Περιγραφή Προϊόντος
Ομιλίες και μελέτη για τα σύμβολα και σημεία
“Για την αισιοδοξία”:
Η αισιοδοξία ενός παράλυτου ανθρώπου είναι το σημερινό θέμα μου και στηρίζεται σ’ ένα πραγματικό γεγονός. Υπάρχει ένας ανάπηρος άνθρωπος που είναι συγχρόνως και αισιόδοξος άνθρωπος, ένας βαριά ανάπηρος άνθρωπος που συγχρόνως είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος άνθρωπος! Ακούγεται παράδοξο, θα πείτε. Όχι δεν υπάρχουν παράδοξα. Αν ως τα πέρατα της οικουμένης βασιλεύει η λογική, δεν υπάρχει περιθώριο για παράδοξα. Πραγματικά δεν υπάρχει περιθώριο. Τα παράδοξα υπάρχουν φαινομενικά. Αν όμως πιστεύουμε πως υπάρχουν, οι αιτίες της πίστης μας δεν είναι φανερές, ενώ οι συνέπειες της πίστης είναι φανερές….
Υπάρχει ένας ανάπηρος άνθρωπος γεμάτος αισιοδοξία, τον οποίο γνωρίζω και έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια. Είναι ένας στρατιώτης που πληγώθηκε στον τελευταίο πόλεμο. Μια εχθρική σφαίρα διαπέρασε το σώμα του, τον πλήγωσε δίπλα στη μέση του. Οι γιατροί του είπαν πως κόπηκαν πολλά νεύρα και πολλοί μυς καταστράφηκαν με αποτέλεσμα να παραλύσουν τα πόδια του. Ο άνθρωπος αυτός δεν αισθάνεται πια τα πόδια του. […]
Η αρρώστια δεν είναι μεγάλο κακό και ο θάνατος επίσης δεν είναι ούτε μεγάλο ούτε μικρό κακό. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου καθόλου. Δεν στηρίζουνε αυτά εμένα, αλλά εγώ αυτά. Αλλά υπάρχει κάτι που στηρίζει και μένα, όπως εγώ κρατώ τα παράλυτά μου πόδια. Αν δεν υπήρχε αυτό θα ήμουν όλος παράλυτος. Αυτό που με κρατά είναι η εσωτερική ψυχική μου αισιοδοξία. Η ψυχή μου για καιρό ήταν παράλυτη. Η οπτική της ψυχής μου κυρίως ήταν παράλυτη, επειδή δεν μπορούσε να βλέπει την ομορφιά και το νόημα αυτής της ζωής. Η ψυχή μου περιφερόταν στο σκοτάδι και της φαινόταν όλος ο κόσμος σκοτεινός. Η μοναδική της δραστηριότητα ήταν η υποταγή στο σώμα, η σκλαβιά στο σώμα. Το σώμα μου έσερνε την ψυχή πίσω του, όπως τραβά ο κυνηγός τον σκύλο του από το λουρί. Η ψυχή μου χοροπηδούσε, χόρευε στη σκόνη και στη λάσπη ακολουθώντας το σώμα, υπακούοντας πάντα τη θέληση του σώματος. Ήμουν υγιής αλλά δεν το αισθανόμουν. Είχα μάτια, αλλά δεν έβλεπα. Οι ακτίνες του ήλιου ενώ με άγγιζαν χαρούμενο, εγώ κατσούφιαζα και δεν τις έβλεπα. Τα αστέρια με έβλεπαν αλλά εγώ τα απεχθανόμουν και τα φοβόμουν. Σαν τυφλοπόντικας ήμουν, που κάποιος με έβγαλε έξω στο φως και στον αέρα και μπερδεμένος τριγύριζα από εδώ και από εκεί. Τρέμοντας έσκαβα τη γη για να ξεφύγω από τον ήλιο και να χωθώ πάλι στο σκοτεινό χώμα της γης.
Δόξα τω Θεώ έγινε αυτός ο πόλεμος! Και δόξα τω Θεώ ο εχθρός μ’ αυτόν τον τρόπο με έκανε παράλυτο! Αυτός ο εχθρός είναι για μένα ο μεγαλύτερος ευεργέτης. Έχασα τα πόδια, αλλά κέρδισα την ψυχή. […] (Από την έκδοση)
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.