Περιγραφή Προϊόντος
Το άσκημο σουπιάκι (Σειρά: Μονοπάτια στην άνοιξη)
…Την άλλη μέρα το πρωί μαζεύτηκε όλη η γειτονιά στο τρίτο βραχάκι αριστερά, όπως είχαν συνεννοηθεί. Έκαναν δυό-τρείς γύρους, μετρήθηκαν, μη και ξεχάσουνε κανένα παιδί, και φλαπ βούτηξαν στα βαθιά!
Τι ωραία που ήταν έτσι όλα μαζί! Έτρεχαν, προσπερνούσαν το ένα το άλλο, έκαναν τόσα μεγάλα μακροβούτια που ήταν να τα θαυμάζεις.
– Είναι τόσο όμορφη η κυρα-Θάλασσα, είπε η κυρα-Τσιπούρα κι έκανε μια τούμπα.
– Η θάλασσα είναι η πιο ωραία κι η πιο πλούσια αρχόντισσα του κόσμου, έλεγε με την βραχνή φωνή του ο κυρ-Μπάρμπουνας, που ήταν ο γερο-δάσκαλος της γειτονιάς.
– Παίζουμε γύρω-γύρω όλοι; είπε η μικρή Γόπα.
– Ναι, ναι, απάντησαν με μια φωνή όλα τα ψαρόπαιδα κι έβαλαν στη μέση το Σαφρίδι.
Εκείνο ξετρελλαμένο από τη χαρά του άρχισε να πηδάει και να τραγουδάει:
Θάλασσά μου μυρωμένη
μάνα τρισευτυχισμένη
πού ‘χεις χίλιους γυιούς σου ψάρια
αχιβάδες και κοράλια,
ποιο τάχα να ειν’ το ακριβό
το βαθύ σου μυστικό;
Κι η θάλασσα σήκωσε λίγο κύμα, τόσο λίγο όσο να λικνίζει την ψαροπαρέα, και με την γλυκιά φωνή της απάντησε τραγουδιστά:
Η καρδιά μου αγαπάει
κι όλους μέσα τους χωράει
φύκια, βότσαλα, αχινούς
γόπες, φάλαινες, κολιούς,
με το κύμα τ αγκαλιάζω
καί τον Πλάστη μου δοξάζω.
Κι όλοι είπαν και ξανάπαν το τραγούδι της θάλασσας, το τραγούδι της αγάπης.
Μετά οι μεγάλοι πήγαν να κουβαλήσουν φαγητό. Οι ψαρίνες πήγαν να βρουν κανένα ίσιο βραχάκι να στρώσουν τραπέζι. Τα ψαρόπαιδα, μόνα τώρα, παίζαν κυνηγητό, κρυφτό, παίζαν, παίζαν, παίζαν σου λέω με την ψυχή τους.
Συνέχεια στο βιβλίο
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.