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 4 Μαΐου 2025, Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων (Μάρκ. ιε΄ 43 – ις΄ 8)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ. καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς μὴ ἐκθαμβεῖσθε Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον ἐφοβοῦντο γάρ.
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Τὴν κρίσιμη στιγμὴ
Ἡ Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων ἔχει πάντοτε ἕνα ἄρωμα εὐλάβειας καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν ἀναστημένο Κύριο. Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας μᾶς μεταφέρει στὸν φρικτὸ Γολγοθᾶ τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Ὁ Κύριος, ἤδη νεκρός, βρίσκεται κρεμασμένος στὸν Σταυρό. Οἱ Ρωμαῖοι συνήθιζαν ν᾿ ἀφήνουν τὰ νεκρὰ σώματα τῶν σταυρωμένων ἐκτεθειμένα γιὰ πολλὲς ὧρες στὰ θηρία καὶ στὰ σαρκοφάγα πτηνά. Ἀντίθετα, ὁ νόμος τῶν Ἰουδαίων προέβλεπε ταφή, πρὶν ἔλθει ἡ νύχτα. Ποιός ὅμως θὰ τολμοῦσε νὰ κάνει κάτι τέτοιο; Οἱ Ἰουδαῖοι μισοῦσαν τὸν Κύριο, ἐνῶ οἱ Μαθητές του φοβισμένοι εἶχαν διασκορπισθεῖ.
Τὴν κρίσιμη ἐκείνη ὥρα ἐμφανίσθηκε ἕνας κρυφὸς Μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία. Ἦταν ἐπίσημο μέλος τοῦ ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου· ἄνθρωπος σεβαστός, ὁ ὁποῖος μυστικὰ ἀκολουθοῦσε τὸν Χριστὸ καὶ προσδοκοῦσε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ποὺ Ἐκεῖνος ἐπαγγελλόταν. Ὁ Ἰωσὴφ λοιπὸν «τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Τόλμησε νὰ παρουσιασθεῖ στὸν Πιλάτο καὶ νὰ ζητήσει τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσει.
Τόλμησε! Δὲν λογάριασε τὴν προβεβλημένη θέση του, ποὺ ἐνδεχομένως νὰ ἔχανε, τὶς συκοφαντίες ποὺ πιθανῶς νὰ δεχόταν. Δὲν ὑπολόγισε οὔτε τὴ ζωή του, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς τώρα θὰ κινδύνευε. Παρουσιάσθηκε ὁ ἄλλοτε κρυφὸς Μαθητὴς καὶ ζήτησε νὰ τιμήσει τὸν «ἀτίμητο» Χριστό. Ἐμεῖς, ἀλήθεια, θὰ τολμούσαμε; Μᾶλλον, πιὸ σωστά, τολμοῦμε; Τολμοῦμε νὰ ὁμολογήσουμε, νὰ ὑπερασπισθοῦμε τὸν Κύριο, ὅταν διασύρεται τὸ ὄνομά του, ἢ νὰ ἐκφράσουμε τὰ φρονήματά μας στὸ περιβάλλον μας, ὅταν χλευάζεται ἡ Ἐκκλησία; Ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε τοῦ Χριστοῦ, πρέπει στὴν κρίσιμη στιγμὴ νὰ τολμοῦμε.
2. Τὸ πιὸ πολύτιμο
Ὁ Πιλάτος, ἀφοῦ ἐπιβεβαίωσε ὅτι εἶχε πεθάνει ὁ Χριστός, χάρισε στὸν Ἰωσὴφ τὸ νεκρὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Τότε ὁ Ἰωσὴφ «ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι». Ἀφοῦ ἀγόρασε σεντόνι καινούργιο, ἀχρησιμοποίητο, καθαρό, κατόπιν μὲ ἱερὰ αἰσθήματα λατρείας μαζὶ καὶ πόνου ἀποκαθήλωσε τὸν νεκρὸ Διδάσκαλο, τύλιξε τὸ σῶμα του στὸ σεντόνι, τὸ τοποθέτησε σὲ μνημεῖο, ποὺ ἦταν λαξευμένο σὲ βράχο, καὶ σφράγισε τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου μὲ ἕναν ὀγκώδη λίθο.
Ἔχει ἰδιαίτερη σημασία τὸ ὅτι ὁ Ἰωσὴφ ἀγόρασε καινούργιο σεντόνι. Ἡ προσφορά του δὲν θὰ ἦταν ἀνεπαρκής, ἀκόμη κι ἂν χρησιμοποιοῦσε παλαιὸ καὶ μεταχειρισμένο. Ἄλλωστε τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Κύριο τὴν εἶχε ἤδη ἀποδείξει μὲ τὴν τόλμη του. Ὡστόσο δὲν τοῦ ἀρκοῦσε αὐτό. Ἤθελε νὰ προσφέρει στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὅ,τι πολυτιμότερο, ὅ,τι καλύτερο, ὅ,τι καθαρότερο μποροῦσε. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴ θεοπρεπὴ ταφὴ τοῦ Κυρίου σὲ ὁλοκαίνουργο μνημεῖο.
Μᾶς διδάσκει ἔτσι ὁ εὐγενὴς αὐτὸς καὶ ἐπιφανὴς Ἰουδαῖος ὅτι κάθε προσφορά μας πρὸς τὸν Χριστὸ πρέπει νὰ εἶναι γενναιόδωρη. Νὰ Τοῦ χαρίζουμε ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουμε καὶ ὄχι ὅ,τι πρόχειρα μᾶς περισσεύει. Γιὰ παράδειγμα, τὸ πρόσφορο, τὸ λάδι, τὸ νάμα ποὺ προσφέρουμε στὸν Ναὸ νὰ εἶναι ποιοτικὰ τὸ καλύτερο. Ἀλλὰ καὶ ὁ χρόνος μας γιὰ μελέτη καὶ προσευχὴ νὰ εἶναι κατάλληλα ἐπιλεγμένος. Στὸν Κύριό μας ἀξίζει νὰ δίνουμε ὅ,τι ὡραιότερο, περισσότερο καὶ καθαρότερο μποροῦμε.
3. Ἀντίθετα μὲ τὴ λογικὴ
Τὴν ἀποκαθήλωση καὶ τὴν ταφὴ παρακολούθησαν μὲ προσοχὴ κάποιες ἀφοσιωμένες Μαθήτριες τοῦ Κυρίου. Ἀγόρασαν κατόπιν ἀρώματα, καὶ ὅταν πέρασε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου, ξεκίνησαν τὰ χαράματα γιὰ νὰ πᾶνε στὸν τάφο νὰ μυρώσουν τὸν νεκρὸ Διδάσκαλό τους. Καθὼς πορεύονταν, ἕνα ἐρώτημα βασάνιζε τὴ σκέψη τους: «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου;» Ποιός θὰ μετακινοῦσε τὸν βαρὺ λίθο, ποὺ σφράγιζε τὴν εἴσοδο τοῦ τάφου;
Αὐτὸ ἦταν ἕνα ἀδιέξοδο γιὰ τὶς Μυροφόρες, καὶ δὲν ἦταν τὸ μόνο. Ἂν προσθέσουμε τοὺς κινδύνους ποὺ εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν μέσα στὴ νύχτα οἱ ἀδύναμες αὐτὲς γυναῖκες, κατανοοῦμε ὅτι τὸ ἐγχείρημά τους ἦταν παράτολμο καὶ ἡ ἔκβασή του ἀβέβαιη. Καὶ ὅμως αὐτὲς πορεύονταν ὁλοταχῶς πρὸς τὸ ἀδιέξοδο. Ἡ ἀγάπη τους ὑπερέβη τὴ λογική. Γι᾿ αὐτὸ ἀξιώθηκαν ὄχι ἁπλῶς νὰ τιμήσουν τὸν νεκρὸ Διδάσκαλο, ἀλλὰ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν ἀναστημένο Θεό.
Ὅταν λοιπὸν ἡ λογικὴ ὁδηγεῖ σὲ ἀδιέξοδο καὶ τὰ ἐμπόδια φαίνονται ἀνυπέρβλητα, ὅταν οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις ἔχουν φθάσει στὰ ὅριά τους καὶ ἡ ἐλπίδα μοιάζει νὰ ἔχει ναυαγήσει, ὅταν κάθε ἀνθρώπινη προσπάθεια φαίνεται ὅτι εἶναι καταδικασμένη σὲ ἀποτυχία, τότε εἶναι ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ. Δὲν στηρίζουμε τὴν πίστη μας σὲ κάποιο νεκρὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ στὸν ζωντανὸ καὶ ἀθάνατο Θεό. Σ᾿ Ἐκεῖνον ποὺ ἔχει τὴ δύναμη ν᾿ «ἀποκυλίσει» κάθε λίθο ἀπὸ τὴ ζωή μας. Ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε τὴν πίστη τῶν Μυροφόρων. Τότε ἡ κάθε ἡμέρα μας θὰ εἶναι μιὰ πορεία πρὸς τὸ κενὸ μνημεῖο καὶ τὴ λαμπροφόρα Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.